*Μαρίνα Λαβράνου, Δικηγόρος
Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, το οποίο έφεραν στο προσκήνιο οι τελευταίες εξελίξεις, δεν μπορεί ούτε να παραγραφεί ούτε να «κουκουλωθεί» με συγγνώμες και μερικές κυβερνητικές παραιτήσεις.
Η στάση, από τη μια της κυβέρνησης, που δηλώνει ανήξερη στην υπόθεση της παρακολούθησης των επικοινωνιών πολιτικών προσώπων και δημοσιογράφων, από την άλλη της αξιωματικής αντιπολίτευσης και των υπόλοιπων κομμάτων, που υποκριτικά διαμαρτύρονται θεωρώντας ότι βρήκαν άλλο ένα πεδίο βολικής αντιπαράθεσης, θέλει να κρύψει ότι είναι συνυπεύθυνοι στη διαμόρφωση ενός θεσμικού πλαισίου, που προμηνυει και νέες επικίνδυνες εξελίξεις για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των εργαζομένων, της νεολαίας. Άλλωστε, ούτε η κυβέρνηση της ΝΔ, ούτε η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επέδειξαν την ίδια ευαισθησία στη διερεύνηση, από το 2016 μέχρι σήμερα, των καταγγελιών του ΚΚΕ για τα απανωτά περιστατικά συνακροάσεων στην έδρα της ΚΕ, δηλαδή σε τηλέφωνα που περιλαμβάνουν και συνομιλίες του συνόλου της κοινοβουλευτικής του ομάδας!
Δεν είναι τυχαία ούτε η χρονική συγκυρία ούτε η «σπουδή» της κυβέρνησης να εξαγγείλει και να υλοποιήσει με επείγοντα τρόπο μια σειρά μέτρα για την περαιτέρω ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου που θωρακίζει το πραγματικό σκάνδαλο των νόμιμων επισυνδέσεων πολιτικών προσώπων, της μαζικής παρακολούθησης, καταγραφής, συγκέντρωσης και χρήσης προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων πολιτών (βλ. πρόσφατη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου).
Η εμπλοκή και προεξάρχουσα θέση της αστικής τάξης της Ελλάδας για την εξυπηρέτηση των δικών της συμφερόντων στην υλοποίηση των σχεδιασμών της ΕΕ, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην περιοχή (και όχι μόνο) δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για την ανάγκη επιτάχυνσης σειράς μέτρων από πλευράς του αστικού κράτους. Στόχος είναι η πιο αποτελεσματική ένταση της πρόληψης, παρακολούθησης και καταστολής, αφενός βέβαια ανταγωνιστών, αντιπάλων στην καπιταλιστική αρένα, αφετέρου του βασικού εχθρού της αστικής τάξης σε κάθε χώρα, τον εχθρό λαό, το εργατικό-λαϊκό κίνημα και τη δράση που αμφισβητεί το σύστημα.
Ταυτόχρονα, παίρνει τα απαραίτητα μέτρα ώστε η ένταση της καταστολής να γίνεται αποδεκτή από τα λαϊκά στρώματα, με την έννοια – ομπρέλα της «εθνικής ασφάλειας» να προσφέρει τα μέγιστα ως νομιμοποιητικός λόγος. Εξίσου επικίνδυνη βέβαια είναι και η νομοθετική πρόβλεψη για τη δυνατότητα άρσης του απορρήτου σε περίπτωση τέλεσης εγκλημάτων, όταν την ίδια στιγμή η άνοδος της ριζοσπαστικοποίησης και οι λαϊκές κινητοποιήσεις θεωρούνται από την ΕΕ ύψιστη απειλή για την ασφάλεια των αστικών κρατών.
Στις παραπάνω κατευθύνσεις συνηγορούν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα. Γι’ αυτό και ψήφισαν όλοι μαζί – εκτός των άλλων – πριν από λίγους μήνες τον ευρωπαϊκό κανονισμό 2021/821 που νομιμοποιεί την παραγωγή, εμπορία και διακίνηση κατασκοπευτικού λογισμικού (τύπου Pegasus, Predator κ.ά.).
Γι’ αυτό και η κυβέρνηση της ΝΔ πάτησε στο ήδη διαμορφωμένο από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις θεσμικό πλαίσιο, που όχι μόνο διατήρησαν, αλλά και ενίσχυσαν περαιτέρω τον εφαρμοστικό του Συντάγματος νόμο 2225/1994 (λειτουργώντας έτσι με τις «ευλογίες» του Συντάγματος). Φυσικά τα διαπιστευτήριά της έδωσε και η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, μεταξύ άλλων, με τον νέο Ποινικό Κώδικα υποβάθμισε από κακούργημα σε πλημμέλημα την υποκλοπή των επικοινωνιών και τη χρήση των προϊόντων της (άρθρο 370Α) και ψήφισε το ν.4531/2018 που στο άρθρο 25 παρ. 2 ορίζει ότι η άρση του απορρήτου θα γίνεται αποκλειστικά από τον Εισαγγελέα της ΕΥΠ, στην οποία τώρα κουνάει το δάχτυλο ως αντιπολίτευση.
Αν στα παραπάνω συνυπολογίσουμε και το σύνολο των σχετικών οδηγιών και κανονισμών της ΕΕ, που ενσωματώνονται στην ελληνική νομοθεσία, καταλαβαίνουμε όχι μόνο ότι σφίγγει όλο και περισσότερο η θηλιά της καταστολής στο λαιμό των λαών σε όλα τα κράτη της ΕΕ, αλλά και ότι στον κόμπο της βρίσκεται φαρδιά – πλατιά η υπογραφή τόσο των νεοφιλελεύθερων (ή «συντηρητικών» ή «δεξιών») όσο και των σοσιαλδημοκρατικών (ή «προοδευτικών» ή «δημοκρατικών» ) κομμάτων και κυβερνήσεων. Αυτό το έργο συνεπικουρούν και η Δικαιοσύνη, αξιοποιώντας φυσικά το μανδύα της «ανεξαρτησίας», και οι διάφορες συνταγματικά προβλεπόμενες «ανεξάρτητες» αρχές.
Απέναντι σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα, ο λαός έχει τη δύναμη να ορθώσει το ανάστημά του, απαιτώντας να καταργηθεί τώρα όλο το νομικό πλαίσιο «του μεγάλου αδερφού», γυρνώντας την πλάτη στις αστικές κυβερνήσεις και τα κόμματά τους.