Στον ανακριτή ξεκίνησαν χτες οι απολογίες των 41 κατηγορουμένων, με πρώτη την πρόεδρο της ΡΑΣ
Εν μέσω καταγγελιών των συγγενών των θυμάτων του εγκλήματος των Τεμπών για «τακτικές επιπλέον και διαρκούς καθυστέρησης», από την κυβέρνηση και τις αρχές, της έναρξης της δίκης, ξεκίνησε χτες στη Λάρισα ο πρώτος κύκλος των απολογιών 8 κατηγορουμένων για τη μετωπική σύγκρουση στις 29 Φλεβάρη του 2023 των δύο τρένων και την έκρηξη που ακολούθησε και στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους ενώ εκατοντάδες τραυματίστηκαν.
Πρώτη κατέθεσε στον εφέτη ανακριτή η πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ), Ιωάννα Τσιαπαρίκου, για το κακούργημα της διατάραξης της ασφάλειας των συγκοινωνιών και για τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας, της βαριάς σωματικής βλάβης και ελαφράς σωματικής βλάβης από αμέλεια κατά συρροή. Μετά από την απολογία αφέθηκε ελεύθερη με τους περιοριστικούς όρους της διαμονής στην οικία της (και όχι σε άλλη διεύθυνση ή σπίτι) και της υποχρεωτικής παρουσίας στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής της το πρώτο 10ήμερο κάθε μήνα.
Μέχρι το τέλος του μήνα αναμένεται να απολογηθούν δύο υψηλόβαθμοι αξιωματικοί της Αστυνομίας και της Πυροσβεστικής, ο γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας και τρεις προανακριτικοί υπάλληλοι της Πυροσβεστικής, ενώ στις αρχές Νοέμβρη αναμένεται η απολογία του πρώην περιφερειάρχη Θεσσαλίας Κώστα Αγοραστού. Υπενθυμίζεται ότι μέχρι αυτήν τη στιγμή οι κατηγορούμενοι είναι συνολικά 41.
Στο μεταξύ, ακόμη αναμένεται το πόρισμα του εμπειρογνώμονα του ΕΜΠ σχετικά με την έκρηξη και τη φωτιά που ακολούθησαν μετά τη σύγκρουση των τρένων, έρευνα που είχε παραγγείλει ο εφέτης ανακριτής Σωτήρης Μπακαΐμης.
Επιπλέον, αναμένονται το πόρισμα ειδικού μεταλλειολόγου που εξέτασε βαγόνι της εμπορικής αμαξοστοιχίας, το οποίο είχε μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη, αλλά και τα αποτελέσματα της έρευνας επί του βιντεοληπτικού υλικού που ανέκτησε εξειδικευμένο εργαστήριο στην Αγγλία και έστειλε στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών στην Ελλάδα και αφορά τη μοιραία διαδρομή της εμπορικής αμαξοστοιχίας από τη Θεσσαλονίκη ως τους Ν. Πόρους.
Τις επόμενες μέρες ο εφέτης ανακριτής θα αποφασίσει επί του αιτήματος πατέρα θύματος για τη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών αξιωματούχων της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών σχετικά με τον τρόπο περισυλλογής βιολογικού υλικού από το Κουλούρι.
Κωλυσιεργία με στόχο τη συγκάλυψη
Αυτό πάντως που παραμένει εξόφθαλμο είναι ο προκλητικός τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση επιχειρεί από την πρώτη στιγμή να συγκαλύψει όλες τις πτυχές του προδιαγεγραμμένου εγκλήματος στα Τέμπη. Η χυδαιότητα με την οποία ο ίδιος ο πρωθυπουργός βγαίνει και δηλώνει «εμείς κάναμε την καλύτερη δουλειά που πιστεύω ότι μπορούσαμε να κάνουμε», σε συνδυασμό με το πόρισμα – ντροπή της ΝΔ, είναι ενδεικτική για το μέγεθος του «κουκουλώματος» και τον συντονισμό της προπαγάνδας τους προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ομως, τα ψέματά τους είναι τόσο κραυγαλέα που η αλήθεια δεν μπορεί να κρυφτεί. Δεν μπορούν να κρυφτούν ούτε οι διαχρονικές πολιτικές ευθύνες όλων των κυβερνήσεων για την υλοποίηση της πολιτικής της «απελευθέρωσης» των Μεταφορών, της ιδιωτικοποίησης και της υποστελέχωσης του σιδηρόδρομου, που οδήγησε στο έγκλημα στα Τέμπη. Ούτε βέβαια η συντονισμένη επιχείρηση συγκάλυψης με το μπάζωμα του τόπου του εγκλήματος.
Είναι προφανές ότι την κύρια πολιτική ευθύνη γι’ αυτήν την κατάσταση στον ελληνικό σιδηρόδρομο και τα τεράστια κενά και ελλείψεις στα συστήματα ασφαλείας φέρουν ακέραιη το αστικό κράτος και όλες οι αστικές κυβερνήσεις των τελευταίων 30 ετών (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ): Ολοι μαζί προώθησαν, από την περίοδο ακόμα που ήταν πλήρως κρατική ιδιοκτησία οι σιδηροδρομικές μεταφορές, την κατεύθυνση διάσπασης και τεμαχισμού του ΟΣΕ, την αποψίλωση του έμπειρου και εξειδικευμένου προσωπικού και την υποστελέχωση, ενώ στη συνέχεια προώθησαν την ιδιωτικοποίηση του κερδοφόρου τμήματος των μεταφορών. Ταυτόχρονα, τα συστήματα ασφαλείας, που με βάση τις εξελιγμένες τεχνολογικές δυνατότητες θα μπορούσαν να αποτρέψουν τέτοιου είδους δυστυχήματα, δεν τοποθετούνται γιατί για κράτος και ομίλους που εκμεταλλεύονται το δίκτυο θεωρούνται κόστος. Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει και στην υπόλοιπη ΕΕ της «απελευθερωμένης σιδηροδρομικής αγοράς», αφού μόνο στο 13% του δικτύου έχουν τοποθετηθεί, όπου δηλαδή συμφέρει τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Αναδημοσίευση από Ριζοσπάστη της 16 Οκτώβρη 2024