ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ
5 Ιουλίου 2022
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Με αφορμή την παρέμβαση των 4 θεσμικών φορέων για τις «τηλεδίκες»
Η πρόσφατη ανακοίνωση των «τεσσάρων θεσμικών φορέων», Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, Ολομέλειας των Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας, Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών και Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, σχετικά με τις λεγόμενες «τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές δίκες» είναι υποκριτική, άλλο ένα ανέξοδο ευχολόγιο για την υπεράσπιση τάχα των «συνταγματικών κατοχυρωμένων δικαιωμάτων».
Για μια ακόμα φορά μιλούν για τις «διαστάσεις που έχει λάβει το φαινόμενο» και υπόσχονται πρωτοβουλίες για να «επιτευχθεί η εξάλειψή» του. Ως αιτία του προβάλλουν την έλλειψη της «προσήκουσας αξιολογικά στάθμισης μεταξύ της έγκυρης πληροφόρησης και των ορίων που θέτουν το τεκμήριο της αθωότητας, τα συνταγματικώς προστατευόμενα δικαιώματα, ο σεβασμός της αρχής της μυστικότητας της ποινικής προδικασίας, η προστασία των προσωπικών δεδομένων και η διαφύλαξη του ιατρικού απόρρητου.»
Για άλλη μια φορά, πίσω από τα βαρύγδουπα λόγια για τα συνταγματικά δικαιώματα κ.λπ., συσκοτίζεται η αληθινή αιτία του φαινομένου, οι δικές τους διαχρονικές ευθύνες γι’ αυτό.
Παρουσιάζουν τις “τηλεδίκες” σαν φυσικό φαινόμενο και δε λένε κουβέντα για τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα που “θησαυρίζουν” από τα διαφημιστικά πακέτα. Ούτε για το πόσο βολεύουν στην προσπάθεια αποπροσανατολισμού των τηλεθεατών από τα μεγάλα και οξυμμένα προβλήματα της καθημερινότητας. Ούτε πόσο χρήσιμες είναι στο να αναπαράγεται η λογική “της κλειδαρότρυπας” και η εξοικείωση με τον πόνο και το αίμα.
Δε λένε κουβέντα για την απαράδεκτη άγρα πελατών μέσα από τις «τηλεδίκες», τις δημόσιες σχέσεις και ακόμα περισσότερο τα γνωστά κυκλώματα, που έχουν διασυνδέσεις και με ιδιοκτήτες ΜΜΕ και μεγαλοδημοσιογράφους, «μοιράζοντας την δικηγορική πίτα» και ευνοώντας γνωστά μεγαλογραφεία και μεγαλοσχήμονες. Φαινόμενα γνωστά, που χρόνια τώρα έχουν κακοφορμίσει και αναδύουν την ίδια δυσωδία, όπως και αυτά που εκδηλώνονται, στο όνομα της «νομικής υπεράσπισης», με τον προκλητικό και χυδαίο τρόπο που δυστυχώς, όχι σπάνια, αυτή επιχειρείται.
Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να έχουμε καμία εμπιστοσύνη στα πειθαρχικά όργανα αυτών των φορέων, όταν για παράδειγμα στον χώρο των δικηγόρων, μένουν στο απυρόβλητο ή πέφτουν στα μαλακά μεγαλογραφεία και δικηγορικές εταιρείες, όταν ισχύει η ευνοϊκή πειθαρχική μεταχείριση των «εισπρακτικών» δικηγορικών εταιρειών και η ανάθεση πειθαρχικών υπερεξουσιών ατομικά στον Πρόεδρο του κάθε Συλλόγου, όταν ετοιμάζεται ένας ακόμα πιο αντιδραστικός Κώδικας Δικηγόρων για τους αυταπασχολούμενους, τους μισθωτούς και τους ασκούμενους δικηγόρους.
Η «ανεπηρέαστη απονομή της δικαιοσύνης», για την οποία κόπτονται οι θεσμικοί φορείς, είναι αυτή που με όλους τους τρόπους στηρίζει τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων, των πολυεθνικών, “τρέχοντας” να εγκρίνει επενδυτικά σχέδια, να βγάλει στο σφυρί την πρώτη κατοικία, να κηρύξει όλες σχεδόν τις απεργίες ως παράνομες ή/και καταχρηστικές, να ποινικοποιήσει την αγωνιστική και συνδικαλιστική δράση, κ.ά.. Γι’ αυτά τα ζητήματα όλοι θυμόμαστε τις παρεμβάσεις γνωστών μεγαλοδικηγόρων σε τηλεοπτικά κανάλια, που κάτω από το μανδύα του επιστημονικού κύρους συνηγορούσαν υπέρ της κήρυξης απεργιών ως παράνομων, υπέρ της επιστράτευσης απεργών, υπέρ της καταστολής αγώνων στο όνομα της «νομιμότητας» και της «τάξης», υπέρ των ωφελημάτων από το νόμο Χατζηδάκη κ.ά.
Οι ριζοσπάστες δικηγόροι, που έχουμε μια διαφορετική αντίληψη για το ρόλο του συνηγόρου υπεράσπισης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και λαϊκών ελευθεριών, θα συνεχίσουμε να παλεύουμε προσφέροντας τις επιστημονικές νομικές μας γνώσεις στην υπηρεσία του εργατικού και λαϊκού κινήματος, των διωκόμενων αγωνιστών, όλων των εργαζομένων και λαϊκών στρωμάτων ευρύτερα που πλήττονται από την πολιτική του κεφαλαίου.
Στο πλαίσιο αυτό δεν θα διστάσουμε ούτε στιγμή, εφόσον μας δοθεί η δυνατότητα, να εμφανιστούμε ακόμα και σε τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές, ενημερώνοντας για τα δικαιώματα των εργαζομένων και υπερασπιζόμενοι τα δίκια του λαού.
Για εμάς αυτά είναι τα κριτήρια της όποιας «αξιολογικής στάθμισης» και μάλιστα σε μια εποχή που η κατ’ άλλα συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία της γνώμης ισοπεδώνεται κάτω από τις δημοκρατικές ιαχές για την «πρόληψη της ριζοσπαστικοποίησης», επιτρέποντας σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης που ανήκουν σε μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους να κλείνουν σελίδες, κανάλια κ.λπ. Γι’ αυτά τα συνταγματικά δικαιώματα στο στερέωμα της επικοινωνίας και της ενημέρωσης, δυσκολευόμαστε να θυμηθούμε πώς εκφράστηκε η ευαισθησία των θεσμικών φορέων…