Τοποθέτηση του Αντώνη Αντανασιώτη, εκπροσώπου της Αγωνιστικής Συσπείρωσης Δικηγόρων, στο ΔΣ του ΔΣΑ της 25-01-2022
………………………
Οι λέξεις οργή και αγανάκτηση είναι νομίζουμε ανεπαρκείς να περιγράψουν αυτό που νιώθει ο λαός απέναντι στην επαναλαμβανόμενη τραγική και απαράδεκτη κατάσταση που βιώνει.
Η κυβέρνηση και το περίφημο «επιτελικό κράτος» άφησαν στο έλεος μιας αναμενόμενης χιονόπτωσης τους κατοίκους ολόκληρων περιοχών, ιδιαίτερα της Αττικής, όπως τους αφήνει απροστάτευτους, σε κάθε καιρικό και φυσικό φαινόμενο, είτε αυτό είναι καύσωνας που οδηγεί σε ανεξέλεγκτες πυρκαγιές είτε νεροποντή που δημιουργεί σοβαρές πλημμύρες είτε σεισμός που προκαλεί τεράστιες καταστροφές, λόγω της έλλειψης υποδομών, μέτρων προστασίας και σχεδιασμού.
Άφησαν χιλιάδες εγκλωβισμένους οδηγούς επί ώρες στην Αττική Οδό και σε άλλους οδικούς άξονες και στη συνέχεια τους εμπαίζει προκλητικά με τις «αποζημιώσεις» που ανακοινώνει ο πρωθυπουργός για λογαριασμό της εταιρείας, νοικοκυριά που παραμένουν ακόμη και τώρα χωρίς ρεύμα και θέρμανση, ανάμεσά τους φυσικά και αυτά αρκετών συναδέλφων.
Δεν πρόκειται, κατά τη γνώμη μας, απλώς για κυβερνητική ολιγωρία και αδιαφορία. Είναι έκφραση της ίδιας εγκληματικής πολιτικής που θυσιάζει τις λαϊκές ανάγκες γιατί τις θεωρεί ”ανεπίτρεπτο κόστος”.
Μπροστά στις λαϊκές ανάγκες, κατέρρευσε με πάταγο για άλλη μια φορά το αστικό κράτος. Ένα κράτος που είναι κατά τα άλλα πολύ γρήγορο και ικανό, όταν πρόκειται να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων ή να καταστείλει τους εργατικούς και λαϊκούς αγώνες, όμως γυμνό από μέσα, υποδομές και προσωπικό, ανίκανο και χωρίς σχέδιο, όταν πρέπει να προστατέψει το λαό. Η μόνη τελικά ”προστασία” του κράτους περιορίζεται στο κυβερνητικό δόγμα της ”ατομικής ευθύνης”, που τη μια λέει ”φύγετε για να σωθείτε” και την άλλη ”μείνετε στα σπίτια για να σωθείτε”.
Η πολύωρη ταλαιπωρία χιλιάδων οδηγών στη χρυσοπληρωμένη «Αττική Οδό» ξεμπρόστιασε επίσης όλους εκείνους που έχουν κάνει σημαία τους την επιχειρηματική δράση παντού –και στο χώρο της Δικαιοσύνης- η οποία όμως ούτε θέλει ούτε μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος των λαϊκών αναγκών.
Η πολιτική αυτή δε θα μπορούσε να είναι διαφορετική, όσον αφορά τη λειτουργία των δικαστηρίων. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και η κυβέρνηση έχουν σοβαρές ευθύνες, γιατί άφησαν και πάλι να δημιουργηθεί, όπως και στην προηγούμενη κακοκαιρία της «Μήδειας», μια μεγάλη ταλαιπωρία και ένα τεράστιο «αλαλούμ» με τη λειτουργία των δικαστηρίων και κυρίως όσον φορά τη ρύθμιση των ουσιαστικών και δικονομικών προθεσμιών κατά τις ημέρες της κακοκαιρίας, προκαλώντας σοβαρά προβλήματα και ιδίως ανασφάλεια σε διαδίκους και δικηγόρους. Αντί να προβούν σε μια σαφή νομοθετική ρύθμιση, που θα επιλύει τα ζητήματα που προέκυψαν, πέταξαν και πάλι το «μπαλάκι», κατά το κοινώς λεγόμενο, στις διοικήσεις των δικαστηρίων αλλά και στους ίδιους τους δικηγόρους να προσπαθούν να «αυτοσχεδιάσουν» επισφαλείς λύσεις.
Παράλληλα, πολλά κτίρια και ακροατήρια του Πρωτοδικείου της Αθήνας, όπως αυτά του 11, του 6 και του ΠΡΟΚΑΤ, όπως καταγγέλλουν πολλοί συνάδελφοι και δικαστικοί υπάλληλοι, έχουν μετατραπεί σε «ψυγεία», Κι αυτό γιατί η ιδιωτική εταιρεία στην οποία ανατέθηκε να αποκαταστήσει μια σειρά βλάβες στα συστήματα κλιματισμού ήδη από τους καλοκαιρινούς μήνες, αδιαφόρησε. Επίσης, σε άλλα κτίρια δεν έχει γίνει καθαρισμός στις υδρορροές με αποτέλεσμα να πλημμυρίζουν με νερά. Παρόμοια σοβαρά προβλήματα υπάρχουν στο Εφετείο της Αθήνας και σε άλλα δικαστήρια.
Ο σύλλογός μας πρέπει να καταλογίσει αυτές τις σοβαρές ευθύνες στην κυβέρνηση και το Υπουργείο Δικαιοσύνης, όπου αποκλειστικά ανήκουν.
Να απαιτήσει την άμεση και σαφή νομοθετική ρύθμιση των ζητημάτων λειτουργίας των δικαστηρίων κατά τις ημέρες της κακοκαιρίας και ιδίως αυτά των ουσιαστικών και δικονομικών προθεσμιών, ώστε να μη χαθεί κανένα δικαίωμα και να παύσει η ανασφάλεια και ταλαιπωρία διαδίκων και δικηγόρων. Να απαιτήσει επίσης την ασφαλή λειτουργία των δικαστηρίων, σε αξιοπρεπείς συνθήκες, με την άμεση αποκατάσταση των κάθε είδους βλαβών στα δικαστικά κτίρια και τις αίθουσες και τη γενικότερη βελτίωση των υλικοτεχνικών υποδομών τους με την απαραίτητη χρηματοδότηση και την άμεση πρόσληψη του αναγκαίου μόνιμου προσωπικού, χωρίς αναθέσεις σε εργολάβους και εταιρείες.