* Της Στέλας Παπαοικονόμου, μέλους του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της ΚΕ του ΚΚΕ
Τη βδομάδα που πέρασε, με μεγάλη, προεκλογική βιασύνη και …«αντιφασιστική ζέση», η ΝΔ έφερε τροπολογία για αλλαγή του εκλογικού νόμου, με πρόσχημα το να εμποδίζεται η συμμετοχή στις εκλογές των παραφυάδων της Χρυσής Αυγής, τύπου Κασιδιάρη.
Η τελική πρόταση της ΝΔ, που κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή, ήταν «τα ίδια και χειρότερα» από την αρχική που έθεσε στο «τραπέζι» της δημόσιας συζήτησης:
Επικίνδυνες γενικεύσεις και προϋποθέσεις για τη συμμετοχή κομμάτων στις εκλογές, που ανοίγουν την πόρτα για να «στεγαστεί» στην ελληνική νομοθεσία η απαράδεκτη θεωρία των «δύο άκρων», η εξίσωση φασισμού – κομμουνισμού και να υλοποιηθεί η πολιτική της ΕΕ ενάντια στον ριζοσπαστισμό. Στη βάση αυτού του πλαισίου έχουν ήδη τεθεί εκτός νόμου τα Κομμουνιστικά Κόμματα στις αστικές δημοκρατίες της Πολωνίας, της Τσεχίας, των κρατών – μελών της ΕΕ της Βαλτικής.
Ο πρόσφατα αλλαγμένος – από την ίδια τη ΝΔ – εκλογικός νόμος απαγορεύει ήδη την κάθοδο στις εκλογές σε κόμματα, εάν η ηγεσία τους έχει καταδικαστεί για συγκεκριμένα εγκλήματα, και ειδικά εκείνα που στρέφονται εναντίον της «πολιτείας». Η ΝΔ, με την επίμαχη τροπολογία της, «εμπλουτίζει» αυτήν την απαγόρευση προσθέτοντας την έννοια της «πραγματικής ηγεσίας» ενός κόμματος, με τη λογική να ερευνώνται οι καταδίκες όχι μόνο εκείνων που «τυπικά διοικούν» ένα κόμμα αλλά και εκείνων που μπορεί να «κρύβονται» πίσω από διάφορους «μπροστινούς». Ηδη με τη νεοεισερχόμενη έννοια της «πραγματικής ηγεσίας» και άλλες διατάξεις, το κράτος αποκτά νέο «κλειδί εισόδου» για να ελέγξει το εσωτερικό των κομμάτων.
Η κυβέρνηση όμως δεν σταμάτησε εδώ. Σύμφωνα με την τροπολογία της, τα κόμματα θα «κρίνονται» ενόψει κάθε νέας εκλογικής αναμέτρησης. Επίσης, δεν θα κρίνονται μόνο με βάση τυχόν καταδικαστικές αποφάσεις σε βάρος της ηγεσίας τους και των υποψήφιων βουλευτών τους. Θα περνούν από ευρύτερο έλεγχο, για να κρίνεται εάν «η οργάνωση και η δράση τους εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος» σύμφωνα με το Σύνταγμα. Τον έλεγχο αυτό τον αναλαμβάνει, σύμφωνα με την πρόταση, ο Αρειος Πάγος, ο οποίος μάλιστα θα μπορεί να δέχεται και να αξιολογεί «τεκμηριωμένα υπομνήματα» από οποιονδήποτε πολίτη θέλει να «καταγγείλει» πως ένα κόμμα δεν πληροί τα παραπάνω κριτήρια. Η «υποβοήθηση» του έργου του Αρείου Πάγου από κάθε πολίτη, που ανοίγει τον δρόμο ακόμα και σε φάμπρικα «καταγγελιών» αμφίβολων στοχεύσεων, αποτελεί έμπνευση του ΣΥΡΙΖΑ την οποία ενσωμάτωσε η ΝΔ.
Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος
Ο ΣΥΡΙΖΑ «συνέβαλε» στην όλη επικίνδυνη συζήτηση της κυβέρνησης, φέρνοντας την αντιδραστική πολιτική της ΕΕ με νέα «στολή».
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζεται σε αυτήν της ΝΔ, αφού η βάση της είναι ο ίδιος, απαράδεκτος έλεγχος της οργάνωσης και δράσης των πολιτικών κομμάτων από τον Αρειο Πάγο σε κάθε εκλογική αναμέτρηση. Μάλιστα, ο ΣΥΡΙΖΑ «υπέδειξε» απαγόρευση συμμετοχής στις εκλογές και για κόμμα που έχει έστω και …«μέλος» του καταδικασμένο με βάση τον «τρομονόμο», την πιο αντιδραστική νομοθετική ρύθμιση της ΕΕ! Με άλλα λόγια, σύμφωνα με την «προοδευτική» αυτή πρόταση, το κράτος θα μπορούσε νόμιμα να ελέγξει όλα τα μέλη (!) ενός πολιτικού κόμματος, σε εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ ενάντια στην «τρομοκρατία», που ποινικοποιεί τον ριζοσπαστισμό και αξιοποιείται για την ένταση της καταστολής αλλά και των αντικομμουνιστικών διώξεων σε μία σειρά από χώρες της ΕΕ.
Επιπλέον, στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ «αντιγράφονται» οι ρυθμίσεις του «αντιρατσιστικού» νόμου: Ενός ευρωενωσιακής κοπής νόμου που στην ουσία ποινικοποιεί τη διαφορετική άποψη π.χ. για ιστορικά ζητήματα. Σύμφωνα με την απόφαση – πλαίσιο της ΕΕ και τις κατευθύνσεις που συνδέονται με αυτήν την αντιρατσιστική νομοθεσία, θα μπορούσε να «διωχθεί» ποινικά ακόμα και η υπεράσπιση της ιστορικής αλήθειας ενάντια στην επίσημη συκοφαντία περί «εγκλημάτων του κομμουνισμού». Αλλο ένα ευρωπαϊκό νομοθέτημα αποδεικνύει τις χρήσιμες για το σύστημα προεκτάσεις του, όπως είχε αναδείξει κατά την ψήφισή του μέσα στη Βουλή μόνο το ΚΚΕ1.
Κάλπικοι αντίπαλοι του φασισμού
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο φασισμός και τα παρακλάδια του δεν αντιμετωπίζονται με νόμους και τέτοιες επικίνδυνες διατάξεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις, στηριγμένες στα παλιωμένα και αντιδραστικά εργαλεία της αστικής δημοκρατίας, δεν μπορούν π.χ. να αποκλείσουν την κάθοδο του κάθε Κασιδιάρη ως …«ανεξάρτητου υποψηφίου».
Αμφιβολία επίσης δεν υπάρχει για το πόσο κάλπικος είναι ο «αντιφασισμός» των εμπνευστών αυτών των προτάσεων αλλά και όλων των κομμάτων που υπηρετούν το σύστημα που γεννά τον φασισμό. Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους και προδίδουν ακόμα και τους «προοδευτικούς» υπερασπιστές του συστήματος, που δεν διστάζουν να συναντιούνται με «κομμουνιστοφάγους» ή να χαρακτηρίζουν τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην Ευρώπη τον 20ό αιώνα ευθέως «ολοκληρωτισμό», όπως έκανε σε πολύ πρόσφατες δηλώσεις της στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι προφανές ότι η συζήτηση που άνοιξε η ΝΔ και «άπλωσε» χάρη στη «συμβολή» διαφόρων «προθύμων», στο όνομα της αντιμετώπισης των φασιστικών μορφωμάτων σαν του Κασιδιάρη, υπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες και διεργασίες με το βλέμμα στις κάλπες. Μόνο άσχετη δεν αποδεικνύεται με τα συνολικά «μαγειρέματα» των αστικών κομμάτων για να δέσει η «συνταγή» της επόμενης, αντιλαϊκής κυβέρνησης.
Ομως, υπηρετούνται ταυτόχρονα βαθύτερες στρατηγικές στοχεύσεις, που σε καμία περίπτωση δεν αφορούν μόνο και κυρίως τους ναζί. Εντάσσονται στη διαχρονική προσπάθεια του αστικού κράτους, με διάφορα εργαλεία, από τις ρυθμίσεις για τα οικονομικά των κομμάτων έως αυτές για την «προστασία» των προσωπικών δεδομένων, να παρέμβει στο εσωτερικό των κομμάτων, στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν και δρουν, ο οποίος φυσικά είναι συνυφασμένος με την ιδεολογία τους.
Μπορεί η κυβέρνηση και όλοι όσοι «εισέφεραν» στην εν λόγω …«αντιφασιστική» πρωτοβουλία να διατείνονται ότι «η δημοκρατία δεν διώκει ιδεολογίες», όμως στην πραγματικότητα η ΕΕ, η ίδια αυτή «ευρωπαϊκή δικαιική τάξη» στην οποία ορκίζονται, μέσα από «τρομονόμους» και κατευθύνσεις στηριγμένες στη θεωρία της βίας, των «ολοκληρωτικών καθεστώτων», των «δύο άκρων» κ.λπ., έχει ανοίξει από καιρό αυτόν ακριβώς τον δρόμο: Της ποινικοποίησης της ριζοσπαστικής, ανατρεπτικής σκέψης. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι στη Γερμανία, που χαρακτηρίζεται «μαχόμενη» δημοκρατία (σε αντίθεση με την «ανεκτική ελληνική δημοκρατία» όπως λέγεται), η «μαχητική» αυτή υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας, δηλαδή της δικτατορίας του κεφαλαίου, περνά μέσα από ρυθμίσεις για έλεγχο του κράτους στην εσωτερική συγκρότηση και λειτουργία κάθε κόμματος (όργανα, διαδικασίες κ.λπ.), προκειμένου αυτό να παίρνει την «κρατική έγκριση» ως «δημοκρατικό»2.
Ο απαράδεκτος χαρακτήρας των νέων ρυθμίσεων της ΝΔ αποκαλύπτεται και από την αιτιολογική έκθεση που τις συνοδεύει, στην οποία η κυβέρνηση «διερευνά» ανοιχτά το ζήτημα, αν επιτρέπεται η απαγόρευση πολιτικών κομμάτων στη χώρα. Αναφέρει χαρακτηριστικά πως τέτοια απαγόρευση θεωρείται από τους περισσότερους αυτήν τη στιγμή («κρατούσα θεωρία») ως μη επιτρεπτή, κλείνοντας έμμεσα το μάτι στην αντίθετη άποψη και φροντίζοντας να σημειωθεί ότι, αντίθετα με την Ελλάδα, τέτοιες απαγορεύσεις προβλέπονται «σε άλλες ευρωπαϊκές έννομες τάξεις»…
Ετσι, καθόλου τυχαίο δεν είναι που στην όλη συζήτηση διάφοροι καθηγητές και αναλυτές προχωρούν τελικά σε απαράδεκτες «συγκρίσεις» και «συνειρμούς», γράφοντας, για παράδειγμα, πως οι προτεινόμενες αλλαγές αφήνουν περιθώρια στον Αρειο Πάγο να φράξει τον δρόμο προς τις εκλογές σε κόμματα, που θα κρίνει ως «ανατρεπτικά», όπως «ας πούμε το ΚΚΕ». Ορμή σε αυτήν την κατεύθυνση τους δίνει η ίδια η αντιδραστική πολιτική και πραγματικότητα στην ΕΕ, της απαγόρευσης Κομμουνιστικών Κομμάτων, Νεολαιών, ακόμα και επαναστατικών συμβόλων.
Γι’ αυτό και η λογική που αναπαράγουν ορισμένες δυνάμεις, που θέλουν να λέγονται προοδευτικές, ότι «η Ελλάδα δεν είναι …Εσθονία», αποτελεί τουλάχιστον επικίνδυνο εφησυχασμό απέναντι στη δικτατορία του κεφαλαίου και τους εκπροσώπους της, που όπως αποδεικνύεται δεν χάνουν ποτέ την ταξική τους «πυξίδα», αλλά σταθερά πορεύονται στην κατεύθυνση «προληπτικής αντιμετώπισης» της κομμουνιστικής, επαναστατικής ιδεολογίας και δράσης.
Η ένταση της καταστολής στηρίζει την επίθεση του κεφαλαίου
Στη βάση αυτή, οι προτεινόμενες αλλαγές και η όλη συζήτηση υπηρετούν πολλαπλές στοχεύσεις, που ενιαία στοχεύουν στον λαό, στην ποδηγέτηση της πάλης του ενάντια στο σημερινό, βάρβαρο σύστημα της εκμετάλλευσης.
— Βάζουν ακόμα μια φορά το χέρι τους, όλοι μαζί, να χτίζεται το «αντιτρομοκρατικό οικοδόμημα» που στοχοποιεί την πραγματικά ριζοσπαστική, την κομμουνιστική ιδεολογία και δράση. «Ποτίζουν» τη βαθιά ανιστόρητη και αντιδραστική, επίσημα αντικομμουνιστική ιδεολογία της ΕΕ ξεκινώντας και από φαινομενικά «αθώες», αντιρατσιστικές διατυπώσεις, ο πραγματικός χαρακτήρας των οποίων έχει αποδειχθεί από το αντικομμουνιστικό «ντόμινο» που προώθησαν σε χώρες της ΕΕ.
— Ενισχύουν συνολικά το αστικό κράτος, δυναμώνουν δηλαδή τον εχθρό του λαού, προσθέτοντας νέα «όπλα» στη φαρέτρα του, για να παρεμβαίνει άμεσα και απροκάλυπτα στη λειτουργία και δράση των πολιτικών κομμάτων, με το βλέμμα σταθερά στραμμένο στο εργατικό – λαϊκό κίνημα και στην πολιτική του πρωτοπορία, πόσο μάλλον σήμερα που τα αστικά επιτελεία εκφράζουν τον φόβο τους για τις «κοινωνικές εκρήξεις», αγωνιούν για την εξασφάλιση της (κατά ΝΔ) «σταθερότητας» και (κατά ΣΥΡΙΖΑ) «κοινωνικής συνοχής».
— Με κάθε τρόπο βγάζουν λάδι την αστική δημοκρατία, εμφανίζοντάς την σαν το «χαράκωμα» από το οποίο μπορεί τάχα να πολεμηθεί ο φασισμός, ενώ στην πραγματικότητα αποτελεί τον κόρφο μέσα στον οποίο «ζεσταίνεται» το αυγό του φιδιού. «Ξεπλένεται» έτσι η δικτατορία του κεφαλαίου στη μακιγιαρισμένη της, δημοκρατική εκδοχή. «Ξεπλένεται» δηλαδή η δημοκρατία των λόμπι, όπου το κεφάλαιο υπαγορεύει τους νόμους και το δίκαιο. Η δημοκρατία της καταστολής, των υποκλοπών, της μαζικής παρακολούθησης. Η δημοκρατία της στυγνής τρομοκρατίας στους χώρους δουλειάς, των ορατών και αόρατων δεσμών, που δένουν τους εργαζόμενους σε ένα καθεστώς σκλαβιάς, εκμετάλλευσης και βαρβαρότητας.
Με ΚΚΕ δυνατό εντείνουμε τη μάχη
Ο λαός και η νεολαία έχουν πείρα. Ξέρουν πως ο φασισμός – ναζισμός τσακίζεται μόνο με τη μαζική λαϊκή πάλη, όπως απομονώθηκε και η Χρυσή Αυγή στους χώρους δουλειάς, στα σχολεία και στις σχολές, στις γειτονιές, πολύ πριν από την απόφαση καταδίκης της.
Κάθε γνήσιος αντιφασίστας, προοδευτικός, ριζοσπάστης εργαζόμενος και νέος μπορεί να δει σήμερα ακόμα πιο καθαρά πως αυτόν τον αγώνα, της ανυποχώρητης μάχης απέναντι στους φασίστες μπορεί να τον δώσει από καλύτερες θέσεις αν δυναμώσει το ΚΚΕ. Τη μόνη πολιτική δύναμη που συγκρούεται ευθέως με το σύστημα της σαπίλας που γεννά και το τέρας του ναζισμού – φασισμού, γι’ αυτό και αποτελεί εγγύηση για να δοθεί η αντιφασιστική μάχη με συνέπεια, μέχρι τέλους, μέχρι την οριστική συντριβή του.
Το κάλεσμα του ΚΚΕ δίνει και εδώ τον τόνο, την αλήθεια, τη διέξοδο: «Μόνο ο λαός σώζει τον λαό, στον δρόμο της ανατροπής, με ΚΚΕ δυνατό» και απέναντι στον φασισμό, στην αποκρουστική ιδεολογία του, στη δηλητηριώδη, επικίνδυνη δράση του. ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να καταδικαστούν στην κάλπη και για τις νέες αντιδραστικές τροπολογίες που προτείνουν.
Παραπομπές:
1. «Επικίνδυνο το κατ’ ευφημισμόν “αντιρατσιστικό” νομοσχέδιο», «Ριζοσπάστης», 21 Αυγούστου 2014, https://www.rizospastis.gr/story.do?id=8073359
2. https://www.gesetze-im-internet.de/partg/BJNR007730967.html