Οι εκτεταμένες αναδιαρθρώσεις στην αστική Δικαιοσύνη, κατά βάση στο όνομα της επιτάχυνσής της, αποτελούν ένα από τα βασικά προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης και γι’ αυτό βρίσκονται στην κορυφή της κυβερνητικής ατζέντας αυτήν την περίοδο. Η στόχευση είναι σαφής και αφορά μεταρρυθμίσεις στο σύνολο της Δικαιοσύνης: Από τους Ποινικούς Κώδικες έως την ψηφιοποίηση και την Τεχνητή Νοημοσύνη στην απονομή της δικαιοσύνης, τη δικαστική αστυνομία, τις υποδομές και τον δικαστικό χάρτη που θα φέρει στη Βουλή με το νέο έτος, και ο οποίος προβλέπει κλείσιμο των Ειρηνοδικείων και συγχωνεύσεις Πρωτοδικείων και Εφετείων.
Οπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης στην πρόσφατη ομιλία του στη Γενική Συνέλευση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, «δεν έχουμε μια λειτουργία της Δικαιοσύνης εν τω συνόλω η οποία να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες. Είναι το φωτάκι που ανάβει στους ξένους επενδυτές. Οι ξένοι που θέλουν να επενδύσουν στην Ελλάδα για να μπορέσουν τα παιδιά μας να βρουν δουλειά, για να μπορέσει να αναπτυχθεί η οικονομία, να μπορέσει να έχει έσοδα η οικονομία, να μπορεί να πληρώνει μισθούς η οικονομία (…) βλέπουν το φωτάκι αυτό. Δύο πράγματα κοιτάνε: Αν υπάρχει πολιτική σταθερότητα, και σε τι κατάσταση βρίσκεται η Δικαιοσύνη».
Σε αυτήν την κατεύθυνση, και οι πολυδιαφημιζόμενες παρεμβάσεις στο σύστημα της Ποινικής Δικαιοσύνης, με το νέο νομοσχέδιο που θα βρίσκεται στη διαβούλευση μέχρι τις 28 Δεκέμβρη, περιλαμβάνουν εκτεταμένες αντιδραστικές αλλαγές, για έκτη φορά σε λιγότερα από πέντε χρόνια, από τη διαδικασία πριν το ακροατήριο, τα δικαιώματα του κατηγορουμένου, τις ποινές, την έκτιση στις φυλακές κ.ά.
Η «επιτάχυνση» μεταφράζεται σε πιο ακριβή και απροσπέλαστη για τον λαό Ποινική Δικαιοσύνη
Με το νομοσχέδιο, όπως κατατέθηκε από την κυβέρνηση, προωθείται η επιτάχυνση της Δικαιοσύνης για τα συμφέροντα των λίγων και συνδέεται άμεσα με τον νέο δικαστικό χάρτη που έπεται. Ενδεικτικά, καταργούνται ή περιορίζονται πολυμελείς συνθέσεις δικαστηρίων και προωθείται κατά βάση η εκδίκαση μεγάλου όγκου υποθέσεων από έναν μόνο δικαστή, ακόμα και για βαριά αδικήματα, ώστε να διεκπεραιώνονται πολλές υποθέσεις ταυτόχρονα. Παράλληλα, με την κατάργηση της πενταμελούς σύνθεσης, στην πραγματικότητα η απόφαση ενός τριμελούς Εφετείου θα προσβάλλεται σε ένα τριμελές Εφετείο με άλλη σύνθεση! Ακόμη, αυξάνονται οι υποθέσεις που θα παραπέμπονται απευθείας στο δικαστήριο για να δικαστούν, καθώς περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό μια ενδιάμεση διαδικασία που προϋπέθετε την προηγούμενη έκδοση σχετικής απόφασης (βούλευμα). Στην πραγματικότητα, δηλαδή, χειροτερεύει συνολικά η θέση του κατηγορούμενου, αφού καθίσταται στην ουσία πιο δύσκολη η υπεράσπισή του.
Αντίστοιχα, διατηρούνται και θωρακίζονται περαιτέρω οι αντιδραστικοί αμερικανόπνευστοι θεσμοί που εισήγαγε ή ενίσχυσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το 2019, και περιλαμβάνουν ένα παζάρι για το ύψος της ποινής ανάμεσα σε εισαγγελέα και κατηγορούμενο (ποινική διαπραγμάτευση), την έκδοση καταδικαστικής απόφασης σε βάρος του κατηγορουμένου χωρίς καμία ακροαματική διαδικασία (ποινική διαταγή) και την επιβολή μιας συμβολικής ποινής σε όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα να αποκαταστήσουν τη ζημιά που προκάλεσαν (ποινική συνδιαλλαγή). Επαναφέρεται δε και ο θεσμός της μετατροπής της ποινής σε χρήμα, συνεπώς όποιος έχει χρήματα θα μπορεί να εξαγοράσει την ποινή του…
Μάλιστα, η κυβέρνηση θυμήθηκε τη «δικομανία» και την αξιοποιεί ως πρόσχημα για να γίνει η Δικαιοσύνη πιο ακριβή για τον λαό, λειτουργώντας ως ένας εισπρακτικός μηχανισμός, τόσο σε ό,τι αφορά την πρόσβαση σε αυτή όσο και στο πεδίο της έκτισης των ποινών. Δημιουργούνται νέες κατηγορίες παραβόλων για δικαστικές ενέργειες (καθιερώνεται παράβολο και για την αναβολή εκδίκασης μιας υπόθεσης) ή αυξάνονται οι τιμές τους, ενώ επανέρχεται το παράβολο για κατάθεση μήνυσης, το οποίο είχε καταργηθεί. Ταυτόχρονα, αυξάνονται κατά πολύ τα δικαστικά έξοδα για όποιον δεν δικαιωθεί στο δικαστήριο, κάτι που καθιστά την πρόσβαση στη Δικαιοσύνη ακόμα πιο δαπανηρή και φοβική για τον λαό. Χαρακτηριστικά, στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο από 80 φτάνουν έως τα 400 ευρώ, ενώ στο Τριμελές από 200 φτάνουν τα 1.500!
Η δήθεν αντιμετώπιση αποτρόπαιων εγκλημάτων ως «ομπρέλα» για ένταση της καταστολής
Η γνωστή συνταγή της αυστηροποίησης των ποινών, στο όνομα της αντιμετώπισης αποτρόπαιων εγκλημάτων, αξιοποιείται για νέα επίθεση και ένταση της καταστολής.
Ετσι, αυξάνονται τα ανώτατα όρια ποινών (η κάθειρξη γίνεται 20 χρόνια από 15), γίνεται υποχρεωτική η έκτιση ποινής και σε μικρής βαρύτητας αδικήματα, δυσκολεύει η πρόωρη αποφυλάκιση των κρατουμένων με τον θεσμό της υφ’ όρων απόλυσης (με εξέταση κριτηρίων όπως τα «ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά» του δράστη!), παρότι έχει αποδειχθεί ότι η αυστηροποίηση των ποινών δεν μειώνει την εγκληματικότητα, αφού δεν αντιμετωπίζει τις πραγματικές αιτίες της. Μάλιστα το νομοσχέδιο πάει ένα βήμα παραπέρα, καθώς δίνει τη δυνατότητα να επιβληθεί η πλήρης ποινή που προβλέπεται για την τέλεση ενός αδικήματος και στην περίπτωση της απόπειρας ή της βοήθειας προς αυτό (απλή συνέργεια). Στην ίδια κατεύθυνση, ανοίγει τον δρόμο για εξίσωση των ποινών στην περίπτωση της αμέλειας με αυτήν του δόλου, της σκόπιμης δηλαδή τέλεσης μιας πράξης, αφού προβλέπει δήμευση όλης της περιουσίας του δράστη για το αδίκημα του εμπρησμού, ακόμα και από αμέλεια.
Επιπλέον, περιορίζεται η αναστολή εκτέλεσης της ποινής, που μέχρι τώρα προϋπέθετε κατά βάση αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Ειδικά όσοι έχουν ξανατελέσει κάποιο αδίκημα (υπότροποι) και βρίσκονται ήδη σε αναστολή εκτέλεσης της ποινής τους, σε περίπτωση νέας δίωξης θα είναι δυνατό να εκτίουν αμέσως την ποινή του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου χωρίς να υπάρχει ακόμα αμετάκλητη απόφαση για την ενοχή τους από ανώτερο δικαστήριο. Αντίστοιχα, οι ποινές άνω των 3 ετών θα εκτίονται υποχρεωτικά, τουλάχιστον μερικώς. Στην πράξη, δηλαδή, ενισχύεται το τεράστιο κατασταλτικό οπλοστάσιο απέναντι στο εργατικό – λαϊκό κίνημα, αφού στην περίπτωση δεύτερης καταδίκης για κάποιο από τα αδικήματα που «φορτώνονται» με ευκολία για να κάμψουν τους αγώνες του λαού (όπως π.χ. η «διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών» στις περιπτώσεις των συμβολικών αποκλεισμών των Εθνικών οδών) θα συνεπάγεται φυλάκιση για τους καταδικασθέντες, ασχέτως αν τελικά αθωωθούν από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο!
Εντείνεται έτσι ο κατασταλτικός χαρακτήρας του νομικού πλαισίου και ανοίγονται επικίνδυνοι δρόμοι για τις απανωτές διώξεις αγωνιστών του εργατικού – λαϊκού κινήματος. Στην ίδια κατεύθυνση, μάρτυρες αστυνομικοί που έχουν δώσει γραπτή κατάθεση για ένα περιστατικό στην προδικασία δεν θα εμφανίζονται στο δικαστήριο, και άρα δεν θα μπορούν να εξεταστούν από τον δικαστή ή τον δικηγόρο του κατηγορουμένου για να διακριβωθεί η αλήθεια των όσων ισχυρίζονται, ενώ είναι γνωστό ότι αυτοί είναι οι βασικοί μάρτυρες κατηγορίας πάνω στους οποίους στήνουν διαδηλωτοδικεία, μαθητοδικεία και πάει λέγοντας.
Ταυτόχρονα, οι προωθούμενες αλλαγές θα οδηγήσουν περισσότερους στις ήδη υπερκορεσμένες και με άθλιες υποδομές φυλακές, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο και για «ιδιωτικές φυλακές». Με βάση μόνο τα επίσημα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, στις 16/11/2023 σε συνολική χωρητικότητα 10.175 θέσεων κράτησης κρατούνταν συνολικά 10.459 κρατούμενοι. Ο υπουργός Δικαιοσύνης έχει προαναγγείλει την ίδρυση νέων καταστημάτων για όσους θα εκτίουν μικρές ποινές, χωρίς να ξεκαθαρίζεται ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα σε αυτό.
Επιδερμική κριτική και ουσιαστική αθώωση του αντιδραστικού χαρακτήρα της Ποινικής Δικαιοσύνης
Οι καινούργιες αλλαγές στους Ποινικούς Κώδικες δεν ήρθαν από το πουθενά. Το ποινικό – κατασταλτικό οπλοστάσιο εκσυγχρονίζεται συνεχώς από την εκάστοτε κυβέρνηση, ώστε να υπηρετεί καλύτερα τις ανάγκες του σύγχρονου αστικού κράτους, εναρμονίζεται συνεχώς με τις ευρωπαϊκές Οδηγίες και κατευθύνσεις. Ετσι, λ.χ. τα προηγούμενα χρόνια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, εκτός από τους νέους απαράδεκτους Ποινικούς Κώδικες που έφερε, ενσωμάτωσε την «Ευρωπαϊκή Εντολή Ερευνας», που διευρύνει τις αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών κατασταλτικών αρχών και αυστηροποιεί διατάξεις που θέτουν στο στόχαστρο λαϊκές κινητοποιήσεις. Ταυτόχρονα, εισήγαγε αντιδραστικούς θεσμούς όπως η ποινική διαπραγμάτευση και νομοθέτησε «ιδιώνυμο» αδίκημα για την αντίσταση κατά πλειστηριασμών, με την αιτιολογία ότι αυτοί «αποτελούν μέσα ενίσχυσης της ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος». Η κυβέρνηση της ΝΔ, παίρνοντας τη σκυτάλη και αξιοποιώντας και την περίοδο της πανδημίας, αυστηροποίησε ποινές, ενσωμάτωσε ευρωπαϊκές Οδηγίες για την ενίσχυση της «αντιτρομοκρατικής» νομοθεσίας, τον «τρομονόμο» στην Τέχνη, την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία κ.ο.κ.
Πώς στέκονται απέναντι στις νέες αντιδραστικές ρυθμίσεις διάφορες «προοδευτικές», όπως αυτοαποκαλούνται, δυνάμεις του χώρου της Δικαιοσύνης; Η κριτική τους εστιάζει στην αντισυνταγματικότητα ρυθμίσεων του νομοσχεδίου, στην παραβίαση βασικών αρχών του παραδοσιακού Ποινικού Δικαίου και των κανόνων «καλής νομοθέτησης», αποδίδοντας αυτά, τελικά, σε μια αυταρχική κυβέρνηση που δεν έχει αντίπαλο και που δεν ενδιαφέρεται για τη βελτίωση της απονομής δικαιοσύνης αλλά για την επιβολή του δόγματος «νόμος και τάξη», ακυρώνοντας «στην πράξη τα βήματα φιλελεύθερης μεταρρύθμισης της ποινικής νομοθεσίας των προηγούμενων ετών».
Οι φωνές αυτές καταλήγουν έτσι σε εκκλήσεις για υπεράσπιση αυτού του Ποινικού Δικαίου όπως ισχύει σήμερα, δηλαδή του κατασταλτικού, ταξικού και εχθρικού για τον λαό Δικαίου, «ντύνοντας» πλευρές του με έναν προοδευτικό και ανθρωπιστικό μανδύα για τον οποίο πρέπει τάχα να παλέψουν οι προοδευτικοί νομικοί. Φτάνουν μάλιστα μέχρι το σημείο να συντάσσονται με σχετική τοποθέτηση της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων, λέγοντας πως αν η στάση της ήταν αντίστοιχη σε προηγούμενες νομοθετικές αλλαγές «ίσως δεν θα είχαμε φτάσει σε αυτό το σημείο». Βγάζουν έτσι «λάδι» αυτούς που διαχρονικά έχουν στηρίξει τους αντιδραστικούς σχεδιασμούς στον χώρο της Δικαιοσύνης, που υπηρετούν τα συμφέροντα των μεγάλων δικηγορικών εταιρειών και μεγαλογραφείων, που αρνούνται την ύπαρξη του Σωματείου Μισθωτών Δικηγόρων και που στο πρόσφατο φορολογικό νομοσχέδιο φρόντισαν για την αποκλιμάκωση των αγωνιστικών κινητοποιήσεων των δικηγόρων, έβαλαν εμπόδια σε Γενικές Συνελεύσεις κ.λπ.
Μόνο με την πάλη του θα προστατεύει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του το εργατικό – λαϊκό κίνημα
Το Ποινικό Δίκαιο, ως κατηγορία του Δικαίου που υπηρετεί το σύγχρονο αστικό εκμεταλλευτικό κράτος, συνεπικουρεί, στηρίζει και ανοίγει δρόμους για την κερδοφορία του κεφαλαίου, γι’ αυτό και πρώτα απ’ όλα στρέφεται κατά των διεκδικήσεων της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, κατά του «εχθρού λαού». Ετσι, λοιπόν, κάθε τροποποίησή του εμπλουτίζει περαιτέρω ένα επικίνδυνο για τον λαό οπλοστάσιο. Γι’ αυτόν τον λόγο, άλλωστε, μια σειρά εξαιρετικά αντιδραστικές ποινικές προβλέψεις δεν αμφισβητούνται από καμία αστική κυβέρνηση, καθώς αν και δείχνουν να διαφοροποιούνται και να κοντράρονται στα επιμέρους, στο ουσιαστικό περιεχόμενο των Ποινικών Κωδίκων συγκλίνουν.
Το εργατικό – λαϊκό κίνημα να απαιτήσει την άμεση απόσυρση του απαράδεκτου νομοσχεδίου. Εχει τη δύναμη να χαλάσει τα σχέδια κράτους και κυβερνήσεων, της δικτατορίας του κεφαλαίου να τυλίξει «σε μια κόλλα χαρτί» τους αγώνες του για μια καλύτερη ζωή. Οση καταστολή κι αν επιστρατεύσουν – ανοιχτά ή με προφάσεις – όσοι καταδυναστεύουν τη ζωή και τα όνειρα του λαού και της νεολαίας, η ενίσχυση της πάλης του εργατικού – λαϊκού κινήματος με σημαία τις σύγχρονες ανάγκες του μπορεί να τους συντρίψει και να ανοίξει τον δρόμο για την κοινωνία όπου πραγματικά θα προστατεύονται οι ελευθερίες και τα δικαιώματά του.
* Της Μαριάννας Δίπλα
Αναδημοσίευση από τον Ριζοσπάστη 23-24 Δεκέμβρη 2023