Εκτενή αποσπάσματα του άρθρου του Γιώργου ΜΑΡΙΝΟΥ, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, που δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου», 15-16 Οχτώβρη 2022.
Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία ανάμεσα στις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ και στην καπιταλιστική Ρωσία κλιμακώνεται. Καθημερινά προστίθενται νέα στοιχεία που επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις του ΚΚΕ για τον κίνδυνο γενίκευσης του πολέμου που προβάλλει απειλητικά μέσα από το πολύπλοκο κουβάρι των ανταγωνισμών, και τροφοδοτείται από την αναμέτρηση του ευρωατλαντικού με το υπό διαμόρφωση ευρασιατικό μπλοκ με επικεφαλής την Κίνα και τη Ρωσία.
Σ’ αυτό το πολεμικό σκηνικό εκδηλώνεται η όξυνση της αντιπαράθεσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, με απρόβλεπτες συνέπειες.
Στην εργατική τάξη, στα λαϊκά στρώματα, στη νεολαία εκφράζεται ανησυχία, προβληματισμός για το πού πάει η κατάσταση, αναπτύσσονται αγώνες ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την εμπλοκή της Ελλάδας, το ΚΚΕ και το αντιπολεμικό, αντιιμπεριαλιστικό κίνημα παίρνουν πολύμορφες πρωτοβουλίες με κατεύθυνση την ενίσχυση της λαϊκής δράσης.
Την ίδια στιγμή εντείνεται η αστική προπαγάνδα που χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να χειραγωγήσει τη λαϊκή αναζήτηση, να εγκλωβίσει λαϊκές δυνάμεις στο «μαντρί» της λεγόμενης «εθνικής ενότητας», να ενισχυθούν εθνικιστικά αντανακλαστικά, για να μείνει στο απυρόβλητο η ταξική ουσία της πολιτικής που διαχειρίζεται την εξουσία και τα συμφέροντα των μονοπωλίων, να καλυφθούν οι ευθύνες των ιμπεριαλιστικών ενώσεων.
Οι κομμουνιστές έχουν ισχυρά εφόδια, την πολιτική του ΚΚΕ, τις επεξεργασμένες θέσεις του και μπορούν να πρωτοστατήσουν στη διαφώτιση, στην οργάνωση και την κινητοποίηση του λαού, να δώσουν τα εργαλεία της ερμηνείας των γεγονότων, να εμφυσήσουν την αναγκαιότητα της οργάνωσης και της μαζικής πάλης, να συζητηθεί πλατιά το Κάλεσμα του ΚΚΕ, για να γίνει πρωταγωνιστής ο λαός, να βάλει τη δική του σφραγίδα στις εξελίξεις.
Με ενιαίο, πανελλαδικό αγώνα ενάντια στην αβάσταχτη ακρίβεια και την ενεργειακή φτώχεια, για την ουσιαστική αύξηση των μισθών και των συντάξεων, για να μη συρθούν ο λαός και τα παιδιά του στο πολεμικό σφαγείο για τα συμφέροντα των εκμεταλλευτών που βρίσκονται πίσω από τα βάσανα που βιώνουν οι λαϊκές οικογένειες.
Αιτίες της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, οι κρίσεις του 1976 και του 1987, η κρίση των Ιμίων τον Γενάρη του 1996, μέσα στις οποίες τα δύο ΝΑΤΟικά κράτη βρέθηκαν στα πρόθυρα του πολέμου, τα γεγονότα του 2020 στον Εβρο και η επικίνδυνη κατάσταση που διαμορφώθηκε με τις έρευνες του πλοίου «Oruc Reis» στην Ανατολική Μεσόγειο στην περιοχή του Καστελόριζου, δίνουν πολύτιμα στοιχεία. (…)
Αν πιστέψει κανείς τα «χαστούκια» που έχει δεχθεί η Τουρκία από τις παρεμβάσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ, τις «νίκες» της ελληνικής πλευράς επί όλων των κυβερνήσεων, τις δηλώσεις των πρωθυπουργών, τις κινήσεις της διπλωματίας, τότε …η ηγεσία της γειτονικής χώρας …θα ήταν «ζαλισμένη» …δεν θα ήξερε προς τα πού να κάνει!
Κάπως έτσι παρουσιάζεται η κατάσταση. Στημένες «νίκες», όπως η προχτεσινή του κ. Μητσοτάκη στην Πράγα κατά του κ. Ερντογάν, στη Σύνοδο του νέου «φρούτου» της ΕΕ, της αποκαλούμενης «Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας», στην οποία κλήθηκε η τουρκική ηγεσία, που πανηγυρίζει κι αυτή για τις δικές της «νίκες», αναπαράγοντας, συνολικά, το «γαϊτανάκι» του αποπροσανατολισμού των λαών.
Μέσα στην πολύχρονη διαδρομή των ελληνοτουρκικών σχέσεων σημειώνονται εντάσεις και κρίσεις ανεξάρτητα από την εσωτερική κατάσταση, σε εκλογικές και μη εκλογικές συνθήκες, με ύφεση ή οικονομική ανάκαμψη, με συντηρητικά ή σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στη διακυβέρνηση και των δύο κρατών. Περίοδοι οικοδόμησης «Μέτρων Εμπιστοσύνης» δίνουν τη θέση τους και πάλι στην ένταση.
Κινήσεις για «εσωτερική κατανάλωση» γίνονται από κάθε πλευρά, αλλά το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Αφορά τον ανταγωνισμό των αστικών τάξεων της Ελλάδας και της Τουρκίας για τη γεωστρατηγική τους αναβάθμιση, μέσα στο ιμπεριαλιστικό σύστημα που σημαδεύεται από ανταγωνισμούς για τον έλεγχο των αγορών, την Ενέργεια και γενικότερα τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, με άμεση εμπλοκή στους ΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς και σήμερα στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία. Οι επιδιώξεις των ελληνικών και τουρκικών μονοπωλίων να μετατραπούν οι δύο χώρες σε ενεργειακό κόμβο προσθέτουν νέα στοιχεία.
Στο πλαίσιο αυτό η τουρκική αστική τάξη κλιμακώνει την επιθετικότητα, αξιοποιώντας την οικονομική και στρατιωτική της δύναμη και τον ρόλο που εκπληρώνει στο ΝΑΤΟ, τα πλεονεκτήματα της γεωγραφικής της θέσης, τη θέση που κατέχει στον χάρτη των ενεργειακών αγωγών, για να προωθήσει τα συμφέροντά της σε Ανατολική Μεσόγειο, Μέση Ανατολή, Αφρική, Καύκασο, Κεντρική Ασία, βαδίζοντας προς το 2023 που συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Αυτό το στρατηγικό σχέδιο υλοποιούν το τουρκικό κράτος και η κυβέρνηση Ερντογάν, εφαρμόζοντας «πολυδιάστατη» εξωτερική πολιτική σε βάρος του τουρκικού λαού, συνδυάζοντας τη ΝΑΤΟική ιδιότητα, το προενταξιακό καθεστώς στην ΕΕ, με τις ισχυρές σχέσεις που διατηρεί με τη Ρωσία που αναβαθμίζονται στο ενεργειακό πεδίο, τη συμμετοχή στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης, σε ισλαμικά σχήματα ή σχήματα τουρκόφωνων περιοχών, που εκτός των άλλων διαψεύδουν τους ισχυρισμούς περί απομόνωσης της Τουρκίας.
Αναλύσεις που επιχειρούν να ερμηνεύσουν τις τουρκικές απειλές και διεκδικήσεις μόνο με την επιδίωξη της εκλογικής νίκης του Ερντογάν στις επερχόμενες εκλογές δεν μπορούν να δώσουν απάντηση στην οικονομική, πολιτική και στρατιωτική παρουσία στη Λιβύη, γενικότερα στη διείσδυση στη Βόρεια, Ανατολική και Δυτική Αφρική. Στην επέμβαση και τη διατήρηση κατοχικών δυνάμεων στη Συρία, με την κάλυψη των ΗΠΑ και της Ρωσίας, στο όνομα της αντιμετώπισης της κουρδικής απειλής, μέσα από τις επιχειρήσεις «Ασπίδα του Ευφράτη», το 2016, στο Χαλέπι, «Κλάδο Ελιάς» το 2018 στο Αφρίν, «Πηγή Ειρήνης» το 2019 Ανατολικά του Ευφράτη, «Ασπίδα της Ανοιξης» το 2020, στο Ιντλίμπ.
Η πρακτική της δημιουργίας τετελεσμένων
Βασικό στοιχείο της τουρκικής πρακτικής είναι η δημιουργία τετελεσμένων και η προβολή νέων αξιώσεων που υπηρετούν συγκεκριμένους στόχους.
(…)
Η πρακτική του τουρκικού κράτους εναλλάσσεται ανάλογα με τις συνθήκες και τις κινήσεις των ελληνικών κυβερνήσεων, την εμπλοκή τους στα ευρωατλαντικά σχέδια, δίνεται προτεραιότητα στη μια ή την άλλη αξίωση.
Η επιμονή π.χ. στο θέμα της αποστρατικοποίησης παίρνει υπόψη θέσεις κύκλων των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ που προσβλέπουν σε μερική αποστρατικοποίηση, η οποία αντικειμενικά υπηρετείται με την απομάκρυνση στρατιωτικού οπλισμού από τα νησιά με κατεύθυνση τον πόλεμο στην Ουκρανία, με συνέπεια την αποδυνάμωση της άμυνάς τους.
Το τουρκικό κράτος δεν μένει μόνο στις δηλώσεις, αλλά επιχειρεί να διεθνοποιήσει τις διεκδικήσεις, να τους προσδώσει υπόσταση, παρεμβαίνοντας π.χ στον ΟΗΕ, όπως δείχνουν οι πολυάριθμες επιστολές του μόνιμου πρέσβη της Τουρκίας, Φ. Σινιρλίογλου.
Μέσα σ’ αυτό το «τοπίο», που βρωμάει μπαρούτι και αποτελεί τη βάση ακόμα και για «θερμό επεισόδιο», καλλιεργείται ο εφησυχασμός, προβάλλονται με αμετροέπεια κινήσεις της ελληνικής διπλωματίας που χρησιμοποιούνται για τη διαμόρφωση του εδάφους για συμβιβασμούς. (…)
Στην ίδια κατεύθυνση, η ελληνική κυβέρνηση, με τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ, προβάλλει τη θέση για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αρνούμενη να μπει στην ουσία για το περιεχόμενο του ενδεχόμενου «συνυποσχετικού» με την τουρκική κυβέρνηση. Καλλιεργώντας προσδοκίες για τον ρόλο της «Χάγης», η οποία είναι μέρος ενός συστήματος που εκπληρώνουν ιδιαίτερο ρόλο οι συσχετισμοί δυνάμεων και οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις. Πρόκειται για επιλογή που παίζει στα «ζάρια» κυριαρχικά δικαιώματα. Πολύ περισσότερο που η τουρκική πλευρά θέτει το ζήτημα της προσφυγής στη «Χάγη» με όρους που αναφέρονται στην αποστρατικοποίηση των νησιών και την ακύρωση του δικαιώματός τους για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.
Το τελευταίο διάστημα, μετά το τουρκολιβυκό «μνημόνιο συνεννόησης», εμφανίστηκε και πάλι ως σωτήρια επιλογή η επέκταση των χωρικών υδάτων από τα 6 στα 12 μίλια, νότια και δυτικά της Κρήτης, για να διασκεδαστούν λαϊκές ανησυχίες. Η Ελλάδα, όπως και κάθε κράτος, έχει δικαίωμα στην επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, που απορρέει από την εφαρμογή της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, αλλά αυτού του είδους οι επιλογές, που διαφημίζονται ως «πανάκεια», δεν μπορούν να εξαλείψουν τις αιτίες των ανταγωνισμών και των προβλημάτων στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αντίθετα, μπορούν να πυροδοτήσουν εντάσεις και σε κάθε περίπτωση υπηρετούν τα σχέδια ενεργειακών και άλλων μονοπωλίων και όχι τα λαϊκά συμφέροντα.
Τα παραμύθια για τον ρόλο των ισχυρών «συμμάχων»
Η βασική θέση που υποστηρίζουν η κυβέρνηση της ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, για την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι βασισμένη στα παραμύθια περί στήριξης των «συμμάχων».
Ομως, ο στόχος των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ είναι να τραβήξουν την Τουρκία στο «δυτικό μπλοκ», μακριά από τη ρωσική επιρροή, να αναβαθμιστεί η ΝΑΤΟική συνοχή και να αναπτυχθούν παραπέρα οι οικονομικές, πολιτικές, στρατιωτικές σχέσεις με τη γειτονική χώρα, την οποία αντιμετωπίζουν ως στρατηγικό εταίρο.
Με βάση αυτήν την επιδίωξη έχει οργανωθεί ένα πολύ επικίνδυνο «παζάρι», μέσα από το οποίο προωθείται η λύση ενός οδυνηρού συμβιβασμού για τη συνεκμετάλλευση περιοχών του Αιγαίου και της Ανατ. Μεσογείου, από την οποία θα κερδίσουν τα μονοπώλια και στην πράξη θα ανοίξει ένας νέος κύκλος αντιπαραθέσεων, νέων διεκδικήσεων, πρόσθετων κινδύνων, παίρνοντας υπόψη ότι κάθε ιμπεριαλιστική συμφωνία για «μοίρασμα» θαλάσσιων ή άλλων περιοχών, όχι μόνο δεν είναι δίκαιη, αλλά προετοιμάζει το έδαφος για το «ξαναμοίρασμα» και νέες μεγαλύτερες περιπέτειες.
(…)
Μετά από προκλητικές απειλές του Προέδρου Ερντογάν ή επιτελών του τουρκικού κράτους, οι Ευρωατλαντικοί καταφεύγουν σε δηλώσεις συμπάθειας και πάντα δείχνουν τον δρόμο του συμβιβασμού για να «τα βρουν οι δυο χώρες».
Είναι χαρακτηριστική η πρόσφατη τοποθέτηση του εκπροσώπου του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, Νεντ Πράις, ο οποίος σε ερώτηση δημοσιογράφου «αν τα νησιά ανήκουν στην Ελλάδα ή την Τουρκία», αρνήθηκε να απαντήσει επί της ουσίας και κατέφυγε στο γνωστό τροπάριο τού «ενθαρρύνουμε τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ να λύσουν όποιες διαφωνίες μπορεί να έχουν, διπλωματικά …και να μείνουμε επικεντρωμένοι σε αυτό που αποτελεί συλλογική απειλή για όλους μας, και αυτή είναι η επίθεση της Ρωσίας».
Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα, Τζ. Τσούνις, στον δρόμο που χάραξε ο Πάιατ, επιχειρεί να δώσει μαθήματα (!) και δηλώνει ως «προξενητής»: «Οι ΗΠΑ έχουν υπέροχες σχέσεις με την Ελλάδα και την Τουρκία… και τις παροτρύνουμε να καθίσουν να βρουν λύση για τις διαφορές τους, είναι προς το συμφέρον όλων».
Στην ετήσια έκθεση του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών αναφέρεται ότι ο όγκος συναλλαγών ΗΠΑ – Τουρκίας διπλασιάστηκε την περίοδο 2009 – 2019. Οι ΗΠΑ ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων στην Τουρκία τα χρόνια 2014 – 2018.
Το τελευταίο διάστημα η προσοχή της αστικής προπαγάνδας συγκεντρώνεται στην προβολή των τροπολογιών του προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών της αμερικανικής Γερουσίας, Ρ. Μενέντεζ, για την πώληση (ή αναβάθμιση) αμερικανικών μαχητικών F-16 στην Τουρκία, με τους όρους, να είναι προς το εθνικό συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών και να πιστοποιήσει ο Μπάιντεν ότι τα F-16 δεν θα χρησιμοποιηθούν για τις επαναλαμβανόμενες «μη εξουσιοδοτημένες» (!) υπερπτήσεις εναντίον της Ελλάδας.
Η τροπολογία αυτή είναι διάτρητη. Κατηγοριοποιεί τις υπερπτήσεις και εξαιρεί τις παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου ο οποίος αμφισβητείται από τις ΗΠΑ. Τα F-16, λένε οι χειροκροτητές, θα ελέγχονται από τα ΝΑΤΟικά ραντάρ και αν διαπιστωθεί χρησιμοποίηση σε υπερπτήσεις πάνω από ελληνικό έδαφος, οι Αμερικανοί …δεν θα ξαναπουλήσουν F-16 στο τουρκικό κράτος!
Το βασικό ζήτημα που επιχειρείται να αποσιωπηθεί από την κυβερνητική προπαγάνδα είναι ότι η πώληση F-16 στην Τουρκία έχει αποφασιστεί από τον Πρόεδρο Μπάιντεν και την κυβέρνησή του. Με δυο λόγια, οι υπέρμαχοι του Μενέντεζ «καταπίνουν την κάμηλο και διυλίζουν τον κώνωπα», θάβουν την αλήθεια και εκτίθενται, πολύ περισσότερο που η τροπολογία Μενέντεζ δεν συμπεριλήφθηκε καν στο νομοσχέδιο για τον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ (NDAA) για το 2023.
Τα παραμύθια αφορούν και τον ρόλο της ΕΕ. Κάθε «έκθεση προόδου» της Κομισιόν για τις σχέσεις με την Τουρκία αναμασά τα αυτονόητα για τις διαδοχικές προκλήσεις και καταλήγει στο συμπέρασμα της προώθησης των στρατηγικών σχέσεων με την τουρκική αστική τάξη. Για πολλά χρόνια ισχύει η «Τελωνειακή Ενωση» ΕΕ – Τουρκίας. Τα κράτη – μέλη είναι βασικός προορισμός τουρκικών εμπορευμάτων, στα οποία κατευθύνεται περίπου το 42,4% των τουρκικών εξαγωγών, ύψους 69,8 δισ. ευρώ με στοιχεία του 2019 και η Τουρκία αποτελεί σημαντικό προορισμό εξαγωγών της ΕΕ, ύψους 68,2 δισ. ευρώ. Μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες συνδέονται με συμβόλαια δισ. ευρώ με την τουρκική χρηματοπιστωτική αγορά.
- Στοιχεία του ΟΗΕ αναφέρουν ότι το 2019 η Γερμανία ήταν η πρώτη στη λίστα με τις χώρες προορισμού τουρκικών προϊόντων και ακολουθούσε η Βρετανία. Η Γερμανία εξάγει προϊόντα ύψους 19,2 δισ. ευρώ προς την τουρκική αγορά και προωθεί σημαντικά πακέτα άμεσων ξένων επενδύσεων. Στο γερμανικό έδαφος λειτουργούν 80.000 γερμανο-τουρκικές επιχειρήσεις με τζίρο πάνω από 50 δισ. ευρώ, ενώ 7.500 γερμανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Τουρκία. Μόνο το 2019 η Γερμανία εξήγαγε στην Τουρκία οπλικά συστήματα αξίας 345 εκατ. ευρώ και υλοποιεί σχέδιο συμπαραγωγής 6 σύγχρονων υποβρυχίων.
- Η Τουρκία ήταν ένας από τους πέντε μεγαλύτερους αποδέκτες ισπανικών όπλων και είναι σε εξέλιξη συμβόλαια ναυπήγησης πολεμικών σκαφών. Είναι χαρακτηριστικοί οι έπαινοι του Προέδρου Ερντογάν μετά τη συνάντηση με τον σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό της Ισπανίας, Π. Σάντσεθ, τον Νοέμβρη του 2021, δηλώνοντας ότι η Τουρκία σε συνεργασία με την Ισπανία κατασκεύασε το αεροπλανοφόρο – ελικοπτεροφόρο «Anadolu».
- Στρατιωτικό εξοπλισμό πουλάει στη γειτονική χώρα η Ιταλία, ενώ η ολλανδική κυβέρνηση τον Οκτώβρη του 2021 αποφάσισε να άρει διατάξεις που καθυστερούσαν την εξαγωγή όπλων προς την Τουρκία, θέτοντας τον υποκριτικό όρο να μη χρησιμοποιούνται αυτά στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη ΒΑ Συρία!
Μέσα από αυτά τα ενδεικτικά παραδείγματα συμπεραίνεται ότι οι οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές σχέσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ με το τουρκικό κράτος καθορίζουν τη στάση τους απέναντι στις προκλήσεις στο Αιγαίο και διαψεύδουν τους ισχυρισμούς των ελληνικών κυβερνήσεων και κομμάτων. Δίνουν απάντηση στις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ που επανέφερε πρόσφατα τη χρεοκοπημένη φιλολογία περί ευρωπαϊκών κυρώσεων, η οποία καλλιεργεί αυταπάτες για τον ρόλο της ΕΕ, της διακρατικής ιμπεριαλιστικής ένωσης που παρουσιάζεται ως δύναμη ειρήνης και διαφύλαξης της ελληνικής κυριαρχίας.
Οι απολογητές του ευρωατλαντισμού καλλιεργούν προσδοκίες για τον ρόλο του ΝΑΤΟ και την παρέμβασή του στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αποσιωπώντας ότι αυτό αντιμετωπίζει το Αιγαίο ως ενιαίο επιχειρησιακό χώρο (ΝΑΤΟικό χώρο), δεν αναγνωρίζει εθνικά σύνορα και έχει ευθύνες για το γκριζάρισμα του Αιγαίου και τη θέση για την αποστρατικοποίηση των ελληνικών νησιών.
(…)
Το συνολικό πλαίσιο της εμπλοκής στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια βάζει τον λαό σε μεγάλο κίνδυνο
Συνολικά, ο λαός μας επιβάλλεται να σκεφτεί καλά τα παραπάνω, να σκεφτεί επίσης τις συνέπειες της Ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας για τις στρατιωτικές βάσεις, τη μετατροπή της Ελλάδας σε ΝΑΤΟικό ορμητήριο, με ευθύνη της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ, εμπλέκοντας τη χώρα σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους κατά άλλων λαών.
Οι υποστηριχτές του αμερικανοΝΑΤΟικού ιμπεριαλισμού, κυβερνώντες ή αντιπολιτευόμενοι, «καθηγητές» της παραπλάνησης που παρελαύνουν από τα κανάλια και διαφημίζουν τις βάσεις της Σούδας και της Αλεξανδρούπολης ως βάσεις προστασίας της χώρας, επιχειρούν να εξαπατήσουν τον λαό. Γιατί ακριβώς οι αμερικανοΝΑΤΟικές βάσεις, το συνολικό πλαίσιο της εμπλοκής, εκπληρώνει επικίνδυνο ρόλο στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, τροφοδοτεί την αντιπαράθεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και βάζει τον λαό σε μεγάλους κινδύνους.
Με ευθύνη των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ βιώνει ο κυπριακός λαός την εισβολή και την κατοχή που διατηρείται για 48 χρόνια, το άνοιγμα της περίκλειστης πόλης της Αμμόχωστου, τη διχοτόμηση του νησιού. Η άρση του εμπάργκο των αμερικανικών όπλων που ανακοινώθηκε πρόσφατα, στο πλαίσιο των επιδιώξεων των ΗΠΑ για ενίσχυση της παρουσίας τους και τη ΝΑΤΟποίηση του νησιού, οδηγεί σε παραπέρα στρατιωτικοποίηση των κατεχόμενων εδαφών της Βόρειας Κύπρου, με νέες βάσεις και επιπλέον τουρκικές κατοχικές δυνάμεις.
Το παραμύθι των ισχυρών συμμάχων δεν περιορίζεται στις ΗΠΑ, στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, επεκτείνεται π.χ. στις σχέσεις της Ελλάδας με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τα ΗΑΕ και τη Σαουδική Αραβία, ενισχύοντας την εμπλοκή σε εστίες αντιπαραθέσεων, αναλαμβάνοντας υποχρεώσεις για συμμετοχή σε στρατιωτικές επιχειρήσεις, μέσω π.χ. της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνδρομής με τα ΗΑΕ και τις στρατηγικές σχέσεις με το Ισραήλ που δολοφονεί τον Παλαιστινιακό λαό.
Στα παιχνίδια των ιμπεριαλιστικών συμφωνιών παίζουν πολλοί παίχτες, παρεμβαίνουν ανταγωνιστικά συμφέροντα και η τουρκική κυβέρνηση έχει περάσει στην «αντεπίθεση». Αποκατέστησε διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ, δρομολογήθηκε βελτίωση των σχέσεων με την Αίγυπτο. Υπογράφτηκαν μέσα στο 2022 συμφωνίες με τα ΗΑΕ, στους τομείς της άμυνας, της Υγείας, της γεωργίας κ.ά., συμβάσεις για έργα και υποδομές με επενδύσεις 130 δισ. δολαρίων. Προωθείται σχέδιο ανάπτυξης των σχέσεων της Τουρκίας με τη Σαουδική Αραβία στον στρατιωτικό τομέα, με πώληση τουρκικού οπλισμού αξίας 10 δισ. δολαρίων, συμφώνησαν να ενισχύσουν τον συντονισμό στο πλαίσιο του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας.
Για την παραπλάνηση του λαού χρησιμοποιείται και ο μύθος περί ελληνικής «υπεροπλίας», με το αιτιολογικό της απόκτησης του πακέτου των γαλλικών μαχητικών «Rafale» και των φρεγατών «Belharra», τα επόμενα χρόνια. Τα όπλα όμως αυτά που στοιχίζουν στον ελληνικό λαό πολλά δισ., υπηρετούν, όπως έχει αποδειχθεί, ΝΑΤΟικές ανάγκες, στο πλαίσιο ιδίως των επιθετικών στόχων που έθεσε η Νέα Στρατηγική Αντίληψη του ΝΑΤΟ, στη Μαδρίτη τον Ιούλη του 2022 και θα διαταχθούν όπως σχεδιάζουν τα ΝΑΤΟικά επιτελεία.
Την ώρα που ο λαός στενάζει από αβάσταχτα προβλήματα και χαρατσώνεται από τη φορομπηχτική πολιτική, ξοδεύονται 4 και πάνω δισ. ευρώ κάθε χρόνο για τη στήριξη των ΝΑΤΟικών επεμβάσεων και πολέμων. Σχετικά με την «υπεροπλία», οι φορείς της πολεμικής ρητορικής δεν έχουν μέτρο, αποσιωπούν γνωστά, δημοσιευμένα στοιχεία (π.χ. στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 23 Γενάρη 2022), που παρουσιάζουν το «εξοπλιστικό ισοζύγιο Ελλάδας – Τουρκίας» (βλέπε γραφικό).
Η αλλαγή στην ισορροπία στρατιωτικών δυνάμεων εκφράζει την προσδοκία των φορέων αυτών των αναλύσεων, που βασίζονται σε μια σειρά από υποθέσεις, σχετικά με την πορεία των εξοπλισμών του τουρκικού κράτους.
Οι αναφορές στο θέμα αυτό κινούνται στο πλαίσιο ενός ξέφρενου ανταγωνισμού οπλικών συστημάτων χωρίς τέλους, που πληρώνει ακριβά τόσο ο ελληνικός όσο και ο τουρκικός λαός, είναι μέρος της προσπάθειας εξοικείωσης του λαού και της νεολαίας με την ιδέα να συρθούν στο πολεμικό σφαγείο.
Οι κομμουνιστές της Ελλάδας και της Τουρκίας δείχνουν τον δρόμο της κοινής πάλης των λαών
Το ΚΚΕ μελετάει προσεκτικά τις εξελίξεις και τοποθετείται με κριτήριο τα εργατικά, λαϊκά συμφέροντα. Ενημερώνει τον λαό ότι όσο η Ελλάδα, με ευθύνη των αστικών κυβερνήσεων και κομμάτων, θα είναι μπλεγμένη στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, για τα συμφέροντα της αστικής τάξης, τόσο αυτός θα μπαίνει σε μεγάλους κινδύνους. Η συμμετοχή στο παιχνίδι των ανταγωνισμών θα οδηγεί στη χειροτέρευση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, θα φέρνει πιο κοντά την περίπτωση θερμού επεισοδίου ή σύρραξης, τη διαμεσολάβηση των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, με σκοπό τον συμβιβασμό σε βάρος κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Η πείρα από την κρίση των Ιμίων προειδοποιεί. Το προκλητικό «ευχαριστούμε τις ΗΠΑ» του τότε πρωθυπουργού και προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Κ. Σημίτη, συνδυάστηκε με την αμερικανική παρέμβαση, με τη θέση «Νo Ships, No troops, No flags» (όχι πλοία, όχι στρατεύματα, όχι σημαίες) έδωσε ώθηση στις τουρκικές διεκδικήσεις, οδήγησε στις ελληνοτουρκικές συμφωνίες, στη Μαδρίτη το 1997 και το Ελσίνκι το 1999, με την εποπτεία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, «φούσκωσε τα πανιά» για την επέκταση των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο.
Καλό είναι να τα θυμόμαστε, γιατί κι αυτά είναι μέρος των γεγονότων, των τεκμηρίων που αναδεικνύουν την αναγκαιότητα να μη δείξει καμία εμπιστοσύνη ο λαός στην αστική τάξη, στην κυβέρνηση και κάθε αστική κυβέρνηση, στα κόμματα του κεφαλαίου, στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, να συγκρουστεί μαζί τους. Τώρα, πριν είναι αργά, να ενισχυθεί η λαϊκή πάλη, σε συμπόρευση με το ΚΚΕ.
Οι κομμουνιστές της Ελλάδας και της Τουρκίας, με τις τοποθετήσεις τους δείχνουν τον δρόμο της κοινής πάλης των λαών, ενάντια στις αστικές τάξεις και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου, με κοινό αίτημα το ΟΧΙ στην αλλαγή των συνόρων και των Συνθηκών που τα καθορίζουν.
Αποκτά μεγάλη σημασία η πάλη για το κλείσιμο των αμερικανοΝΑΤΟικών βάσεων, να σταματήσει η αποστολή όπλων στην Ουκρανία και να επιστρέψουν οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις από ιμπεριαλιστικές αποστολές στο εξωτερικό.
Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία, οι συγκρούσεις που είναι σε εξέλιξη, η αντιπαράθεση στο Αιγαίο θέτουν επιτακτικά το ζήτημα της σύγκρουσης με τον καπιταλισμό που έχει σαπίσει και ευθύνεται για δύο παγκόσμιους πολέμους, εκατοντάδες τοπικούς και περιφερειακούς, για να ανοίξει ο δρόμος για την αποδέσμευση από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, για τη συνεργασία των λαών στη βάση του αμοιβαίου οφέλους, που μπορεί να εξασφαλίσει η οικοδόμηση της νέας, ανθρώπινης, σοσιαλιστικής κοινωνίας.