Η Αγωνιστική Συσπείρωση Δικηγόρων τονίζει την ανάγκη, οι μισθωτοί και αυτοαπασχολούμενοι δικηγόροι που πληττόμαστε από την εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής να διεκδικήσουμε μαζί με όλους τους εργαζόμενους και το λαό άμεσα μέτρα ανακούφισης, σε σύγκρουση με τις αυταπάτες που σπέρνει και η Ολομέλεια των Προέδρων των δικηγορικών συλλόγων σχετικά με τις “ρήτρες αναπροσαρμογής”, χωρίς να συγκρούεται στο ελάχιστο με την αντιλαϊκή πολιτική.
Θυμίζουμε ότι για τα αναγκαία, άμεσα μέτρα ανακούφισης του λαού από τις τεράστιες αυξήσεις στο ρεύμα το ΚΚΕ κατέθεσε τροπολογία στη Βουλή.
Αγωνιστική Συσπείρωση Δικηγόρων
Για τις τοποθετήσεις και τις πρωτοβουλίες της Ολομέλειας των Προέδρων των δικηγορικών συλλόγων και του ΔΣΠ σχετικά με τις “ρήτρες αναπροσαρμογής” στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος
Η Ολομέλεια των Προέδρων των δικηγορικών συλλόγων και ο ΔΣΠ επιχειρούν με πρόσφατες τοποθετήσεις και πρωτοβουλίες τους, μια “κοινωνικο-πολιτική” παρέμβαση και έναν δικαστικό αγώνα για τη συμβατότητα των «ρητρών αναπροσαρμογής» στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος με το δίκαιο προστασίας του καταναλωτή και την ενωσιακή έννομη τάξη.
Αυτές όμως, δεν αναδεικνύουν τις βαθύτερες αιτίες του προβλήματος που εκτοξεύει τους λογαριασμούς ρεύματος των εργαζόμενων και των λαϊκών νοικοκυριών στα ύψη, εξανεμίζοντας το ήδη επιβαρυμένο από τη γενικότερη ακρίβεια εισόδημά τους, που δεν είναι άλλες από την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, την “πράσινη μετάβαση” για τη στήριξη της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, καθώς και την εμπλοκή της χώρας μας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Αντίστοιχα, δεν διεκδικούν ανοιχτά και χωρίς περιστροφές, αναγκαία μέτρα ανακούφισης, όπως την άμεση κατάργηση όλων των απαράδεκτων συμβάσεων που καθορίζουν τις “ρήτρες αναπροσαρμογής”, ούτε στηρίζουν βέβαια άλλα δίκαια και στοιχειώδη αιτήματα ανακούφισης που προβάλλει το εργατικό και λαϊκό κίνημα, όπως είναι η κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του ΦΠΑ σε καύσιμα και ηλεκτρική ενέργεια, η μείωση και επιβολή πλαφόν στην τιμή της κιλοβατώρας και του ηλεκτρικού ρεύματος, η κατάργηση του χαρατσιού επιδότησης των ΑΠΕ κ.ά.
Με τις τοποθετήσεις και τις πρωτοβουλίες τους, εξαρτούν ουσιαστικά την αποδοχή ή μη των “ρητρών αναπροσαρμογής” από τη συμβατότητά τους με το ισχύον νομικό πλαίσιο προστασίας του καταναλωτή, εγχώριο και ευρωενωσιακό, το οποίο φυσικά είναι κομμένο και ραμμένο στα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων. Προτρέπουν και πρωτοστατούν πάλι σε αγωγές και προσφυγές στα δικαστήρια, κατά την προσφιλή τακτική τους σε αντίστοιχες περιπτώσεις κλαδικών ή γενικότερων λαϊκών προβλημάτων. Σπέρνουν έτσι αντικειμενικά αυταπάτες για την τύχη τους, αφού, όπως έχει δείξει και η εμπειρία, τα δικαστήρια, ιδίως τα ανώτατα, που τελικά κρίνουν τέτοιες κομβικές υποθέσεις, που απασχολούν το λαό και τη νεολαία, δεν αποφασίζουν προς όφελός τους, με δεδομένα το συνολικό αντιλαϊκό νομοθετικό πλαίσιο και την κυρίαρχη πολιτική. Πρόσφατη είναι η απόφαση του ΣτΕ που δικαιώνει ως συνταγματικό το βαθιά αντιδραστικό νομοθέτημα για τη σύσταση της πανεπιστημιακής αστυνομίας! Σε κάθε περίπτωση, ο όποιος δικαστικός αγώνας είναι καταδικασμένος σε αποτυχία, αν δε συνδυάζεται με την πάλη του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Και φυσικά, είναι απαράδεκτο να αποτελεί πηγή πλουτισμού συγκεκριμένων δικηγορικών γραφείων, μέσω των συλλογικών αγωγών κλπ.
Στην πραγματικότητα, οι τεράστιες αυξήσεις στην ενέργεια δεν αποτελούν «κεραυνό εν αιθρία». Οι αιτίες της εστιάζονται στην ευρωενωσιακή πολιτική της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, την οποία με συνέπεια εφάρμοσαν όλες οι κυβερνήσεις εδώ και τρεις δεκαετίες, αλλά και στην «πράσινη μετάβαση».
Στο όνομα αυτής της πολιτικής στηρίχτηκαν και συνεχίζουν να ενισχύονται με δεκάδες δισ. ευρώ οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ΑΠΕ. Επιβλήθηκε το τέλος ρύπων για να καταστεί ακριβός ο εγχώριος λιγνίτης, να προχωρήσει η πολιτική της απολιγνιτοποίησης. Καθορίστηκε ως στρατηγικό καύσιμο μετάβασης το εισαγόμενο φυσικό αέριο. Δημιουργήθηκε το «Χρηματιστήριο Ενέργειας», το οποίο αποτελεί βασικό παράγοντα αύξησης της χονδρεμπορικής τιμής για τη στήριξη της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Ενέργειας.
Αυτή η πολιτική οδήγησε σε απαξίωση των εγχώριων ενεργειακών πηγών, στην αύξηση της τιμής της ενέργειας, στην ενεργειακή φτώχεια. Σημαντικός παράγοντας επιτάχυνσης της αύξησης των τιμών αποτελούν οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί για τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών και διαδρομών, οι οποίοι οδήγησαν στη ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία.
Στο φόντο των παραπάνω εξελίξεων, οι πρόσφατες αποφάσεις της ΕΕ διαμορφώνουν ένα πλαίσιο διατήρησης των υψηλών τιμών στην ενέργεια και επιδείνωσης των συνθηκών ενεργειακής φτώχειας. Γιατί τόσο η επέκταση των ΑΠΕ, που παράγουν ακριβό ρεύμα, όσο και η «απεξάρτηση» από το ρωσικό φυσικό αέριο και η αντικατάστασή του από το ακριβό LNG, κύρια από τις ΗΠΑ, επιβεβαιώνουν ότι για τα επόμενα χρόνια οι τιμές θα διατηρηθούν σε υψηλό επίπεδο.
Οι επιλογές τόσο της κυβέρνησης όσο και των άλλων κομμάτων, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ, για την ανακούφιση από την ακρίβεια αποτελούν εμπαιγμό, κάνουν μιαν αναδιανομή από τους λιγότερο φτωχούς, που επιβαρύνονται με τους υψηλούς λογαριασμούς και τέλη, προς τους εξαθλιωμένους, αποτελούν ένα ελάχιστο μέρος των απωλειών και βεβαίως συγκαλύπτουν τις αιτίες της ακρίβειας και της ενεργειακής φτώχειας.
Όσο μένουν στο απυρόβλητο αυτές οι αιτίες, ο λαός θα συνεχίζει να πληρώνει, είτε ως “καταναλωτής” είτε ως “φορολογούμενος”, αφού οι όποιες απώλειες των παρόχων ενέργειας θα αναπληρώνονται από κρατικές επιδοτήσεις.
Πραγματική βελτίωση υπέρ του λαού χωρίς σύγκρουση με την πολιτική της “απελευθέρωσης” και της “πράσινης μετάβασης” της ΕΕ, δηλαδή με τις αιτίες που έχουν οδηγήσει στη σημερινή κατάσταση, δεν μπορεί να υπάρξει.
Στην κατεύθυνση αυτή, οι δικηγόροι που πληττόμαστε και εμείς από την εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής πρέπει να διεκδικήσουμε μαζί με όλους τους εργαζόμενους και το λαό:
-Άμεση και πλήρη επαναλειτουργία λιγνιτικών μονάδων, χωρίς τις δεσμεύσεις του χρηματιστηρίου ρύπων, που αυξάνουν τεχνητά την τιμή του λιγνίτη.
-Απόσυρση της χώρας από τις κυρώσεις της ΕΕ προς τη Ρωσία που τελικά τις πληρώνει ο λαός, ενώ τμήματα του κεφαλαίου, όπως οι εφοπλιστές, θησαυρίζουν από τη μεταφορά του πανάκριβου αμερικάνικου LNG.
Παράλληλα, άμεσα μέτρα ανακούφισης, όπως:
1. Κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος, όπως αυτή προβλέπεται στον Κώδικα Προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας σε πελάτες.
2. Κατάργηση του Χρηματιστήριου Ενέργειας..
3. Κατάργηση του ειδικού τέλους για την Μείωση Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) επί της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
4. Κατάργηση του ΦΠΑ και των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης στις υπηρεσίες παροχής ηλεκτρικού ρεύματος.