Της Στέλας Παπαοικονόμου*
Λίγο καιρό πριν, ο πρώην υπουργός Εργασίας της ΝΔ δήλωνε πως η δουλειά σε 2 εργοδότες επί 13 ώρες είναι ατομικό δικαίωμα κάθε εργαζόμενου, το οποίο η κυβέρνηση με τις ευλογίες της ΕΕ επιτέλους αναγνωρίζει! Η δήλωση εξόργισε, θεωρήθηκε κυνική και απαράδεκτη.
Αλλά γιατί δεν έχει δίκιο ο υπουργός;
Αποκλείεται ένας εργαζόμενος να θέλει να πιάσει δεύτερη δουλειά, μάλιστα να κάνει ό,τι μπορεί για να το καταφέρει; Και αν ο εργαζόμενος θέλει, τότε γιατί η ρύθμιση της κυβέρνησης να μην θεωρηθεί «θέσπιση ατομικού δικαιώματος»;
Η προώθηση αντεργατικών και αντιδραστικών εξελίξεων υπό τον μανδύα των «ατομικών δικαιωμάτων» και των «ελεύθερων επιλογών» των εργαζομένων δεν είναι καινούργια. Σήμερα ωστόσο βρισκόμαστε μπροστά σε μια αναβαθμισμένη και επιθετική παρέμβαση αστικών επιτελείων, οργανισμών, θεσμών, με όπλο και διάφορες μεταμοντέρνες θεωρίες, ώστε να επιβληθούν οι ανάγκες και οι στοχεύσεις του κεφαλαίου με τη μορφή «ατομικών δικαιωμάτων» και «προοδευτικών» διεκδικήσεων των ίδιων των εργαζομένων και της νεολαίας.
Στο όνομα του «ελεύθερου ατόμου»…
Ξεδιπλώνεται μια συστηματική προβολή της διεκδίκησης ατομικών ελευθεριών, με επίκεντρο τη λογική ότι κάθε άτομο μπορεί να ορίζει τη ζωή του «όπως θέλει», στη βάση των επιθυμιών του.
Στον πυρήνα αυτής της λογικής βρίσκεται η «παλιά αμαρτία» του αστικού τρόπου σκέψης και των αντιλήψεων που γεννά και θρέφει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Πρόκειται για την προσέγγιση της κοινωνίας και της ιστορίας ως «αθροίσματος ατομικών θελήσεων», ατόμων που κάνουν δήθεν ελεύθερα τις προσωπικές τους επιλογές.
Ο μαρξισμός αποκάλυψε ολοκληρωμένα ότι οι διαφορετικές θελήσεις και επιδιώξεις των ανθρώπων δεν γεννιούνται στα κεφάλια τους, αλλά καθορίζονται από τη θέση και τους όρους ζωής ολόκληρων τάξεων στις οποίες διασπάται η κοινωνία. Φώτισε το ότι πίσω από τις ιδέες, τις επιθυμίες, τα κίνητρα των μεμονωμένων ατόμων βρίσκονται βαθύτερα, ιστορικά – κοινωνικά αίτια. Βρίσκονται οι αντικειμενικές, υλικές σχέσεις των ανθρώπων πρωτίστως στην παραγωγή, οι εκ διαμέτρου αντίθετες ανάγκες και συμφέροντα των αντίπαλων τάξεων που συγκρούονται.1
Ετσι, πίσω από τις «ελεύθερες» επιλογές του εργάτη στον καπιταλισμό, όπως η «θέλησή» του να εργαστεί ήλιο με ήλιο, κρύβεται ο αδήριτος οικονομικός καταναγκασμός, η κυριαρχία του κεφαλαίου στην κοινωνική παραγωγή και ζωή.
Αντίστοιχα, πίσω από μια σειρά προτιμήσεις και αποφάσεις των εργαζομένων θα βρούμε την εξουσία του κεφαλαίου και τις αντιδραστικές αντιλήψεις που αναπτύσσονται στο έδαφός της, π.χ. στην επιλογή μιας γυναίκας της εργατικής τάξης να περιοριστεί στο ατομικό – οικογενειακό νοικοκυριό, γιατί στον καπιταλισμό η παραμονή της στην εργασία δεν στηρίζεται αλλά έρχεται σε αντιπαράθεση με τη μητρότητα και το μεγάλωμα των παιδιών ως καταρχήν «ατομική – οικογενειακή υπόθεση».
Επομένως, τα δικαιώματα δεν καθορίζονται από ατομικές και αυθαίρετες «επιθυμίες». Εχουν κοινωνικό – ταξικό περιεχόμενο, οικονομικούς – κοινωνικούς όρους και προϋποθέσεις άσκησης και απόλαυσης. Τα εργατικά – λαϊκά δικαιώματα, ως διεκδικήσεις που εκφράζουν τις ανάγκες της εργατικής τάξης και των συμμάχων της (εργασία με αξιοπρεπείς συνθήκες και απολαβές, ελεύθερος χρόνος, αναψυχή και τόσα άλλα με βάση τις διευρυνόμενες δυνατότητες της εποχής μας), έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με τις ανάγκες και τα συμφέροντα των καπιταλιστών.
Ας σκεφτούμε πώς συσκοτίζει την αλήθεια ο ισχυρισμός ότι «ο εργάτης θέλει να δουλέψει 6 μέρες, ο εργοδότης θέλει επίσης να απασχολήσει τον εργάτη 6 μέρες, οπότε ελεύθερα συμφωνούν και είναι κι οι δύο ικανοποιημένοι». Εμφανίζει «ισότιμα» άτομα – πολίτες, που δρουν βάσει της ελεύθερης βούλησής τους, χωρίς να υπάρχει κάποιος κοινωνικός – οικονομικός καταναγκασμός. Κρύβει ότι υπάρχει μια κοινωνία όπου ελάχιστοι κατέχουν τα μέσα παραγωγής και οι περισσότεροι, για να επιβιώσουν, είναι υποχρεωμένοι να τους πουλούν την εργατική τους δύναμη. Συσκοτίζει την καπιταλιστική κοινωνία της ανισότητας και της εκμετάλλευσης.
Με άλλα λόγια, η γενικόλογη αναφορά στα ατομικά δικαιώματα όλων των πολιτών είναι η κατάλληλη μορφή για να προωθούνται τα συμφέροντα του κεφαλαίου, παράλληλα ρίχνοντας πρόσθετα «πέπλα» ψεύτικης ατομικής ελευθερίας πάνω στην ταξική εκμετάλλευση και καταπίεση.
…η αντίδραση συστήνεται ως πρόοδος
Σήμερα ερχόμαστε αντιμέτωποι με την πολύμορφη εξύμνηση της ατομικότητας και της ατομικής ελευθερίας, σαν «μωσαϊκό» προσωπικών επιλογών, σε διάκριση ή και αντιπαράθεση με την κοινωνία. Και αυτά εμφανίζονται σαν το απαύγασμα της προοδευτικής σκέψης και πολιτικής.
Ομως αυτό που μας παρουσιάζεται ντυμένο τη φαντεζί σημαία της «προόδου» είναι παμπάλαιο και γερασμένο. Αυτό που προβάλλει ως ριζοσπαστικό είναι στην ουσία ό,τι κατακεραύνωνε ήδη ο Μαρξ, ασκώντας κριτική στις διακηρύξεις της Γαλλικής αστικής Επανάστασης: Είναι ο άνθρωπος ως μέλος της «κοινωνίας των ιδιωτών», που για να πραγματώσει τη «δική του» ελευθερία αντικρίζει τον διπλανό του και την κοινωνία ως εμπόδιο και εχθρό, με τα δικαιώματά του να είναι εν πολλοίς αυτά του «εγωιστικού ανθρώπου», του «αναδιπλωμένου στον εαυτό του, στα όρια των ιδιωτικών συμφερόντων και της ιδιωτικής αυθαιρεσίας του και αποχωρισμένου από την κοινότητα».2
Στο σημερινό στάδιο του καπιταλισμού, που παρασάπισε, φτάνουμε στο σημείο να προβάλλεται ως ατομικό δικαίωμα και «ρηξικέλευθη διεκδίκηση», «κόντρα στα στερεότυπα», ό,τι χειρότερο σέρνει ως «κουσούρι» το σύστημα από τα γεννοφάσκια του και σήμερα βρίσκεται στο ζενίθ του: Η αποξένωση, η άρνηση της πραγματικότητας, ακόμα και η φυγή από αυτήν. Ως ελευθερία παρουσιάζεται η φανταστική «ανεξαρτητοποίηση» του ατόμου από καθετί αντικειμενικό που ορίζει και καθορίζει τον άνθρωπο.
Ετσι, προβάλλεται ως ατομική ελευθερία ακόμα και η χρήση ναρκωτικών ουσιών, δηλαδή η εξάρτηση του ανθρώπου, η ουσιαστική ανελευθερία του, η αυτοκαταστροφή του. ‘Η, αντίστοιχα, ως ατομική επιλογή η πορνεία, αναβαπτισμένη ως «σεξεργασία». Η εναντίωση στις εξαρτήσεις και στη ναρκω-κουλτούρα παρουσιάζεται ως οπισθοδρομική, και αντίστοιχα ως συντηρητική και ηθικίστικη η καταγγελία της εμπορευματοποίησης του έρωτα και του σώματος.
Η αλήθεια που επιχειρείται να θαφτεί είναι ότι τα συγκεκριμένα – όπως κι άλλα – κοινωνικά φαινόμενα, που μπορεί να εμφανίζονται σε ατομικό επίπεδο ως προσωπικές επιλογές, έχουν βαθιές οικονομικές – κοινωνικές ρίζες και υπόβαθρο: Είναι σε τελική ανάλυση η ύπαρξη αντίστοιχης (νόμιμης ή παράνομης) αγοράς, είναι οι στόχοι του κεφαλαίου, που υποβιβάζει τον άνθρωπο σε μέσο για τον σκοπό του κέρδους, είναι η οικονομική και επ’ αυτής πολύμορφη βία που υποτάσσει, τσακίζει και εξαχρειώνει τον άνθρωπο και εκμεταλλεύεται την εργατική του δύναμη.
Αντίθετα, σε μια κοινωνία που θα εξασφάλιζε την κάλυψη του συνόλου των αναγκών των εργαζομένων, καταργώντας την καπιταλιστική εκμετάλλευση και το κέρδος, σε μια πορεία χρόνου θα ήταν ακόμα και αδιανόητο να θεωρήσει κανείς «ατομικό δικαίωμα» να πουλά π.χ. τον εαυτό του ή ερωτικές εικόνες του εαυτού του για να επιβιώσει.
Βεβαίως, τα αντικειμενικά κοινωνικά δεσμά της μισθωτής σκλαβιάς δεν αντιμετωπίζονται ως βαρίδια που γίνεται να αρθούν, αλλά ως «φυσικοί» νόμοι. Κανένας π.χ. δεν μπορεί να αξιώσει σεβασμό στην επιθυμία του να αυτοπροσδιοριστεί τις μισές μέρες του χρόνου ως αφεντικό στην επιχείρηση όπου είναι μισθωτός. Τίθεται ωστόσο στο τραπέζι της συζήτησης, ως σεβαστή επιθυμία και αξίωση, η κατάληξη ενός ατόμου να αυτοπροσδιορίζεται και να κυκλοφορεί στους δρόμους ως σκύλος, ή ενός μεσήλικα άντρα να «επαναπροσδιοριστεί» ως 6χρονο κορίτσι. Τα παραδείγματα, δυστυχώς, δεν είναι φανταστικά.
Στο στόχαστρο οι ταξικές διεκδικήσεις
Το σύστημα, ρίχνοντας τους προβολείς του σε μια σειρά ατομικές ελευθερίες αποκομμένες από το κοινωνικό τους περιεχόμενο, επιχειρεί να συσκοτίζεται η ταξική ανισότητα, αλλά και να δημιουργούνται πλαστές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στους εργαζόμενους. Να υποσκάπτεται η ενότητα της εργατικής τάξης και να καναλιζάρεται η διεκδίκηση μακριά από τον οργανωμένο ταξικό αγώνα.
Δεν είναι τυχαίο ότι και η ΕΕ, ακόμα και η πολεμική μηχανή του ΝΑΤΟ, αναπτύσσουν πολύμορφες παρεμβάσεις γύρω από το δικαίωμα στη διαφορά/διαφορετικότητα. Ετσι, για παράδειγμα οι ένοχοι για τη μετανάστευση – προσφυγιά, που οξύνουν αναλόγως των σχεδιασμών τους το μίσος ανάμεσα στους λαούς, ξεπλένονται ως «μαχητές» κατά των φυλετικών και εθνικών διακρίσεων. Ταυτόχρονα, κατευθύνουν τον δικαιολογημένο νεανικό προβληματισμό σε ανώδυνα για το σύστημα μονοπάτια, όπως της ανάγκης διεκδίκησης μιας αταξικής «ισότητας για όλους» και μιας «ενότητας στη βάση της διαφορετικότητας». Αντίστοιχα, δεν είναι τυχαία η συγκρότηση από τον ΣΕΒ Ομάδας Εργασίας για τη Διαφορετικότητα, τη Συμπερίληψη και την Ισότητα.
Στην άδικη, εκμεταλλευτική κοινωνία, η διεκδίκηση της «ισότητας για όλους» είναι διεκδίκηση της τυπικής«ισότητας σύμφωνα με τον νόμο, του χορτάτου με τον πεινασμένο, του ιδιοκτήτη με τον άπορο»3. Αυτό όχι μόνο δεν αποτελεί πρόοδο, αλλά αναπαράγει την πραγματική ταξική ανισότητα. Αποτελεί πολιορκητικό κριό για να ξεθεμελιώνονται και οι όποιες αναγκαίες θετικές διακρίσεις υπέρ του εργαζόμενου λαού, που κατοχυρώθηκαν ως κατακτήσεις του κινήματος.
Για παράδειγμα, προοδευτική είναι η άνιση – διαφορετική μεταχείριση υπέρ των γυναικών της εργατικής τάξης, που λαμβάνει υπόψη τη διπλή καταπίεσή τους σε συνάρτηση με τις ιδιαίτερες ανάγκες τους. Προοδευτική είναι η άνιση νομική μεταχείριση εργατών – εργοδοτών, όπως με την αναγνώριση του δικαιώματος στην απεργία μόνο υπέρ των εργαζομένων και την απαγόρευση στους εργοδότες αυτού του δικαιώματος, δηλαδή της ανταπεργίας (λοκάουτ).
Μάλιστα, η αποθέωση των ατομικών δικαιωμάτων συνοδεύεται από επίθεση και υποτίμηση στα δικαιώματα που αναγνωρίζονται ως κοινωνικά, όπως η εργασία, η υγεία, η παιδεία, η πρόσβαση στον πολιτισμό κ.ο.κ. Αυτά προβάλλονται συχνότατα ως «τετριμμένα» και η μάχη για την κατοχύρωσή τους ως «ξεπερασμένη».
Στις αυτονόητες εργατικές – λαϊκές ανάγκες, επιδιώκεται οι απαιτήσεις να παραμένουν στα «τάρταρα», να μειώνονται συνεχώς σε σχέση με τις δυνατότητες της εποχής. Η νέα γενιά εκπαιδεύεται π.χ. μέσα από κουίζ ότι το αυτονόητο δικαίωμα της πρόσβασης στο νερό αποτελεί μεν «επιδίωξη των κυβερνήσεων», αλλά «δεν μπορεί να απαιτηθεί από τους πολίτες»!4 Απροκάλυπτα δικαιολογείται ως «φυσικό φαινόμενο» ακόμα και οι πιο ζωτικές ανάγκες να υποτάσσονται στον ιερό και απαράβατο νόμο του κέρδους, στο απαράβατο δικαίωμα στην ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία.
Στη μάχη για την κοινωνία της πραγματικής ελευθερίας
Κόντρα στο σκοτάδι των θεωριών και της πολιτικής του ατομικού δικαιωματισμού χρειάζεται να φωτιστεί η αλήθεια, ότι ελευθερία είναι η «συνειδητοποιημένη αναγκαιότητα»: Να γνωρίζεις τους νόμους που διέπουν τη ζωή και τη δράση σου και να μάχεσαι συλλογικά για την κοινωνική απελευθέρωση, ως όρο για την κάλυψη του συνόλου των εργατικών – λαϊκών αναγκών και την ανάπτυξη κάθε προσωπικότητας. Να φωτιστεί ο δρόμος της ταξικής πάλης, της ανατροπής για την ικανοποίηση των εργατικών – λαϊκών αναγκών. Σε αυτόν τον δρόμο, της σύγκρουσης με τη στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ, για τη νέα, σοσιαλιστική κοινωνία, κάθε εργαζόμενος και νέος μπορεί να προσδιορίσει την αληθινή, ταξική θέση του και τον ρόλο του στον κόσμο: Τον ρόλο του πρωταγωνιστή των μεγάλων κοινωνικών – πολιτικών αλλαγών, του εκφραστή και δημιουργού του αληθινά προοδευτικού στην κοινωνική σκέψη, στην κοινωνική δράση, σε όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής.
Παραπομπές:
1. Βλ. Β. Ι. Λένιν, «Για τον Μαρξ και τον Μαρξισμό»
2. Κ. Μαρξ, «Για το Εβραϊκό Ζήτημα»
3. Β. Ι. Λένιν, «Η διεθνής ημέρα των εργατριών», Απαντα τ. 40, «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 192
4. «Project Living Democracy» υπό την αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης, Textbook «Living in Democracy»
*Η Στέλα Παπαοικονόμου είναι μέλος του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της ΚΕ του ΚΚΕ
Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου 20-21/7/2024