Σε σύσκεψη στο Αιγάλεω με αφορμή τις εξελίξεις γύρω από το αποτρόπαιο έγκλημα του κατ΄ εξακολούθηση βιασμού και της μαστροπείας σε βάρος ενός 12χρονου κοριτσιού στον Κολωνό, μίλησε η Βιβή Δάγκα, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνη του Τμήματος για την Ισοτιμία και τη Χειραφέτηση των Γυναικών.
Όπως τόνισε, «Τα φώτα πρέπει να στραφούν σε όλους εκείνους τους κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες που γεννούν τους δράστες – “τέρατα” κι αφήνουν τα παιδιά ευάλωτα στην πολύμορφη βία, όπως αποκαλύπτεται και από τη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν η ανήλικη και τα αδέρφια της», υπογράμμισε και στηλίτευσε την επιφανειακή και χοντροκομμένη «κόντρα» ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τους «πανελίστες» που μετατρέπουν καθημερινά σε «θέαμα» για τις τηλεοπτικές οθόνες τον ανθρώπινο πόνο.
Η ολόπλευρη προστασία των παιδιών «απαιτεί προσλήψεις ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών στις σχολικές μονάδες […] δίκτυο υπηρεσιών με επίκεντρο την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και πυρήνα το Κέντρο Υγείας», με μονάδες που να διασυνδέονται με την οικογένεια, τα σχολεία και τις σχολές, τους βρεφονηπιακούς σταθμούς, τους τόπους δουλειάς, τους τόπους άθλησης, τις μονάδες περίθαλψης ηλικιωμένων, και θα περιλαμβάνουν Κέντρο Ψυχικής Υγείας «με βασική προτεραιότητα την πρόληψη σε όλα τα επίπεδα, σε όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες».
Κόντρα στις παραπάνω ανάγκες και δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα, «το κράτος αποσύρεται όλο και περισσότερο από τη λειτουργία των απαραίτητων δομών για την πρόληψη της βίας και της κακοποίησης, την αντιμετώπιση του τραύματος, την προστασία των κακοποιημένων παιδιών και των παιδιών χωρίς οικογένεια», κατήγγειλε η Βιβή Δάγκα, ενώ «αναθέτει τέτοιες υπηρεσίες και υποδομές στην ιδιωτική πρωτοβουλία, στις ΜΚΟ».
«Η ενοχή και η ντροπή των κακοποιημένων παιδιών και γυναικών εκφράζουν το φόβο τους απέναντι στην αρένα και τη σήψη της εκμεταλλευτικής κοινωνίας που μοιάζει απειλητική κι επικριτική για τα θύματα, με βάση τις αντίστοιχες κυρίαρχες αξίες, ήθη, αντιλήψεις», σχολίασε.
«Η διαχρονική πολιτική της υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης, που ακολουθούν όλες οι κυβερνήσεις, λογαριάζει ως “κόστος” τις ανάγκες αυτών των παιδιών που έχουν στερηθεί την οικογένειά τους ή ένα ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον, όπως είναι για παράδειγμα παιδιά που έχουν εγκαταλειφθεί ή κακοποιηθεί από τις οικογένειές τους, μέλη άστεγων οικογενειών, παιδιά με γονείς τοξικοεξαρτημένους».
Τόνισε ακόμη ότι, τόσο η σημερινή κυβέρνηση, όσο και η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ακολουθούν την ίδια πολιτική στο ζήτημα της παιδικής προστασίας, διαφημίζοντας πως δήθεν «βάζουν τέλος στην ιδρυματική φροντίδα των παιδιών» και προωθούν την «οικογενειακού τύπου εναλλακτική φροντίδα».
Με αφορμή τις τελευταίες αγωνιστικές πρωτοβουλίες με τις οποίες μια σειρά φορείς δίνουν «ανάσα» από τη δυσωδία που αναδίδει η επικαιρότητα και υψώνουν «ασπίδα προστασίας» για κάθε παιδί και οικογένεια που υποφέρει, κάλεσε «να πολλαπλασιάσουμε τέτοιες δράσεις σε κάθε εργατικό σωματείο, σε κάθε ένωση αυτοαπασχολούμενων, στο γυναικείο σύλλογο της ΟΓΕ, σε κάθε σύλλογο γονέων και μαθητικό συμβούλιο, στους φοιτητικούς συλλόγους. Να μετατραπεί η οργή κι αγανάκτησή μας σε συλλογική δράση, αγωνιστική διεκδίκηση και αλληλεγγύη». Στον δρόμο του αγώνα, όπως εξήγησε, μπορεί κάθε παιδί και κάθε άνθρωπος να διδαχθεί τις αξίες της συλλογικότητας, της συντροφικότητας, να αναπτύξει τα απαραίτητα «αντισώματα» απέναντι στην αρένα και τη σήψη της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.