Ακολουθεί η τοποθέτηση της Αγωνιστικής Συσπείρωσης Δικηγόρων και του Βασίλη Καραντζίδη, Προέδρου του ΔΣ Φλώρινας στην έκτακτη συνεδρίαση της Ολομέλειας των δικηγορικών συλλόγων για τις παρεμβάσεις της Προέδρου του ΑΠ:
Η απαράδεκτη παρέμβαση της Προέδρου του Αρείου Πάγου, με την οποία ζητήθηκε o πειθαρχικός έλεγχος Δικαστών για θέματα που άπτονται της κρίσης τους, σε ποινική υπόθεση που χειρίστηκαν, ανοίγει επικίνδυνους δρόμους σε σχέση με τα υπερασπιστικά δικαιώματα των κατηγορουμένων και τον τρόπο που αυτή θα επιδράσει και κατά τον χειρισμό άλλων υποθέσεων, πέραν της συγκεκριμένης.
Αποτελεί έκφραση της συνολικότερης κατεύθυνσης της αυστηροποίησης του ποινικού οπλοστασίου, που επιβάλλεται από κοινού, τόσο με την πολιτική όλων των κυβερνήσεων και της Ε.Ε. όσο και με τις κατευθύνσεις της ηγεσίας των ανώτατων δικαστηρίων.
Η επιλογή όμως της πλειοψηφίας της Ολομέλειας να επικεντρώσει το πρόβλημα στο πρόσωπο της Προέδρου του Αρείου Πάγου και των δικών της παρεμβάσεων λειτουργεί τελικά αποπροσανατολιστικά και συσκοτίζει τον ίδιο τον ρόλο του δικαστικού συστήματος ως βασικού πυλώνα εφαρμογής και –όποτε χρειαστεί- επιβολής των κατευθύνσεων αυτών. Η πρόταση ώστε η Πρόεδρος του ΑΠ να ερευνηθεί από τον Υπουργό Δικαιοσύνης για τυχόν δική της πειθαρχική ευθύνη μπορεί να αξιοποιηθεί ως άλλοθι από την κυβέρνηση, πόσο μάλλον που δεν επισημαίνεται καν το γεγονός ότι η κυβέρνηση από κοινού με την ηγεσία των ανώτατων Δικαστηρίων παρεμβαίνει επιβάλλοντας ενέργειες ή αποτρέποντας άλλες, με χαρακτηριστικές τις παρεμβάσεις στην υπόθεση του εγκλήματος των Τεμπών.
Η Δικαιοσύνη δεν είναι θεσμός «καθαρός και ουδέτερος», ούτε λειτουργεί στο κοινωνικό και πολιτικό κενό. Αντίθετα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εχθρικού για τον λαό αστικού κράτους. Η Δικαιοσύνη και το «κράτος δικαίου» έρχονται να υλοποιήσουν και να ενισχύσουν με τις αποφάσεις τους το αντιδραστικό εθνικό και υπερεθνικό νομοθετικό πλαίσιο, που έχει θεσπιστεί για συγκεκριμένους λόγους και σκοπούς: Τη θωράκιση των συμφερόντων των επιχειρηματικών ομίλων σε βάρος των λαών και μάλιστα ανεξάρτητα ακόμα και από την καλοπροαίρετη διάθεση μεμονωμένων δικαστών, που δεν μπορούν, όσο κι αν θέλουν, να ξεφεύγουν αποτελεσματικά από το πλαίσιο αυτό.
Η ίδια η ΕΕ διακηρύσσει ότι «το κράτος δικαίου είναι απαραίτητο για την εφαρμογή της πολιτικής της» ενώ όλες οι τελευταίες κυβερνήσεις τονίζουν ότι αξιοποιούν τον όποιο εκσυγχρονισμό του δικαστικού μηχανισμού όχι για να βελτιώσουν την πρόσβαση του πολίτη στη Δικαιοσύνη αλλά για να γίνει αυτή παράγοντας που θα καθιστά τη χώρα ελκυστικότερη στους επενδυτές (!!).
Είναι συνεχείς τόσο οι ανοιχτές παρεμβάσεις όσο και η προκλητική αδράνεια της ηγεσίας των ανώτατων Δικαστηρίων, σε υποθέσεις όπως του εγκλήματος στα Τέμπη, στο Μάτι, στη Μάνδρα, όπως της τραγωδίας της Πύλου, που στοχεύουν στο να συγκαλύπτεται ο μεγάλος ένοχος, το σύστημα που θυσιάζει για τα κέρδη του τις ανάγκες, ακόμα και τη ζωή, του λαού και των παιδιών του.
Το «κράτος δικαίου» κώφευε και κωφεύει στις συνεχείς εκκλήσεις των εργαζομένων για την κατάσταση στον σιδηρόδρομο αλλά παράλληλα προχωρούσε ταχύτατα την κήρυξη σχεδόν του συνόλου των απεργιών ως παράνομων, με έκδοση αποφάσεων μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα. Έστηνε και στήνει “αγροτοδικεία” και “μαθητοδικεία” για να καταστείλει κινητοποιήσεις, σέρνει σε πειθαρχική διαδικασία χιλιάδες απεργούς εκπαιδευτικούς ενάντια στις διατάξεις αξιολόγησης.
Από την άλλη, διατηρεί το ευνοϊκό προστατευτικό ποινικό πλαίσιο για κυβερνητικά στελέχη που καμία κυβέρνηση δεν έθιξε, ούτε η ηγεσία της δικαιοσύνης, ενώ την ίδια στιγμή επιβάλλει πραγματική έκτιση ποινών ακόμα και για ήσσονος σημασίας πλημμελήματα. Οι παρεμβάσεις λοιπόν που γίνονται από την ηγεσία των ανώτατων δικαστηρίων δεν οφείλονται στη στάση ενός συγκεκριμένου προσώπου αλλά συνιστούν διαρκή πρακτική μέσω του διαύλου Κυβέρνησης – Δικαστικού Συστήματος, που συντηρείται και με τον διορισμό της ηγεσίας του από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Η πλειοψηφία της Ολομέλειας και πάλι περιορίζεται σε βολική κριτική προσώπων και σπέρνει αυταπάτες για την προσφυγή στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τη διοργάνωση επιστημονικών ημερίδων που τελικά θωρακίζουν το αντιδραστικό πλαίσιο. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να αρνηθεί να προκηρύξει άμεσα αποχή για τις 9 Απριλίου, ημέρα Γενικής Πανελλαδικής Απεργίας παραπέμποντας την απόφαση στη Συντονιστική προς τυχόν αναζήτηση μίας άλλης «καθαρής» και «αμόλυντης» ημέρας κινητοποίησης. Αποδεικνύεται η απαρέγκλιτη στράτευσή τους ως πυλώνες στήριξης της αντιλαϊκής πολιτικής των κυβερνήσεων και του αστικού κράτους, των συμφερόντων των επιχειρηματικών ομίλων, ανάμεσά τους και των μεγάλων δικηγορικών εταιρειών. Αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά η εχθρική στάση της Ολομέλειας και των Δικηγορικών Συλλόγων απέναντι στους αγώνες των εργαζομένων και του λαού, ανάμεσά τους και οι χιλιάδες μισθωτοί, αυταπασχολούμενοι και ασκούμενοι δικηγόροι. Η μαζική συμμετοχή όλων εμάς, μισθωτών, αυταπασχολούμενων και ασκούμενων δικηγόρων στην απεργία στις 9 Απρίλη, είναι η καλύτερη απάντηση απέναντι σε όλη αυτή την αντιλαϊκή συγχορδία.