Η παρέμβαση της Κυριακής Βλάχου, τελειόφοιτης στη Νομική Σχολή της Αθήνας, στην Ημερίδα «Δικτατορία του κεφαλαίου: το αληθινό πρόσωπο του σημερινού “επιτελικού κράτους δικαίου”», που συνδιοργάνωσαν το Τμήμα Δικαιοσύνης & Λαϊκών Ελευθεριών της Κεντρικής Επιτροπής και η ΤΟ Δικαιοσύνης της ΚΟΑ του ΚΚΕ.
Όσα συζητήθηκαν στην Ημερίδα άπτονται τόσο της επικαιρότητας, όσο και του αντικειμένου σπουδών μας. Τα ακούμε και τα συζητάμε στις παραδόσεις με τους καθηγητές, όμως σε ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο, σε μία άλλη βάση και θέλω να σταθώ κυρίως σε δύο άξονες: το λεγόμενο αταξικό δίκαιο και τη συχνή αλλαγή θέσεων ως προς το Σύνταγμα.
Το πρώτο που μαθαίνουμε στη Σχολή είναι, ότι όλοι «υπηρετούμε τον Νόμο», τον εφαρμόζουμε, τον ερμηνεύουμε, προσπαθούμε να λύσουμε τα ζητήματα που έχουμε στην πραγματικότητα μεταφέροντάς τα στη νομική πραγματικότητα και να τα υπαγάγουμε στην εκάστοτε διάταξη. Μαζί με αυτό συζητάμε για την «αυθεντία του Νομοθέτη», που επιδιώκει το κοινό καλό, την κοινωνική ευημερία, αντιμετωπίζει τα προβλήματα που παρουσιάζονται στην εποχή του κλπ. Από τη μία δε δίνεται βαρύτητα στον αν ο νόμος είναι δίκαιος ή όχι παρά το θεωρούμε θέσφατο, απόλυτη αλήθεια, πως όντως προάγει την κοινωνία και το συλλογικό όφελος.
Σύμφωνα με αυτά πρέπει να θεωρούμε δίκαιο να παίρνουν την πρώτη κατοικία της χαμηλοσυνταξιούχου· να τιμωρείται ποινικά μια καθαρίστρια που εγκληματεί με το να παρουσιάζει ψευδώς, ότι πήρε απολυτήριο δημοτικού για να δουλέψει· να είναι παράνομες οι απεργίες των εργατών, που είδαν τον συνάδελφό τους να γίνεται σμπαράλια στο λιμάνι ή να του κόβεται το χέρι σε εργοστάσια στην Ήπειρο, αλλά είναι νόμιμες οι παρακολουθήσεις πολιτικών και δημοσιογράφων· οι μαζικές απολύσεις, αφού πέρασε μνημονιακός νόμος που το επιτρέπει· τα κυκλώματα ναρκωτικών και εμπορίου λευκής σαρκός, αφού δεν έχουν υπάρξει τελεσίδικες αποφάσεις δικαστηρίων – ούτε πρόκειται να υπάρξουν, κατά τη γνώμη μου.
Από την άλλη, δε δίνεται η πραγματική διάσταση του νομοθέτη. Οι περισσότεροι είτε ξεχνάμε είτε δε θυμόμαστε, ότι μιλάμε για το αστικό κοινοβούλιο, η σύνθεση του οποίου αλλάζει, έχει άλλους σχηματισμούς -συσχετισμούς ανά τα χρόνια, αποτελείται από κόμματα που εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα. Πώς γίνεται λοιπόν να μην είναι και ταξικό και εχθρικό για το λαό ένα Δίκαιο με αυτό το περιεχόμενο;
Αφού, λοιπόν, το Δίκαιο είναι ταξικό και εξυπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης και εξαρτάται από ένα νομοθέτη που έχει έναν μεταβαλλόμενο συσχετισμό (πάντα όμως προς όφελος του κεφαλαίου) είναι δυνατό να αλλάζουν οι διατάξεις και να αλλάζει και η θεωρητική συζήτηση από μέρους των καθηγητών, ενώ ακόμα και αυτά που λέμε «επικρατούσες θεωρίες» αλλάζουν.
Παλαιότερα είχαμε τη συζήτηση για τη σύγκριση ευρωπαϊκού και ημεδαπού δικαίου, τώρα υπάρχει η συζήτηση για το διάχυτο του ελέγχου συνταγματικότητας ή τη συγκέντρωσή του σε ένα συνταγματικό δικαστήριο.
Ωστόσο, εκεί που προβληματίζει η αλλαγή απόψεων, είναι στην ρευστότητα του αντικειμένου και στις ειδικές διατάξεις. Για παράδειγμα, στο Α’ εξάμηνο στο συνταγματικό δίκαιο μαθαίναμε, ότι ο περιορισμός των συναθροίσεων δεν επιτρέπεται σχεδόν με κανένα τρόπο, ενώ στο Δ’ εξάμηνο, στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, τις μέρες που συζητούνταν ακόμα ο αντίστοιχος νόμος, ακούγαμε από τους ίδιους καθηγητές, ότι δε γίνεται οι μειοψηφίες, όσο σημαντικά αιτήματα και να έχουν, να ταλαιπωρούν την πλειοψηφία του κόσμου και την κοινωνική λειτουργία!
Αντίστοιχα παραδείγματα μπορούμε να δούμε και στο εργατικό δίκαιο,που με τα μνημόνια οι ΣΣΕ έγιναν «βάρος» για την κοινωνία και την ευελιξία των επιχειρήσεων.
Ακόμα και στο μεταναστευτικό δίκαιο, όπου η μη ανοχή προσφύγων που θα εμπόδιζαν την λειτουργία της χώρας έγινε μαζική αποδοχή της, μετά τα «σημαντικά» ανταλλάγματα και εχέγγυα της «ευρωπαϊκής οικογένειας» με τους κανονισμούς του Δουβλίνου).
Από τη μία δηλαδή μας μιλάνε για ένα Δίκαιο, που βρίσκεται πάνω από την κοινωνία και την ενώνει, με επιστημονικό υπόβαθρο και σημασία, αλλά από την άλλη, με την πρώτη αλλαγή, που όλως τυχαίως είναι εις βάρος του λαού, σπεύδουν να μας διδάξουν τη συναίνεση και την αποδοχή κάθε υποτιθέμενα άχρωμης διάταξης.”