Κυρίες και κύριοι δικαστές,
Ευχαριστούμε για την πρόσκληση και ευχόμαστε καλή επιτυχία στις εργασίες της Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης της Ένωσής σας.
Η Συνέλευσή σας πραγματοποιείται λίγες μέρες πριν τη συμπλήρωση δύο χρόνων από το έγκλημα στα Τέμπη, με την οργή του λαού να ξεχειλίζει, όπως αποτυπώθηκε στις συγκλονιστικές λαϊκές κινητοποιήσεις των προηγούμενων ημερών, που συνεχίζονται και δυναμώνουν.
Ως Κόμμα καταθέτουμε όλες μας τις δυνάμεις ώστε η απεργία στις 28/2 να είναι η πιο ηχηρή απάντηση στις συστηματικές προσπάθειες συγκάλυψης και συσκότισης των πραγματικών αιτιών του εγκλήματος. Γιατί αυτός είναι ο καθοριστικός παράγοντας που μπορεί να διεκδικήσει και να επιβάλλει την τιμωρία των ενόχων, όσο ψηλά κι αν βρίσκονται και κυρίως να ανατρέψει τις αιτίες που οδήγησαν στο έγκλημα, που όσο αφήνονται βολικά, από την κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα, στο απυρόβλητο, προετοιμάζουν τα επόμενα Τέμπη.
Ταυτόχρονα, βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου τα βάρη και οι απώλειες εισοδήματος για το λαό μεγαλώνουν, η εκμετάλλευση βαθαίνει, ζωτικές ανάγκες του λαού, όπως η υγεία και η παιδεία, συνθλίβονται στις μυλόπετρες της εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης, ενώ για μία ακόμη φορά, το συντριπτικό ποσοστό των φορολογικών εσόδων που αναμένεται να εισπραχθούν το 2025 θα προέλθει από τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους και τους βιοπαλαιστές αυτοαπασχολούμενους.
Την ίδια ώρα εξακολουθεί να μαίνεται ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και τη Ρωσία στην Ουκρανία, ενώ στη Μέση Ανατολή οι συμφωνίες εκεχειρίας με το πιστόλι στον κρόταφο του παλαιστινιακού και λιβανέζικου λαού ανάβουν ήδη το επόμενο φυτίλι, όπως άλλωστε προμηνύεται και από τις απαράδεκτες δηλώσεις Τραμπ για μαζικό διωγμό των Παλαιστινίων από τη λωρίδα της Γάζας.
Η ελληνική κυβέρνηση, με τη συνενοχή όλων των άλλων αστικών κομμάτων, στοιχίζεται πλήρως στα σχέδια ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – Ισραήλ και έχει μετατρέψει τη χώρα σε αμερικανονατοϊκή βάση εμπλέκοντας τον λαό μας σε μεγάλους κινδύνους.
Η συνέλευσή σας, όμως, πραγματοποιείται και σε μία περίοδο που βρίσκονται προ των πυλών αντιδραστικές, ταξικές μεταρρυθμίσεις στην ίδια την Δικαιοσύνη.
Η στόχευση των μεταρρυθμίσεων αυτών, οι οποίες εκπορεύονται από την Παγκόσμια Τράπεζα, το Ταμείο Ανάκαμψης και διάφορα επιτελεία της άρχουσας τάξης, είναι διπλή:
Από τη μια να θωρακιστεί το εκμεταλλευτικό σύστημα από κάθε αμφισβήτηση μέσω της οικοδόμησης ενός πιο αυταρχικού νομικού οπλοστασίου και την όρθωση νέων, ακόμα μεγαλύτερων εμποδίων πρόσβασης των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων στη Δικαιοσύνη και από την άλλη να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο λειτουργίας και απονομής της με όρους που θα εξυπηρετούν την πιο γρήγορη, φιλική και αποτελεσματική για τους επιχειρηματικούς ομίλους διεκπεραίωση των υποθέσεών τους.
Τα δικαστήρια καλούνται να «συμβάλλουν» στην κανονικότητα της ροής των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Βασικός πυλώνας των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων είναι η υλοποίηση ενός νέου δικαστικού χάρτη στη λογική του κόστους – οφέλους.
Η ύπαρξη δικαστηρίων σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας κρίνεται περιττή. Προτεραιότητα δίνεται στις περιοχές που δραστηριοποιείται και έχει υποθέσεις το μεγάλο κεφάλαιο.
Είναι αποκαλυπτικό ότι ένα από τα πιο βασικά κριτήρια που θέτει ο νέος Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων (άρθρο 2 παρ. 4 περ. ε΄), ως κριτήριο διατήρησης ενός δικαστηρίου, είναι το επίπεδο επιχειρηματικότητας της περιοχής.
Μετά την αντιεπιστημονική κατάργηση των ειρηνοδικείων, έπονται τα διοικητικά δικαστήρια για τα οποία φαίνεται ότι θα ακολουθηθεί η οδός της μετατροπής πολλών από αυτά σε “δικαστικά γραφεία τηλεματικής”.
Ήδη η διοικητική δικονομία έχει προσαρμοστεί, προκειμένου να ρυθμιστεί λεπτομερώς κάθε ζήτημα της διαδικασίας της τηλεματικής συνεδρίασης, ενώ στην πράξη δοκιμάστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο στο Διοικητικό Πρωτοδικείο της Πάτρας, με την κυβέρνηση να επαίρεται ότι τάχα με τη σχετική διαδικασία προστίθεται μία «νέα τεχνολογική δυνατότητα».
Όμως η τηλεματική δίκη δεν φέρνει πράγματι μια τέτοια δυνατότητα, αλλά έρχεται να αντικαταστήσει υφιστάμενα δικαστήρια. Σε κάθε περίπτωση η κατάργηση/υποβάθμιση της ζωντανής διαδικασίας στο ακροατήριο στεγανοποιεί το δικαστή και δυσχεραίνει τον έλεγχό του, στον οποίο ακόμη και κατά το ίδιο το αστικό (όπως το θεωρούμε εμείς- και έτσι είναι) Σύνταγμα αποσκοπεί η δημόσια συνεδρίαση.
Ακόμα και η επέκταση της ψηφιοποίησης της Δικαιοσύνης, δεν δίνει έμφαση στην υποβοήθηση του έργου των δικαστών, αλλά στην επεξεργασία των στατιστικών στοιχείων που προορίζονται να διασφαλίζουν την ταχύτερη υλοποίηση των γενικότερων στοχεύσεων των μεταρρυθμίσεων, ενώ συνδέεται και με την αξιολόγηση των δικαστών (π.χ. τον έλεγχο επίτευξης των ποσοτικών στόχων κ.λπ.).
Όπως και η προοπτική εισαγωγής της Τεχνητής Νοημοσύνης στη Δικαιοσύνη, όλα δείχνουν ότι θα αξιοποιηθεί προς το σκοπό αυτοματοποιημένης δικαστικής κρίσης, κάτι που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.
Αλλά και όσον αφορά τους ίδιους τους δικαστές και τους εργαζόμενους στη Δικαιοσύνη οι μεταρρυθμίσεις που υλοποιούνται επιφέρουν θεσμική υποβάθμιση.
Ήδη μετά και τις πρόσφατες αλλαγές στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων η αξιολόγηση και εξέλιξη των δικαστών προσομοιάζει όλο και περισσότερο, ενόψει των κριτηρίων που θέτει ο νόμος, με τον τρόπο ανάδειξης και εξέλιξης των στελεχών των μεγάλων επιχειρήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ήδη προκρίνεται από το νόμο η ταχύτητα έναντι της ποιότητας, το έργο του δικαστή εντατικοποιείται, ιδίως με τις επαπειλούμενες προσβλητικές κυρώσεις για την περίπτωση της μη τήρησης των προβλεπόμενων ασφυκτικών προθεσμιών έκδοσης απόφασης, ενώ έχουν τεθεί κριτήρια επιθεώρησης που είτε δεν έχουν καμία σχέση με τα δικαστικά καθήκοντα, όπως η παρακολούθηση επιμορφωτικών σεμιναρίων, είτε είναι απρόσφορα και αντιεπιστημονικά, όπως η συνεκτίμηση της εξαφάνισης ή της αναίρεσης της δικαστικής απόφασης του επιθεωρούμενου δικαστή. Το σχετικό πλαίσιο ασφαλώς αποσκοπεί και στην χειραγώγηση των δικαστικών λειτουργών, ενώ μπορεί να επιδρά αρνητικά και στην εξέλιξή τους (π.χ. παράκαμψη της επετηρίδας).
Παράλληλα εισάγονται, ως προς την οργάνωση και λειτουργία των δικαστηρίων, μέθοδοι μάνατζμεντ και λογικές πολυεθνικής, ενώ οι κτιριακές και λοιπές υποδομές των δικαστηρίων δεν χρηματοδοτούνται επαρκώς και οι ελλείψεις δικαστικών υπαλλήλων παραμένουν τεράστιες.
Κυρίες και κύριοι δικαστές,
Στις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη μελών του ευρωκοινοβουλίου εφαρμόστηκε για πρώτη φορά η επιστολική ψήφος. Οι δικαστές εφαρμόσατε τη νέα διαδικασία, κατά την οποία εμφανίστηκαν πολλά και σημαντικά προβλήματα, τα οποία τα γνωρίζετε και μάλιστα, όπως είδαμε, έχετε κάνει και προτάσεις για την αντιμετώπισή τους.
Κατά τη γνώμη του Κόμματός μας, ωστόσο, κι αν ακόμη τα προβλήματα αυτά αντιμετωπιστούν, το κρίσιμο ζήτημα είναι ότι η επιστολική ψήφος από την ίδια τη φύση της αλλοιώνει τον χαρακτήρα της εκλογικής διαδικασίας.
Υπονομεύει τη μυστικότητα της ψήφου, αφού κανείς δεν διασφαλίζει ότι ο εκλογέας θα ψηφίσει μόνος του και ότι δεν θα γίνει αντιληπτό το περιεχόμενο της ψήφου του. Η απόσυρση στο παραβάν, εξάλλου, παρουσία του αντιπροσώπου της δικαστικής αρχής, διασφαλίζει ένα μίνιμουμ ελεύθερης εκδήλωσης της θέλησης του εκλογέα (το ότι δηλ. κανείς δεν θα ψηφίσει υπό επιτήρηση π.χ. του εργοδότη ή δεν θα εκχωρήσει την ψήφο του κλπ.). Είναι άλλο ζήτημα το πόσο ελεύθερα διαμορφώνεται η βούληση του εκλογέα. Ακόμη η επιστολική ψήφος παραβιάζει την αρχή της ταυτόχρονης διεξαγωγής των εκλογών, την οποία μάλιστα το ίδιο το Σύνταγμα επιβάλλει τουλάχιστον για την ελληνική επικράτεια (άρθρο 51 παρ. 4 εδ. α΄). Είναι ιδιαίτερα σημαντικό επίσης ότι η επιστολική ψήφος διαμορφώνει παθητική στάση στον λαό, που υποσκάπτει την αναγκαία ενεργή συμμετοχή του. Για τους λόγους αυτούς το ΚΚΕ καταψήφισε τη σχετική νομοθεσία και ζητά να καταργηθεί η επιστολική ψήφος.
Κυρίες και κύριοι δικαστές,
Όπως γνωρίζετε, το ΚΚΕ διαχρονικά υποστηρίζει όλα τα δίκαια μισθολογικά, εργασιακά και ασφαλιστικά αιτήματα των δικαστών.
Συμμεριζόμαστε και στηρίζουμε τη διεκδίκηση επαναξιολόγησης του μισθολογίου των δικαστικών λειτουργών, μια δεκαπενταετία και πλέον μετά την ψήφιση του προηγούμενου μισθολογίου (το οποίο μάλιστα υπέστη και σημαντικές περικοπές), αλλά και την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού. Το ΚΚΕ άλλωστε έχει καταθέσει ήδη στη Βουλή από τον Οκτώβριο του 2014 μέχρι και το Δεκέμβριο του 2024 αλλεπάλληλες προτάσεις νόμου και τροπολογίες, για την πλήρη επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού και στο Δημόσιο, τις οποίες τα άλλα κόμματα αρνήθηκαν.
Κυρίες και κύριοι δικαστές,
Το ΚΚΕ πρωτοστατεί απέναντι σε κάθε μικρό και μεγάλο πρόβλημα, στην οργάνωση του λαού, για να πιστέψει ο λαός στη δύναμή του, ότι μπορεί να αλλάξει ριζικά τα πράγκματα. Στο πλευρό του μπορεί και πρέπει να σταθούν οι προοδευτικοί δικαστές, ιδιαίτερα σε συνθήκες έντασης της καταστολής τόσο ατομικά, όσο και στο βαθμό που γίνεται μέσα από τις συνδικαλιστικές τους ενώσεις.
Για το ΚΚΕ βέβαια, πραγματική διέξοδος, που προτείνει και καταθέτει καθημερινά στο λαό είναι ο αγώνας για έναν ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης της χώρας μας, με αποδέσμευση από όλες τις αντιλαϊκές διακρατικές ενώσεις, με ριζικές αλλαγές στην οικονομία και την εξουσία, όπου ο λαός θα είναι κυρίαρχος του πλούτου που παράγει και θα μπορεί σχεδιασμένα να αξιοποιεί την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας, με κριτήριο τις δικές του σύγχρονες ανάγκες. Στο πλαίσιο των σοσιαλιστικών – κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής, οι τεράστιες δυνατότητες που παρέχει σήμερα η επιστήμη και η τεχνολογία θα απελευθερωθούν και θα συμβάλλουν στην εκτόξευση του βιοτικού επιπέδου του λαού και στην ενίσχυση του δημιουργικού περιεχομένου της εργασίας. Σε μια τέτοια κοινωνία και η Δικαιοσύνη θα μπορεί πράγματι να υπηρετεί το λαό.
Με τις σκέψεις αυτές, ευχόμαστε και πάλι καλή επιτυχία στις εργασίες της Συνέλευσής σας.