Με τη συμμετοχή γυναικών από τους Συλλόγους και τις Ομάδες, εκπροσώπων από εργατικά συνδικάτα, ενώσεις αυτοαπασχολούμενων, φοιτητικούς συλλόγους και άλλους φορείς πραγματοποιήθηκαν το Σάββατο 25 Νοέμβρη οι εργασίες της ημερίδας της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας, με αφορμή την Παγκόσμια Μέρα για την Εξάλειψη της Βίας Κατά των Γυναικών, σε αίθουσα της Νομικής Σχολής στο κέντρο της Αθήνας. Παραθέτουμε παρεμβάσεις στην ημερίδα εκ μέρους του Σωματείου Μισθωτών Δικηγόρων και του Σωματείου Μισθωτών Τεχνικών.
Παρέμβαση της Μαρίας Χατζηδημητρίου (Σωματείο Μισθωτών Δικηγόρων) : Το νομικό πλαίσιο αντιμετώπισης της βίας κατά των γυναικών: λύση ή κενό γράμμα
Συναγωνίστριες και συναγωνιστές καλημέρα,
Εκ μέρους του Σωματείου Μισθωτών Δικηγόρων ευχαριστούμε πολύ την ΟΓΕ για την πρόσκληση και την συγχαίρουμε για την σημαντική πρωτοβουλία πραγματοποίησης της ημερίδας αυτής για ένα τόσο ευαίσθητο θέμα.
Θα κάνω μία προσπάθεια να παρουσιάσω πολύ συνοπτικά κάποιες πλευρές μόνο του νομοθετικού πλαισίου για την αντιμετώπιση του κοινωνικού φαινομένου της βίας κατά των γυναικών, κυρίως της ενδοοικογενειακής βίας και της βίας στον χώρο εργασίας. Περισσότερο θα προσπαθήσω να εκθέσω κάποια παραδείγματα από την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας στην πράξη, από την πείρα μας ως δικηγόρων που συχνότερα πια από όσο παλαιότερα συναντούμε γυναίκες που έχουν υποστεί πολύμορφη βία και στην προσπάθειά μας να τις στηρίξουμε και να τις βοηθήσουμε, βιώνουμε από πρώτο χέρι την εμπειρία τους μετά την καταγγελία, μετά την απόφασή τους να καταγγείλουν ένα περιστατικό βίας που έχουν υποστεί.
Βάση της παρέμβασής αυτής είναι ότι ο κάθε νόμος ούτε κατασκευάζεται ούτε πολύ περισσότερο εφαρμόζεται σε «συνθήκες εργαστηρίου», σε ουδέτερο έδαφος. Κάθε νόμος από τον πρώτο κανόνα που θεσπίστηκε ποτέ, αντανακλά τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων της κοινωνίας την οποία επιδιώκει να ρυθμίσει, τις κοινωνικές σχέσεις δηλαδή που στο εκμεταλλευτικό σύστημα που ζούμε είναι εκμεταλλευτικές. Αντίστοιχα η εφαρμογή του νόμου που με βάση την κατοχυρωμένη στο αστικό Σύνταγμα «αρχή της ισότητας» αντιμετωπίζει όλους τους ανθρώπους ως ίσους σε μία κοινωνία ανισοτήτων, αντικειμενικά γνωρίζει όρια στο πόσο αποτελεσματική θα είναι για τον αδύναμο.
Ας πάρουμε όμως ως παράδειγμα έναν νόμο που φαινομενικά αναγνωρίζει την ανισότιμη σχέση μεταξύ του θύματος που δέχεται παρενόχληση στον χώρο εργασίας και σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΣτΠ, σε ποσοστό 95% είναι γυναίκα. Έτσι στο άρθρο 3 του Νόμου 3896/2010 που ενσωμάτωσε Ευρωπαϊκή Οδηγία του 2006, ορίζεται ότι απαγορεύεται κάθε διάκριση λόγω φύλου, και ειδικότερα η παρενόχληση, η σεξουαλική παρενόχληση, καθώς και οποιαδήποτε λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση που οφείλεται στην ανοχή ή στην απόρριψη αυτής της συμπεριφοράς και συνιστούν διάκριση λόγω φύλου Στο άρθρο 24 ορίζεται ότι, όταν ένα πρόσωπο καταγγέλλει ότι υφίσταται μεταχείριση που ενέχει διάκριση λόγω φύλου, (άρα και σεξουαλική παρενόχληση), ο καταγγελλόμενος φέρει το βάρος να αποδείξει ότι δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών και παρενόχληση. Η προστασία, εξάλλου, έναντι αντιποίνων ρυθμίζεται δυνάμει του άρθρου 14 του ίδιου Ν. 3896/2010, το οποίο απαγορεύει την καταγγελία ή την με οποιονδήποτε τρόπο λύση της σχέσης εργασίας και της υπαλληλικής σχέσης, καθώς και κάθε άλλη δυσμενή μεταχείριση, όταν συνιστά εκδικητική συμπεριφορά του εργοδότη, λόγω μη ενδοτικότητας του εργαζομένου σε σεξουαλική ή άλλη παρενόχληση σε βάρος του.
Η διάταξη ακούγεται τέλεια. Αυτός που καταγγέλλεται πρέπει να αποδείξει ότι δεν άσκησε βία οποιασδήποτε μορφής και μάλιστα όχι μόνο παρενόχληση αλλά οποιαδήποτε δυσμενή μεταχείριση λόγω φύλου, αναγνωριζόμενης κατ’ αυτόν τον τρόπο της δυσχέρειας του θύματος να την αποδείξει. Τι συμβαίνει στην πράξη;
Καταρχάς, το κόστος πρόσβασης στην δικαιοσύνη είναι απαγορευτικό για την μεμονωμένη εργαζόμενη, πολύ περισσότερο όμως μέσα σε ένα συνολικά εχθρικό πλαίσιο που αφορά πρώτιστα τις εργασιακές της σχέσεις. Ο παρενοχλητής εργοδότης δεν θα χρειαστεί να απολύσει ως αντίποινα μια εργαζόμενη που τον κατήγγειλε, όταν εκείνη εργάζεται με σύμβαση ορισμένου χρόνου, όπως η πλειοψηφία των εργαζομένων σε μια σειρά κλάδους σήμερα. Απλώς η σύμβαση δεν θα ανανεωθεί.
Όπλο στα χέρια της εργοδοσίας είναι και η μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση εναντίον της εργαζόμενης που καταγγέλλει. Μήνυση που λειτουργεί ως μοχλός πίεσης, προκειμένου ο εργαζόμενος/η εργαζόμενη να ανακαλέσει την καταγγελία του, αφού ρητά ορίζει ο νόμος ότι στην ποινική διαδικασία, δηλαδή στην μήνυση, δεν ισχύει αυτή η αντιστροφή του βάρους απόδειξης που αναφέρθηκε παραπάνω. Έτσι, η εργαζόμενη από θύμα κάθε μορφής εργοδοτικής βίας, βρίσκεται και θύμα πολυδάπανων και χρονοβόρων δικαστικών αγώνων, που έχουν κινηθεί εναντίον της από την εργοδοσία. Πρόσφατο παράδειγμα εργαζόμενη ξενοδοχουπάλληλος που κατήγγειλε σεξουαλική παρενόχληση από συνάδελφό της – «φιλαράκι» του αφεντικού και προσέφυγε στην Επιθεώρηση Εργασίας, δέχθηκε τρεις μηνύσεις, τόσο από τον ίδιο τον παρενοχλητή, όσο και από την εταιρεία, αλλά και από τον διευθυντή προσωπικά. Ο ΣτΠ σε έκθεση που δημοσιέυτηκε πριν τέσσερις μήνες σημειώνει ότι: «σε σύνολο 256 περιπτώσεων καταγγελίας, οι 66 ανακλήθηκαν πριν ολοκληρωθεί η διερεύνηση και στις 49 από αυτές η ανάκληση δεν αιτιολογήθηκε, με αποτέλεσμα ο Συνήγορος να μην γνωρίζει τους ακριβείς λόγους για τους οποίους ζητήθηκε. Ο συνηθέστερος λόγος για την ανάκληση είναι η υποβολή μήνυσης για συκοφαντική δυσφήμιση».
Ένα άλλο παράδειγμα νόμου που διαφημίζεται ως πλέον προστατευτικός για τις γυναίκες στον χώρο εργασίας είναι ο Ν. 4808/2021, ο γνωστός εκτρωματικός νόμος Χατζηδάκη που καθιστά στην πράξη κάθε απεργία και κινητοποίηση εργαζομένων παράνομη. Οι διατάξεις του, που υπερπροβλήθηκαν ως φιλεργατικό δήθεν «άλλοθι» ενός νόμου που κατακρεουργεί κυριολεκτικά κεκτημένα εργασιακά δικαιώματα ανδρών και γυναικών εργαζόμενων, κατ’ ουσίαν αποτελούν κύρωση της Σύμβασης 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του Ο.Η.Ε και αποτελούν συνέχεια του προαναφερθέντος Ν. 3896/2010. Μέσα σε όλα τα άλλα προβλέπουν την διαμόρφωση πολιτικών εντός επιχείρησης για την καταπολέμηση της βίας και της παρενόχλησης, αλλά και για την διαχείριση εσωτερικών καταγγελιών. Για να δούμε όμως στην πράξη πώς λειτουργεί κάτι τέτοιο: σε μεγάλο χώρο δουλειάς συστάθηκε τέτοιος κώδικας πολιτικών προστασίας από την παρενόχληση, με αποτέλεσμα να μεθοδεύονται κατασκευασμένες καταγγελίες εναντίον εργαζομένων (μη αρεστών στην εργοδοσία), που οι τελευταίοι δεν έχουν την δυνατότητα, λόγω δήθεν της αρχής της εμπιστευτικότητας, να μάθουν ποιος τους κατήγγειλε και να οδηγούνται έτσι -σαν πρόβατα στην σφαγή- σε απόλυση για παραβατικές συμπεριφορές που τους καταλογίζονται, αλλά που ουδέποτε διέπραξαν. Να λοιπόν η άλλη όψη του νομίσματος, ή μάλλον η ίδια όψη: o εργοδότης, ο εκμεταλλευτής θα αξιοποιεί πάντοτε το νόμο, αφού η αντικειμενικά ανισότιμη σχέση του θα του επιτρέπει στο «γήπεδο» του νόμου να είναι πάντοτε σε πλεονεκτική θέση.
Ας φύγουμε όμως από την βία στον χώρο εργασίας και ας περάσουμε στο οδυνηρό πεδίο της ενδοοικογενειακής βίας που μπορεί να πάρει ακραίες και φρικώδεις μορφές, φτάνοντας ακόμη και στην δολοφονία. Δολοφονία ή μήπως γυναικοκτονία;
Η συζήτηση για νομική αναγνώριση του φαινομένου με ξεχωριστό αδίκημα γυναικοκτονίας, ανακινείται από την ΕΕ μέσω των ευρωπαϊκών οργάνων, ΜΚΟ και διαφόρων οργανώσεων που αυτοχαρακτηρίζονται ως «φεμινιστικές, με διάφορες αφετηρίες και κατευθύνσεις.
Σημείο αναφοράς είναι σχετική Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών, γνωστή και ως «Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης» του 2011 που κυρώθηκε στην Ελλάδα με νόμο του 2018.
Για την θέσπιση ιδιώνυμου αδικήματος γυναικοκτονίας, προβάλλεται ως επιχείρημα η αξία του συμβολισμού που αναδεικνύει την έκταση του κοινωνικού προβλήματος, η αυστηροποίηση της αντιμετώπισης του δράστη και η προληπτική λειτουργία, υπό τον φόβο αυστηρότερης ποινικής μεταχείρισης.
Στην πραγματικότητα η λαϊκή οργή και αγανάκτηση που μοιραζόμαστε όλες μας για το φαινόμενο των δολοφονιών γυναικών με κίνητρο το φύλο τους, που αποτελεί βεβαίως υπαρκτό και αποκρουστικό φαινόμενο σήψης ενός συστήματος που αντιμετωπίζει ακόμη και την ίδια την ανθρώπινη ζωή ως ιδιοκτησιακό αντικείμενο, επιχειρείται να προσανατολιστεί στην διεκδίκηση νομικής κατοχύρωσης, σε ανώδυνα δηλαδή για το σύστημα μονοπάτια. Σήμερα όμως, που δεν υφίσταται ιδιώνυμο αδίκημα γυναικοκτονίας, το ίδιο το υπαρκτό φαινόμενο οφείλεται στην έλλειψη νομοθετικού πλαισίου;
Η «γυναικοκτονία» αποτελεί ανθρωποκτονία. Η ανθρωποκτονία αποτελεί το βαρύτερο έγκλημα και τιμωρείται με την αυστηρότερη στο ισχύον ποινικό σύστημα ποινή, που είναι η ισόβια κάθειρξη. Είναι διαφορετικό ζήτημα ότι με βάση το ελληνικό ποινικό δίκαιο ο χρόνος έκτισης της ισόβιας κάθειρξης έχει καταρχήν ανώτατο όριο τα 16 έτη.
Επίσης μπορεί σε συγκεκριμένες περιπτώσεις αυτός ο χρόνος να μειώνεται (πχ με ελαφρυντικά) ή και να επαυξάνεται, λόγω καθορισμένων από το νόμο ειδικών συνθηκών, όπως άλλωστε προβλέπεται από το άρθρο 82Α ΠΚ για το έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, το οποίο μπορεί και πρέπει να τροποποιηθεί ώστε ρητά να περιλαμβάνει περιπτώσεις ανθρωποκτονίας με κίνητρο το φύλο. Επομένως δεν μπορεί να γίνεται λόγος για έλλειψη νομοθετικού πλαισίου καθαυτού.
Η ζωή μιας γυναίκας, ακόμη κι αν πέφτει θύμα ανθρωποκτονίας με κίνητρο το φύλο της, δεν αποτελεί παρά ανθρώπινη ζωή. Εάν λοιπόν προσδίδεται «ιδιαίτερη αξία» (ακόμη και με θετικό τρόπο) στην αξία μιας ανθρώπινης ζωής ανοίγει ο δρόμος για να κατοχυρωθεί και στο νόμο διαβάθμιση της ανθρώπινης ζωής. Εάν κάποια ανθρώπινη ζωή θεωρείται ότι έχει υπερέχουσα αξία με κριτήριο το φορέα της, τότε μπορεί να θεωρηθεί ότι κάποια άλλη (η ζωή ενός εργάτη, πρόσφυγα, μετανάστη, αφροαμερικανού, ρομά κλπ) με βάση το ίδιο κριτήριο (του φορέα της) έχει μικρότερη και σε κάθε περίπτωση διαφοροποιημένη αξία.
Είναι υποκριτικό να ισχυρίζεται κανείς ότι η αυστηρότερη ποινική μεταχείριση από μόνη της μπορεί να εξασφαλίσει την ολόπλευρη προστασία των γυναικών από τέτοια αποκρουστικά εγκλήματα. Ως δικηγόροι το διαπιστώνουμε με αποκαρδιωτικό και για εμάς τους ίδιους τρόπο, όταν θέλουμε να βοηθήσουμε και πολλές φορές αδυνατούμε. Όταν μια γυναίκα που υφίσταται ενδοοικογενειακή βία έχει να αντιμετωπίσει από την αστυνομική αδιαφορία ή αυθαιρεσία, μέχρι τις μακροχρόνιες νομικές διαδικασίες και κυρίως τις τεράστιες ελλείψεις επιστημονικής, νομικής, κοινωνικής και οικονομικής υποστήριξης των θυμάτων από κρατικές δωρεάν δομές.
Σε ολόκληρη την Ελλάδα λειτουργούν μόλις έξι αστυνομικά γραφεία ενδοοικογενειακής βίας, μόλις από τον Οκτώβριο του 2021. Και σε αυτά είναι πολλές οι περιπτώσεις που αστυνομικοί αποτρέπουν μια γυναίκα να προχωρήσει σε καταγγελία για την κακοποίηση που έχει υποστεί, πολλές φορές δε προσβάλλουν την προσωπικότητά της. Δεν μπορώ να μην αναφέρω πρόσφατη περίπτωση, όπου ο δράστης απειλούσε κοπέλα ότι από λεπτό σε λεπτό θα ανεβάσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προσωπικό της βίντεο για να την εξευτελίσει, η κοπέλα αμέσως πήγε στο Τμήμα για να ζητήσει να προλάβουν να τον σταματήσουν και της είπαν να πάει την επόμενη ημέρα γιατί δεν υπήρχε αξιωματικός υπηρεσίας να παραλάβει τη μήνυση! Η αυτόφωρη διαδικασία που ρητά ορίζεται στο νόμο δεν τηρείται, εξ αιτίας του μη προσανατολισμού της αστυνομίας στην προστασία του λαού και εν προκειμένω των θυμάτων βίας, με αποτέλεσμα να χάνονται πολύτιμα αποδεικτικά στοιχεία και το θύμα να κινδυνεύει από περισσότερη βία μετά την καταγγελία, αφού στις περισσότερες περιπτώσεις μένει μαζί με τον θύτη! Οι δε ποινές που επιβάλλονται στους δράστες, είναι τις περισσότερες φορές ποινές με αναστολή, έτσι ο καταδικασμένος πια δράστης επιστρέφει ελεύθερος στο σπίτι. Με αυτούς τους τρόπους επιτυγχάνεται και η πολυπόθητη για το κράτος «αποσυμφόρηση των φυλακών».
Όλα αυτά βεβαίως δεν τα λέμε με σκοπό να αποτρέψουμε κάθε γυναίκα που υφίσταται βία είτε στη δουλειά είτε στο σπίτι να βρει το θάρρος να το καταγγείλει. Τουναντίον. Aπαιτείται ατομικό θάρρος και αντοχή απέναντι σε τέτοια φαινόμενα. Αλλά αυτά έχουν αποτέλεσμα μόνο μέσα στο πλαίσιο της συλλογικότητας, της συναδελφικότητας και της αλληλεγγύης, δηλαδή στην συλλογική μορφή οργάνωσης των εργαζομένων, στο σωματείο, που είναι και το μοναδικό και πραγματικό δίκτυ προστασίας κάθε γυναίκας, κάθε εργαζόμενου.
Σωματείο ταξικά προσανατολισμένα που βάζουν στο κέντρο της διεκδίκησης ανδρών και γυναικών εργαζομένων τις δημόσιες κρατικές δομές για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας, τον σεβασμό από τις κρατικές Αρχές της αξιοπρέπειας των θυμάτων, την ουσιαστική προστασία των γυναικών που πρέπει να είναι υπόθεση του εργατικού κινήματος.
Η ασπίδα λοιπόν προστασίας κάθε εργαζόμενης και κάθε εργαζόμενου, δηλαδή το σωματείο του, η συλλογική διεκδίκηση και ο συλλογικός αγώνας μπορούν να αξιοποιήσουν σίγουρα πιο αποτελεσματικά από τον ατομικό δρόμο και τις όποιες εναπομείνασες προστατευτικές για τις εργαζόμενες διατάξεις της νομοθεσίας, αλλά και την δικαστική οδό. Και αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η όποια διεκδίκηση και δικαστική αξίωση με το σωματείο στο πλάι του καταγγέλλοντα/της καταγγέλλουσας γίνεται πιο δυνατή και σαφώς πιο απειλητική για την εργοδοτική πλευρά και εν τέλει πιο αποτελεσματική στην έκβαση του δικαστικού αγώνα.
Παρέμβαση της Εύης Γεωργιάδου (Σωματείο Μισθωτών Τεχνικών) : Η βία της ευέλικτης εργασίας με «μπλοκάκι» και οι συνέπειές της στις εργαζόμενες γυναίκες στον κλάδο μελέτης – κατασκευής
Συναγωνίστριες, συναγωνιστές
Στέλνουμε αγωνιστικό χαιρετισμό από τις συναδελφισσες και τους συναδέλφους του κλάδου των επιστημονικών τεχνικών υπηρεσιών και των κατασκευών.
Στην πρόσφατη μαζική γενική συνέλευση του σωματείου μας, του Σωματείου Μισθωτών Τεχνικών, αποτυπώθηκε στην απόφαση, με αφορμή και τη φετινή παγκόσμια ημέρα εξάλειψης της βίας κατά των γυναικών, η ανάγκη για δυνάμωμα του αγώνα ενάντια σε κάθε μορφή βίας κατά των γυναικών στην εργασία, στην εκπαίδευση, στην οικογένεια, ενάντια στη βία των ιμπεριαλιστικών πολέμων. Η ανάγκη να αποκαλύπτουμε τη ρίζα της και διεκδικούμε όλα όσα είναι αναγκαία για την προστασία της γυναίκας που έχει κακοποιηθεί, αλλά και την πρόληψη κάθε μορφής βίας. Τονίστηκε ιδιαίτερα η ανάγκη συντονισμού με άλλα ταξικά σωματεία και φορείς του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος σε αυτή την κατεύθυνση.
Σήμερα βομβαρδιζόμαστε από τα συστημικά ΜΜΕ μόνο για συγκεκριμένες μορφές βίας, βομβαρδιζόμαστε από τον όρο «συμπεριληπτικότητα».
Δεν σας κάνει όμως εντύπωση που δεν λένε τσιμουδιά για τα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα;
Που δε λένε κουβέντα για τις εργαζόμενες γυναίκες που εκτίθενται σε καρκινογόνους παράγοντες και άλλες επικίνδυνες ουσίες, χωρίς καμιά προστασία του γυναικείου οργανισμού;
Που δεν έχουμε ακούσει ποτέ για τις απολύσεις εργαζομένων επειδή τόλμησαν να υψώσουν το ανάστημά τους στην εργοδοτική βία και να μπουν μπροστά για τις συλλογικές διεκδικήσεις;
Πότε ακούσαμε για τις εγκύους που απολύθηκαν, ενώ δούλευαν με «μπλοκάκι»;
Πότε πληροφορηθήκαμε από κάποια εκπομπή ότι αυτές δεν έχουν ούτε τα δικαιώματα μιας τυπικά μισθωτής εργαζόμενης;
Πότε ακούσαμε για τις εργαζόμενες που πιέζονται να υπογράψουν ότι δε θα μείνουν εγκυες;
Για την εργοδοτική βία δεν θα ακούσουμε. Εργοδοτική βία που δε γνωρίζει φύλο, αλλά είναι ταξική.
Γιατί ανεξαρτήτως αν είναι άνδρας ή γυναίκα ο εργοδότης ή ο διευθυντής, ασκεί βία στις εργαζόμενες, καθημερινά καλλιεργεί τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων για το ποια θα απολυθεί και ποια θα προαχθεί.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι η ευέλικτη εργασία και οι συνέπειές της στις γυναίκες.
Μας σερβίρουν όλα αυτά τα χρόνια στον κλάδο μας, ότι τάχα η ευελιξία που δίνει το δελτίο παροχής υπηρεσιών, το γνωστό «μπλοκάκι», θα μας δώσει δυνατότητα να καθορίσουμε όπως μας βολεύει το ωράριο μας για να φροντίσουμε τα παιδιά, ότι τάχα θα μας αποδώσει περισσότερες αποδοχές και άλλα παρόμοια.
Ποια είναι η πραγματικότητα; Η πραγματικότητα αποκαλύπτει το αόρατο πρόσωπο της ταξικής βίας που χτυπά ιδιαίτερα τις γυναίκες εργαζόμενες του κλάδου.
Βία είναι να απολύεται η εργαζόμενη με «μπλοκάκι» μόλις μείνει έγκυος, χωρίς καμιά αποζημίωση απόλυσης και παροχές μητρότητας, ή να διακόπτει την κύηση για να μη χάσει τη δουλειά της.
Βία είναι να πιέζεται η εργαζόμενη όταν πιάνει δουλειά να υπογράψει ότι δεν θα διεκδικήσει τίποτα από παροχές εξαρτημένης εργασίας και ότι αποδέχεται ότι είναι ελεύθερη επαγγελματίας.
Τι και αν βρίσκεται κάτω από την εργοδοτική πίεση και απειλή απόλυσης. Τι και αν πρέπει να δουλέψει με εντατικούς ρυθμούς μέχρι τελικής πτώσης για να βγουν τα deadlines των μελετών και των projects. Τι και αν δουλεύει ήλιο με ήλιο ως επιβλέπουσα μηχανικός σε εργοτάξιο, με τεράστιους κινδύνους για την ασφάλειά της.
Η εργασία με «μπλοκάκι», που εδώ και χρόνια αποτελεί βασική μορφή της ευέλικτης εργασίας στον κλάδο, με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων μέχρι σήμερα, σημαίνει ότι η εργαζόμενη, όπως και ο εργαζόμενος, δεν εχει καν τα δικαιώματα των τυπικά μισθωτών εργαζομένων. Εμφανίζεται ως «συνεργάτης», ως τάχα ελευθεροεπαγγελματίας, ενώ στην πραγματικότητα εργάζεται με εξαρτημένη εργασία.
Την εμφανίζουν ως «ανεξάρτητη», αλλά βιώνει τη βία της εργοδοτικής τρομοκρατίας για να μην κάνει απεργία ή στάση εργασίας, με τον κίνδυνο της απόλυσης να καραδοκεί. Απ΄την άλλη, όταν γίνει μια απόλυση δεν δικαιούται αποζημίωση, αφού φαίνονταν ως «συνεργάτιδα».
Οι εργαζόμενες πρέπει να πληρώσουν μόνες τους τις ασφαλιστικές εισφορές στις περισσότερες περιπτώσεις. Η εργαζόμενη με «μπλοκάκι», δεν μπορει να αρρωστήσει, γιατί δεν προβλέπεται αναρρωτική άδεια. Δεν εχει ωράριο και άδειες. Ούτε γονεικες άδειες, ούτε κανονική άδεια. Δεν υπάρχουν καθόλου παροχές μητρότητας, ούτε καν αυτές που ισχύουν για τις τυπικά μισθωτές, όπως οι άδειες μητρότητας και τα επιδόματα. Δεν δικαιούται δώρο Πάσχα, επίδομα αδείας και Δώρο Χριστουγέννων.
Η εργαζόμενη και ο εργαζόμενος με «μπλοκάκι» δεν δικαιούται πληρωμή υπερωριών, δεν εχει καθορισμένο ωράριο. Η δουλειά 10ωρα και 12ωρα, η δουλειά Σαββατοκύριακα, είναι πραγματικότητα στον κλάδο μας και πολύ πριν το νόμο Χατζηδάκη, καθώς δεν υπάρχει συλλογική σύμβαση εργασίας. Υπάρχει μεγάλος αριθμός γυναικών μηχανικών που δουλεύουν ατέλειωτα ωράρια, ακόμη και μέχρι τη νύχτα.
Πώς θα μπορέσει μια μητέρα να βρει χρόνο για το παιδί της, όταν δεν υπάρχει ωράριο και δουλεύει ήλιο με ήλιο;
Απέναντι σε όλα αυτά αντιτάσσουμε την οργάνωση της πάλης μαζί με άλλα ταξικά σωματεία για τα δικαιώματα των εργαζομένων. Το σωματείο εχει δώσει νικηφόρες μάχες, όπως για παράδειγμα για ανάκληση απολύσεων εγκύων που αμείβονταν με «μπλοκάκι». Αυτό το διάστημα βρισκόμαστε σε κινητοποιήσεις και διαπραγμάτευση με τους εργοδότες του κλάδου για την υπογραφή ΣΣΕ που θα καλύπτει και τα «μπλοκάκια», και ειδικά οι προβλέψεις για τις μητέρες και τις εργαζόμενες συνολικότερα αποτελούν βασικό τμήμα των διεκδικήσεών μας.
Μια άλλη πλευρά, αφορά τα θέματα υγείας και ασφάλειας της εργασίας.
Η ταξική βία που βιώνουν όλοι οι εργαζόμενοι με την απουσία μέτρων προστασίας της υγείας και ασφάλειας στην εργασία, χτυπάει ιδιαιτέρα τις εργαζόμενες γυναίκες. Οι συναδελφισσες του κλάδου το βιώνουν και ως εργαζόμενες, αλλά και μέσα από το επάγγελμα του Τεχνικού ασφάλειας όπου πηγαίνουν και σε άλλους εργασιακούς χώρους άλλων κλάδων.
Οι γυναίκες εργάζονται σε βαριές εργασίες, αναγκάζονται να σηκώνουν βαριά φορτία με αποτέλεσμα τραυματισμούς και μυοσκελετικά προβλήματα, με συνεχή ορθοστασία, με έκθεση σε ακτινοβολίες, έκθεση σε επικίνδυνους χημικούς παράγοντες κ.λπ. που οδηγούν σε καρκινογενέσεις και επηρεάζουν ιδιαίτερα την αναπαραγωγική υγεία της εργαζόμενης και του εμβρύου, εκτίθενται σε επικίνδυνους βιολογικούς παράγοντες. Πολλές γυναίκες σε πολλούς κλάδους εργάζονται τη νύχτα, με βάρδιες, ενώ είναι αποδεδειγμένη η πιθανότητα καρκινογένεσης. Η εργοδοτική βία και η εντατικοποίηση είναι παράγοντες που αυξάνουν το στρες το οποίο με τη σειρά του οδηγεί σε πλήθος προβλημάτων υγείας όπως καρδιαγγειακά, ακόμη και σε καρκίνο.
Καμία ιδιαίτερη πρόβλεψη για τις ιδιαίτερες ανάγκες του γυναικείου οργανισμού. Απουσία ουσιαστικού κρατικού ελέγχου για τα μέτρα υγείας και ασφάλειας στους χώρους δουλειάς.
Εδώ έρχεται να προστεθεί και η βία της ευέλικτης εργασίας με το «μπλοκάκι». Σε αυτές τις εργαζόμενες δεν εφαρμόζεται ούτε τυπικά η νομοθεσία για την υγεία και ασφάλεια της εργασίας, με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζονται ούτε στοιχειώδη μέτρα, ούτε καν η παροχή μέσων ατομικής προστασίας. Για τις εργαζόμενες με «μπλοκάκι» δεν εφαρμόζεται επίσης η ειδική νομοθεσία με το σχετικό προεδρικό διάταγμα που προβλέπει την υποχρέωση του εργοδότη για ειδική εκτίμηση των κινδύνων και λήψη ειδικών μέτρων για τις εγκύους, λεχώνες και γαλουχούσες εργαζόμενες για την προστασία της υγείας και ασφάλειας.
Βία είναι και οι συνέπειες της ακρίβειας, της ενεργειακής φτώχειας, της ανασφάλειας, η εμπορευματοποίηση υγείας και παιδείας, οι ελλείψεις σε παιδικούς σταθμούς.
Βία είναι η φοροληστεία με την οποία είναι αντιμέτωποι οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες, με πιο πρόσφατο επεισόδιο το νέο φοροληστικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης που χτυπάει ιδιαίτερα τις αυτοαπασχολούμενες και τις εργαζόμενες με «μπλοκάκι».
Οι αυτοαπασχολούμενες συναδελφισσες αναγκάζονται να κάνουν το τεχνικό γραφείο τους σπίτι για να ανταπεξέλθουν στα χρέη, τους φόρους, τις υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές, δουλεύοντας από το πρωί μέχρι το βράδυ. Γι’ αυτό και αναγκάζονται να αναβάλλουν το μείνουν εγκυες ή πολλές εγκαταλείπουν το επάγγελμα όταν γίνουν μητέρες.
Βία είναι να γνωρίζεις ως τεχνικός ότι ένα σχολείο που εχει κατασκευαστεί πριν το 1985 χωρίς σύγχρονους αντισεισμικούς κανονισμούς εχει μεγάλο κίνδυνο από ένα σεισμό και να αναγκάζεσαι να στείλεις το παιδί σου σε αυτό το σχολείο. Στη χώρα μας η πλειοψηφία των σχολείων δεν πληροί τις προδιαγραφές ασφάλειας.
Βία είναι να γνωρίζεις ότι υπάρχουν όλες οι επιστημονικές και τεχνικές δυνατότητες να προληφθούν οι φυσικές καταστροφές και τα τεχνολογικά ατυχήματα, και να μετράς νεκρούς εργαζόμενους, παιδιά, ηλικιωμένους, σε καταστροφές από δασικές πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς και ατυχήματα όπως η τραγωδία στα Τέμπη και καθημερινά στους εργασιακούς χώρους.
Η φετινή παγκόσμια ημέρα εξάλειψης της βίας κατά των γυναικών σημαδεύεται και από τις χιλιάδες γυναίκες και τα χιλιάδες παιδιά θύματα του κατοχικού κράτους δολοφόνου του Ισραήλ, του ιμπεριαλιστικού πολέμου την Παλαιστίνη. Αυτό το πρόσωπο της βίας προσπαθούν να κρύψουν με την άθλια ισραηλινή και ΝΑΤΟϊκή προπαγάνδα που αναπαράγουν τα εγχώρια Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης, η οποία βαφτίζει θύτες τα θύματα, εμφανίζει τις δολοφονίες αμάχων σαν «λελογισμένο κόστος» του δικαιώματος στη δήθεν «αυτοάμυνα ενάντια στην τρομοκρατία».
Κάθε εργαζόμενη μητέρα, είναι λογικό να ανησυχεί και για τον κίνδυνο κλιμάκωσης του ιμπεριαλιστικού πολέμου σκεπτόμενη ότι αύριο μπορει να πάρουν το παιδί της στο μέτωπο. Είναι λογικό να αγανακτεί με την πολιτική της σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων που εμπλέκουν τη χώρα μας στα ιμπεριαλιστικά σχέδια ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ στην ευρύτερη περιοχή, απ’ την Ουκρανία μέχρι τη Μέση Ανατολή. Με αυτή την πολιτική που καθιστά το λαό συνένοχο στη σφαγή του Παλαιστινιακού λαού και τη χώρα στόχο αντιποίνων σε πιθανή ευρύτερη πολεμική ανάφλεξη.
Γι’ αυτό και παλεύουμε για απεμπλοκή της χώρας από τον πόλεμο. Να μη χρησιμοποιηθούν υποδομές από ελληνικό έδαφος για τις επιχειρήσεις στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Να κλείσουν όλες οι αμερικανοΝΑΤΟϊκές βάσεις στη χώρα μας. Να ακυρωθεί η Ελληνοαμερικανική Συμφωνία για τις βάσεις. Να γυρίσει πίσω η φρεγάτα “Ψαρά” και τα άλλα ελληνικά πολεμικά πλοία που βρίσκονται σε αποστολές του ΝΑΤΟ. Να σταματήσει κάθε οικονομική – πολιτική – στρατιωτική συνεργασία με το κράτος – δολοφόνο του Ισραήλ.
Συναγωνίστριες, συναγωνιστές,
Ασπίδα προστασίας για τις γυναίκες και τα παιδιά είναι η συλλογική, οργανωμένη πάλη για τη γυναικεία ισοτιμία και τη χειραφέτηση, για την κάλυψη όλων των σύγχρονων αναγκών τους στην εργασία, στην προστασία της μητρότητας και των παιδιών, στο δημιουργικό ελεύθερο χρόνο.
Είναι η κοινή πάλη ενάντια στους εκμεταλλευτές, τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους και τις κυβερνήσεις που τους υπηρετούν, υλοποιώντας την πολιτική ΕΕ και ΝΑΤΟ που τσακίζει τη ζωή μας και αναπαράγει τη βία σε κάθε πλευρά της καθημερινότητάς μας.
Δεν το βάζουμε κάτω. Απέναντι στη βία αυτού του σάπιου συστήματος, αντιτάσσουμε το συλλογικό αγώνα, μαζί και με τους άνδρες εργαζόμενους, μέσα από τα ταξικά σωματεία και τους φορείς του εργατικού λαϊκού κινήματος και του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος. Προτάσσουμε τις ανάγκες μας, διεκδικούμε αυτά που μας ανήκουν. Σημαδεύουμε τον πραγματικό αντίπαλο για όλα αυτά που βιώνουμε σήμερα, φωτίζουμε το δρόμο για την ανατροπή.