……………………………
Η παράταξή μας δίνει ιδιαίτερο βάρος και έχει ολοκληρωμένη αντίληψη για το ρόλο του ριζοσπάστη δικηγόρου, που προσφέρει τις επιστημονικές νομικές του γνώσεις στην υπηρεσία του εργατικού και λαϊκού κινήματος, των αγωνιστών που διώκονται, των εργαζομένων και λαϊκών στρωμάτων ευρύτερα, που πλήττονται από την πολιτική του κεφαλαίου. Στο πλαίσιο αυτό ενθαρρύνουμε τους συναδέλφους, που έχουν την ίδια αντίληψη για το ρόλο του ριζοσπάστη δικηγόρου, να γράφουν άρθρα, να δημοσιεύουν κείμενα, να παρουσιάζονται ακόμα και σε τηλεοπτικές εκπομπές, προκειμένου να ενημερώνουν για τα δικαιώματα των εργαζομένων και να υπερασπίζονται τα δίκια του λαού.
Η στάση αυτή δεν έχει καμία σχέση με τις λεγόμενες “τηλεδίκες”, την απαράδεκτη άγρα πελατών μέσα από αυτές, τις δημόσιες σχέσεις και ακόμα περισσότερο τα γνωστά κυκλώματα, που έχουν διασυνδέσεις και με ιδιοκτήτες ΜΜΕ και μεγαλοδημοσιογράφους, τα οποία «μοιράζουν την δικηγορική πίτα», ευνοώντας γνωστά μεγαλογραφεία και μεγαλοσχήμονες. Φαινόμενα γνωστά, που χρόνια τώρα έχουν κακοφορμίσει και αναδύουν την ίδια δυσωδία, όπως και αυτά που εκδηλώνονται, στο όνομα της «νομικής υπεράσπισης», με τον προκλητικό και χυδαίο τρόπο που δυστυχώς, όχι σπάνια, αυτή επιχειρείται. Τα φαινόμενα αυτά, που είναι «η κορυφή του παγόβουνου», συνδέονται άρρηκτα με την κατάσταση που επικρατεί στη δικηγορία συνολικότερα, την εντεινόμενη ταξική διαστρωμάτωσή της, την ίδια τη φύση των δικηγορικών συλλόγων που συστεγάζουν υποχρεωτικά από τη μια εργοδότες και από την άλλη υπαλλήλους, από τη μια ισχυρές δικηγορικές εταιρείες και μεγαλογραφεία και από την άλλη αυτοαπασχολούμενους με χαμηλά εισοδήματα. Πρόκειται στην πραγματικότητα για δύο διαμετρικά διαφορετικούς δικηγορικούς «κόσμους», οι οποίοι «στριμώχνονται» κάτω από την ίδια στέγη.
Η προσέγγιση του ζητήματος, με τον τρόπο που γίνεται και με βάση την απόφαση της Ολομέλειας, είναι επιφανειακή και για το λόγο αυτό υποκριτική και ψευδεπίγραφη.
Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, για παράδειγμα, ένα κείμενο που μιλά γενικά και αόριστα για «παραπλάνηση και σύγχυση του κοινού». Θυμόμαστε, άλλωστε, παρεμβάσεις που θεωρήθηκε ότι ήταν σύμφωνες με τον Κώδικα Δεοντολογίας, αλλά κάτω από το μανδύα του επιστημονικού κύρους συνηγορούσαν υπέρ της κήρυξης απεργιών ως παράνομων, υπέρ της επιστράτευσης απεργών, υπέρ της καταστολής αγώνων στο όνομα της “νομιμότητας” και της “τάξης” κ.ά. Το ίδιο και οι προτεινόμενες διατυπώσεις που στοχεύουν ουσιαστικά στην «εξισορρόπηση» και την άμβλυνση των ευθυνών για τα αποκρουστικά αυτά φαινόμενα, με τη μετάθεση ή τη διάχυσή τους από τους εμπλεκόμενους δικηγόρους σε τρίτους.
Δεν είναι, εξάλλου, ίδια στην πράξη, η πειθαρχική αντιμετώπιση για τους ιδιοκτήτες των ισχυρών δικηγορικών εταιρειών και τους μεγαλοδικηγόρους –χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ανοχή που επιδεικνύεται με ευθύνη και της πλειοψηφίας του ΔΣ του Συλλόγου στις «εισπρακτικές» δικηγορικές εταιρείες και τις αθέμιτες μεθόδους και εκβιαστικές πρακτικές που χρησιμοποιούν σε βάρος δανειοληπτών- και τους μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους δικηγόρους με τα χαμηλότερα εισοδήματα, γιατί η εκμετάλλευση και τα διαμετρικά αντίθετα συμφέροντα δεν μπορούν να χωρέσουν αντικειμενικά στην ίδια πειθαρχική διαδικασία.
Η ευνοϊκή αυτή μάλιστα πειθαρχική μεταχείριση των «εισπρακτικών» δικηγορικών εταιρειών και όχι μόνο και η ανάθεση πειθαρχικών υπερεξουσιών ατομικά στον Πρόεδρο του Συλλόγου, θυμίζουμε ότι κατοχυρώθηκε με προκλητικό τρόπο και νομοθετικά με το Ν. 4745/2020, με βάση τη γνωστή νυκτερινή «τροπολογία της ντροπής» του βουλευτή της ΝΔ Σπανάκη, γνωστού για την ανάληψη τέτοιων «ειδικών αποστολών», την οποία ο Υπουργός Δικαιοσύνης έκανε αμέσως δεκτή, ενώ στη σχετική συζήτηση του θέματος που έφερε και κατήγγειλε στο ΔΣ του Συλλόγου η παράταξή μας, ο Πρόεδρος του Συλλόγου επιχείρησε απαράδεκτα να αποσιωπήσει τη γνώση της συγκεκριμένης τροπολογίας και να υποβαθμίσει τη σοβαρότητά της.
Παρ’ όλα αυτά, δεν παραιτούμαστε από την προβολή της ανάγκης καυτηριασμού των θλιβερών και ανεπίτρεπτων αυτών φαινομένων, την ανάδειξη των αιτιών και των υπευθύνων τους, αλλά και την απαίτηση για τον πειθαρχικό έλεγχό τους, μέσω και της αναμόρφωσης του Κώδικα Δικηγόρων και την άρση των σχετικών νομοθετικών και άλλων εμποδίων.
Τοποθέτηση του Αντώνη Αντανασιώτη, εκπροσώπου της «Αγωνιστικής Συσπείρωσης Δικηγόρων» στο ΔΣ του ΔΣΑ της 7-2-2022