Η κυβέρνηση της ΝΔ έφερε για συζήτηση και ψήφιση στην Βουλή το νέο σχέδιο νόμου για την ιδιωτική διαμεσολάβηση, το οποίο περιλαμβάνει ελάχιστες και επουσιώδεις αλλαγές σε σύγκριση με το σχέδιο της δημόσιας διαβούλευσης. Σε ένα «στημένο παιχνίδι» από την αρχή, σε μια υποτιθέμενα σκληρή διαπραγμάτευση ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους δικηγόρους, η όλη συζήτηση περιορίστηκε τον προηγούμενο μήνα στην υποχρεωτική ή μη παράσταση του δικηγόρου στην Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία, αφήνοντας εντελώς άθικτη την ουσία των νέων αντιδραστικών αλλαγών. Τελικά, το νομοσχέδιο ήρθε στην Βουλή, χωρίς αντιδράσεις και «αποχές» παρά τις αρχικές αποφάσεις της Ολομέλειας των δικηγορικών συλλόγων. Οι δικηγόροι παρουσιάζονται ως «νικητές» (!), την ίδια ώρα μάλιστα που ετοιμάζεται μια νέα επίθεση στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα σε βάρος τους, όπως και σε βάρος όλου του λαού.
Η πλειοψηφία των δικηγόρων με τα χαμηλότερα εισοδήματα, που πληττόμαστε από τις προωθούμενες αλλαγές, όπως και από το σύνολο της αντιλαϊκής πολιτικής, έχουμε καθήκον να ενημερώσουμε και να αποκαλύψουμε τον πραγματικό και επικίνδυνο χαρακτήρα της μεταρρύθμισης και της «ιδιωτικοποίησης» της δικαιοσύνης μέσω της ενίσχυσης του θεσμού της διαμεσολάβησης.
ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ
Να παρθούν τώρα μέτρα για την ουσιαστική επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης με κατάργηση και μείωση των υπέρογκων παραβολών για την πρόσβαση σε αυτήν, κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων και νέες προσλήψεις σταθερού και μόνιμου προσωπικού δικαστικών υπαλλήλων με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, χρηματοδότηση και ουσιαστική αναβάθμιση της υλικοτεχνικής υποδομής στα δικαστήρια όλης της χώρας.
• Να καταργηθούν όλοι οι αντεργατικοί νόμοι που φέρνουν μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις και συρρικνώνουν εργατικά και λαϊκά δικαιώματα.
• Να καταργηθούν ο νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, καθώς και οι αντιδραστικές διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα και Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (όπως κυρίως οι ρυθμίσεις για την ποινική διαπραγμάτευση, ποινική συνδιαλλαγή και ποινική διαταγή).
• Όχι στη λεγόμενη απελευθέρωση του δικηγορικού επαγγέλματος.
• Όχι στην φορολεηλασία των αυτοαπασχολούμενων και μισθωτών δικηγόρων με τα χαμηλότερα εισοδήματα. Να καθιερωθεί αφορολόγητο όριο.
• Να καταργηθεί ο νόμος Κατρούγκαλου και όλοι οι αντιασφαλιστικοί νόμοι. Υποχρεωτική, δημόσια και καθολική κοινωνική ασφάλιση. Δημόσια και δωρεάν υγεία και πρόνοια και κατάργηση των εισφορών στον κλάδο υγείας. Όχι στα Επαγγελματικά Ταμεία.
• Κατοχύρωση και διεύρυνση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων για τους μισθωτούς δικηγόρους.
* * * * * * *
Οργανώνουμε τη συλλογική συζήτηση και διεκδίκηση για τα συμφέροντα της πλειοψηφίας των δικηγόρων, που πλήττονται από την αντιλαϊκή πολιτική. Απαιτούμε τη σύγκληση γενικών συνελεύσεων σε όλους τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας. Παίρνουμε αγωνιστικές αποφάσεις, με εναλλαγή των μορφών πάλης, αποχή, κινητοποιήσεις, συγκεντρώσεις, παραστάσεις διαμαρτυρίας, συντονισμό της δράσης μας με τα αγωνιστικά σωματεία δικαστικών υπαλλήλων και τους άλλους χώρους αυτοαπασχολούμενων και μισθωτών επιστημόνων.
Οι αλλαγές στη δικαιοσύνη
Τα τελευταία χρόνια έχουν ψηφιστεί σαρωτικές αλλαγές στο σύστημα απονομής της αστικής δικαιοσύνης, τις συνέπειες των οποίων βιώνουμε καθημερινά όλοι οι αυτοαπασχολούμενοι και μισθωτοί δικηγόροι με τα χαμηλότερα εισοδήματα. Πολύ περισσότερο, τα εργατικά και λαϊκά στρώματα που αναγκάζονται να προσφεύγουν στη δικαιοσύνη, αντιμετωπίζουν τα αρνητικά αποτελέσματά τους: Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, νέος Πτωχευτικός Κώδικας, αύξηση παραβόλων, ρυθμίσεις έντασης της καταστολής, όπως οι πρόσφατες αντιδραστικές αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας κ.ά.
Πρόκειται για αλλαγές, που δεν αφορούν την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης γενικά και ανεξάρτητα δήθεν από πολιτικές και ιδεολογικές τοποθετήσεις, αλλά έχουν βαθιά ταξικό περιεχόμενο. Εκφράζουν την ανάγκη για αντιστοίχιση του συστήματος απονομής της με τις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου, για ασφαλείς και κερδοφόρες επενδύσεις χωρίς «γραφειοκρατικές» ή άλλες καθυστερήσεις, συγκέντρωση κεφαλαίων, συγχωνεύσεις κ.λπ. χωρίς το «εμπόδιο» των εργατικών απαιτήσεων και διεκδικήσεων, την διαχείριση των «κόκκινων δανείων» χωρίς προστασία της λαϊκής κατοικίας κ.ά.
Ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ήταν οι αλλαγές στο θεσμό της ιδιωτικής διαμεσολάβησης (εισήχθη με το ν. 3898/2010). Ειδικότερα, με το νόμο 4512/2018 επιχειρήθηκαν ευρείες τροποποιήσεις, με βασικότερη την εισαγωγή της υποχρεωτικότητας της διαμεσολάβησης πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο. Θυμίζουμε ότι ξεσηκώθηκαν πλήθος «αντιδράσεων» από την τότε αντιπολίτευση της ΝΔ και τη «συνετή» ηγεσία της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων, που έπαιξε στην «γραμμή δεύτερης άμυνας» παζαρεύοντας την έκταση της υποχρεωτικότητας. Τελικά, με την εφαρμογή της γνωστής συνταγής του «Χότζα», ενισχύθηκε ο θεσμός και ψηφίστηκε η υποχρεωτικότητά του σε μια σειρά υποθέσεις, η οποία όμως έχει ανασταλεί μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου 2019. Εξαγγέλθηκαν περισσότερα μέτρα (όπως π.χ. η εισαγωγή της υποχρεωτικότητας στις εργατικές διαφορές) και τελικά ψηφίστηκαν ορισμένα από αυτά, φιλοτεχνώντας έτσι τόσο το φιλολαϊκό προφίλ της κυβέρνησης όσο και τον «θεσμικό» και «δημιουργικό» ρόλο της ηγεσίας των δικηγορικών συλλόγων.
Συνεχίζοντας στην ίδια αντιλαϊκή ρότα
Η ενίσχυση του θεσμού της ιδιωτικής διαμεσολάβησης αποτελεί πάγια απαίτηση του κεφαλαίου. Αρκεί η αναφορά ότι ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων, η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών, το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, η Ελληνική Ένωση Τραπεζών κ.ά. έχουν συστήσει μαζί με μεγάλους δικηγορικούς συλλόγους (Αθήνα, Θεσσαλονίκη) και άλλους «κοινωνικούς εταίρους» (όπως π.χ. η ΓΣΕΕ) τον Οργανισμό Προώθησης Εναλλακτικών Μεθόδων Επίλυσης Διαφορών (ΟΠΕΜΕΔ). Η κυβέρνηση της ΝΔ «αφουγκράζεται» πλήρως τις απαιτήσεις αυτές. Ξεχνώντας, λοιπόν, τις παλιές αντιπολιτευτικές της κορώνες, έθεσε σε δημόσια διαβούλευση και σήμερα το φέρνει στην Βουλή για ψήφιση, σχέδιο νόμου για την διαμεσολάβηση, το οποίο στηρίζεται στον προηγούμενο νόμο του ΣΥΡΙΖΑ και το οποίο επεκτείνει την υποχρεωτικότητά της και ανοίγει νέα πεδία κερδοφορίας στον τομέα για την εκπαίδευση και πιστοποίηση των διαμεσολαβητών. Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε «αντιπολίτευση» και καταγγέλλει την πολιτική της κυβέρνησης στο ζήτημα αυτό!
Με τον προτεινόμενο νέο νόμο, ο θεσμός της διαμεσολάβησης θα διαμορφωθεί ως εξής:
1. Θεσπίζεται η δυνατότητα υπαγωγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης για όλες τις διαφορές, μετά από σχετική συμφωνία των μερών (συμβατική «ρήτρα διαμεσολάβησης»), καταργώντας τις υφιστάμενες εξαιρέσεις. Η δυνατότητα αυτή είναι πιθανό να οδηγήσει σε εκτεταμένη χρήση μέσα από τις συμβάσεις με προδιατυπωμένους όρους, που επιβάλλουν τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες ή και εργοδότες. Μία από τις διαφορές, μάλιστα, του σχεδίου της διαβούλευσης σε σύγκριση με το συζητούμενο νομοσχέδιο, είναι η πιο εμφατική θεσμοθέτηση της δυνατότητας για «ρήτρα διαμεσολάβησης», ακόμα και για μελλοντικές διαφορές.
2. Ο δικηγόρος υποχρεώνεται να ενημερώσει τον εντολέα του για την δυνατότητα της διαμεσολάβησης και την υποχρεωτική αρχική συνεδρία, διαφορετικά η κατάθεση του δικογράφου είναι απαράδεκτη. Το σχετικό ενημερωτικό έγγραφο συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον δικηγόρο και υποβάλλεται κατά την κατάθεση της αγωγής.
3. Καθιερώνεται η υποχρεωτική αρχική συνεδρία (ΥΑΣ) της διαμεσολάβησης, κατά την οποία ο διαμεσολαβητής ενημερώνει τα μέρη για τον θεσμό και την διαδικασία. Σ’ αυτήν υπάγονται υποχρεωτικά οι οικογενειακές διαφορές (εκτός από διαφορές διαζυγίου, ακύρωσης γάμου, σχέσεων γονέων και τέκνων), όλες οι διαφορές του Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου κατά την τακτική διαδικασία και οι διαφορές με «ρήτρα διαμεσολάβησης», διαφορετικά η συζήτηση του ένδικου βοηθήματος είναι απαράδεκτη. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι ούτε η υπαγωγή δικαστική διαμεσολάβηση δεν αίρει το απαράδεκτο αυτό! Με λίγα λόγια καθιερώνεται η υποχρεωτικότητα της διαμεσολάβησης σε ένα ευρύτατο πεδίο και στο βασικό κορμό των ιδιωτικών διαφορών.
Η αίτηση για την προσφυγή στην ΥΑΣ γίνεται από το επισπεύδον μέρος και γνωστοποιείται στον αντίδικο από τον διαμεσολαβητή με οποιονδήποτε τρόπο. Η ΥΑΣ πραγματοποιείται μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την αποστολή στο διαμεσολαβητή της σχετικής αίτησης. Στην ΥΑΣ είναι υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρου, η αμοιβή του οποίου ορίζεται με ελεύθερη συμφωνία των μερών, ενώ η αμοιβή του διαμεσολαβητή ορίζεται στο ποσό των 50 Ευρώ. Σε περίπτωση απουσίας από την ΥΑΣ, προβλέπεται η επιβολή χρηματικής ποινής από το Δικαστήριο 100 – 500 Ευρώ. Η ρύθμιση είναι πρωτοφανής και εκφράζει την έντονη στόχευση επιβολής του θεσμού.
4. Η διαδικασία της διαμεσολάβησης είναι εμπιστευτική. Στο όνομα αυτής της εμπιστευτικότητας, η όλη διαδικασία είναι εντελώς αδιαφανής : Δεν τηρούνται πρακτικά και ο διαμεσολαβητής έχει την δυνατότητα επικοινωνίας και συνάντησης με κάθε μέρος ξεχωριστά! Στην διαδικασία είναι υποχρεωτική η παράσταση δικηγόρου, η αμοιβή του οποίου ορίζεται: Σε 60 Ευρώ για υποθέσεις αρμοδιότητας Ειρηνοδικείου, 100 Ευρώ για υποθέσεις αρμοδιότητας Μονομελούς Πρωτοδικείου και 150 Ευρώ για υποθέσεις αρμοδιότητας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου.
5. Το πρόσωπο του διαμεσολαβητή ορίζεται από τα μέρη και σε περίπτωση διαφωνίας τους από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης. Η ελάχιστη αμοιβή του διαμεσολαβητή ορίζεται σε 80 Ευρώ την ώρα. Δηλαδή, π.χ. στην περίπτωση μιας διαδικασίας 10 ωρών οφείλεται το ποσό των 800 Ευρώ, χωρίς ωστόσο να είναι βέβαιη η επίτευξη συμφωνίας. Η μείωση της αμοιβής σε σύγκριση με την ισχύουσα ρύθμιση δεν αναιρεί την δυσβάσταχτη οικονομική επιβάρυνση ενός φτωχού εργαζόμενου που συχνά θα υποχρεώνεται να συμμετέχει στην διαμεσολάβηση κάτω από μια σειρά πιέσεις.
6. Διαμεσολαβητής μπορεί να γίνει οποιοσδήποτε απόφοιτος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εφόσον έχει λάβει την σχετική εκπαίδευση και πιστοποίηση με εξετάσεις υπό την αιγίδα της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης. Θεσπίζεται η δυνατότητα ίδρυσης ένωσης προσώπων πιστοποιημένων διαμεσολαβητών για την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης. Ουσιαστικά δηλ. ανοίγεται ένα νέο πεδίο επένδυσης και κερδοφορίας για νέες επιχειρήσεις, με την εκμετάλλευση διαπιστευμένων διαμεσολαβητών ως υπαλλήλων. Όπως εύστοχα έχουν χαρακτηριστεί, ανοίγουν επιχειρήσεις – «παραδικαστήρια» για την επίλυση των υποθέσεων και την απονομή δικαιοσύνης.
7. Καθιερώνεται η δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργίας Φορέων Κατάρτισης Διαμεσολαβητών, ύστερα από σχετική άδεια της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης, από: α) Νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που συστήνεται από δικηγορικούς συλλόγους ή/και σε σύμπραξη με άλλους επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς και επιμελητήρια, β) Κέντρο Επιμόρφωσης και Διά Βίου Μάθησης ΑΕΙ, το οποίο λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις περί λειτουργίας των ΑΕΙ, γ) οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, χωρίς κανένα περιορισμό. Στο σχέδιο νόμου προβλέπονται ειδικότεροι όροι για τη στελέχωση και το πρόγραμμα σπουδών τους.
Ο αντιδραστικός χαρακτήρας της ιδιωτικής διαμεσολάβησης
Η διαμεσολάβηση δεν είναι απλά μια εναλλακτική μορφή επίλυσης των διαφορών σύμφωνα με την κοινή βούληση των μερών. Το «χρονικό» των νομοθετικών παρεμβάσεων, από την εισαγωγή του θεσμού το 2010, την ενίσχυση και την πρόβλεψη της υποχρεωτικότητας από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι την περαιτέρω ενίσχυση και επέκτασή του με το νομοσχέδιο της κυβέρνησης της ΝΔ, αποδεικνύουν την πραγματική στόχευση: Η διαμεσολάβηση επιχειρείται να καθιερωθεί ως βασική μορφή απονομής της αστικής δικαιοσύνης.
Ο ιδεολογικός μανδύας της διαμεσολάβησης περί δήθεν σεβασμού στην ισότιμη βούληση των μερών, είναι πλαστός. Τα δύο μέρη δεν είναι ποτέ ίσα, σε μια κοινωνία άνιση και εκμεταλλευτική. Δεν είναι ίσοι ο εργοδότης και ο εργαζόμενος, η τράπεζα και ο μεροκαματιάρης οφειλέτης, η ασφαλιστική εταιρεία και ο ασθενής ασφαλισμένος, ο σύζυγος που ασκεί ενδοοικογενειακή βία και ο ψυχολογικά τραυματισμένος σύζυγος που ζητά την επιμέλεια των παιδιών… Το ισχυρό μέρος έχει πάντα την δύναμη να επιβάλλει το «δίκιο» του!
Η δικαιολογητική βάση της διαμεσολάβησης περί δήθεν αποσυμφόρησης των δικαστηρίων και της επιτάχυνσης, είναι προσχηματικός και παραπλανητικός. Τα τεράστια κενά στις οργανικές θέσεις των δικαστικών υπαλλήλων και η επίθεση στα εργασιακά τους δικαιώματα, η έλλειψη χρηματοδότησης στις δομές της δικαιοσύνης και η διαρκής επιδείνωση των υλικοτεχνικών υποδομών, είναι αδιάψευστος μάρτυρας.
Το σχέδιο νόμου για τη διαμεσολάβηση επιβεβαιώνει ότι οι αλλαγές στη δικαιοσύνης δεν έχουν μονοσήμαντη διάσταση, αλλά σχετίζονται με ευρύτερες επιδιώξεις και οικονομικές εξελίξεις. Αρκεί να αναλογιστούμε πόσα τριζόνια πιάνονται με το ίδιο σμπάρο:
– Νέα πεδία για business ανοίγονται με την ίδρυση των Φορέων Κατάρτισης και τις εταιρείες διαμεσολαβητών. Κύρια πηγή της κερδοφορίας τους θα είναι η εκμετάλλευση των υπαλλήλων τους και το κόστος των υπηρεσιών τους σε βάρος των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων που αναγκάζονται να προσφεύγουν σε αυτές.
– Η παροχή νομικών υπηρεσιών συνδέεται ολοένα και περισσότερο με την παροχή άλλων υπηρεσιών, φοροτεχνικές, λογιστικές, μεσιτικές, εισπρακτικές και εκτέλεσης, διαμεσολαβητικές κ.λπ.. Η κατεύθυνση των πολυεπαγγελματικών εταιρειών προχωρά στην πραγματική ζωή και η απελευθέρωση των λεγόμενων κλειστών επαγγελμάτων, όπως το δικηγορικό, υπηρετείται μέσα από πολλές παραμέτρους. Η δικηγορική ύλη συγκεντρώνεται και μεγάλο μέρος των δικηγόρων είτε εξοβελίζονται από το επάγγελμα είτε εργάζονται ως μισθωτοί στις διάφορες εταιρείες ως «συνεργάτες» χωρίς συγκροτημένα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα.
– Στο κυνήγι των προσόντων και της διά βίου μάθησης για τους απόφοιτους των ΑΕΙ, προστίθεται άλλη μία «νέα ευκαιρία» επαγγελματικής αποκατάστασης, που πρέπει να την χρυσοπληρώσουν. Η ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης και η ολοένα και μεγαλύτερη αποσύνδεση των πτυχίων από το επάγγελμα περνά μέσα από πολλούς διαδρόμους.
Συμπερασματικά, η επέκταση και ενίσχυση του θεσμού της διαμεσολάβησης στρέφεται ενάντια στα εργατικά και λαϊκά στρώματα που αναγκάζονται να προσφεύγουν στην δικαιοσύνη εκτινάσσοντας το σχετικό κόστος· ελλοχεύει τεράστιους κινδύνους ετεροβαρών και επώδυνων συμφωνιών κάτω από την πίεση της διαμεσολαβητικής διαπραγμάτευσης· πλήττει τα συμφέροντα των αυτοαπασχολούμενων και μισθωτών δικηγόρων με τα χαμηλότερα εισοδήματα. Η διεκδίκηση ενάντια στις αντιδραστικές αλλαγές, ιδιαίτερα μάλιστα της υποχρεωτικότητας, δεν ισοδυναμεί με υπεράσπιση της σημερινής κατάστασης, αλλά συνιστά αναπόσπαστο μέρος του αγώνα ενάντια στη συνολικότερη αντιλαϊκή πολιτική.
Για τη στάση της ηγεσίας των δικηγορικών συλλόγων
Οι ηγεσίες των δικηγορικών συλλόγων και της Ολομέλειας έχουν σοβαρότατες ευθύνες για τις νέες αντιδραστικές αλλαγές και την ενίσχυση του θεσμού της διαμεσολάβησης. Άλλωστε, είναι σταθερά υπέρμαχοι του θεσμού και έχουν λάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση, όπως η ίδρυση του ΟΠΕΜΕΔ, η σύσταση φορέων εκπαίδευσης διαμεσολαβητών κ.λπ.. Η στάση τους στο ζήτημα της υποχρεωτικότητας, την οποία τάχα αντιπαλεύουν, είναι εντελώς υποκριτική. Στο όνομα της «άμυνας» και της «δημιουργικής κριτικής» παζάρεψαν με την προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το εύρος των υπαγόμενων στη διαμεσολάβηση διαφορών, ενώ το ίδιο έκαναν και με τη σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ, αποδεχόμενοι ουσιαστικά την υποχρεωτικότητα. Όλο το προηγούμενο διάστημα, από την δημοσιοποίηση του σχεδίου νόμου στη δημόσια διαβούλευση, περιόρισαν την όποια αντιπαράθεσή τους αποκλειστικά στο ζήτημα της υποχρεωτικής ή μη παράστασης του δικηγόρου στην ΥΑΣ και τώρα εμφανίζονται ως νικητές!!! Όμως, όπως όλα συνηγορούν, το παιχνίδι ήταν στημένο από την αρχή! Έτσι, από τη μια πλευρά οι δικηγορικοί σύλλογοι παρουσιάστηκαν να υπερασπίζονται δήθεν τα συμφέροντα των δικηγόρων, ενώ από την άλλη πλευρά η κυβέρνηση της ΝΔ παρουσιάζεται ως καλόπιστη και «φιλική» στα αιτήματά τους! Έτσι, όμως, άφησαν άθικτη την ουσία των αντιδραστικών αλλαγών και υπονομεύουν τον αγώνα ενάντια σ’ αυτές, στηρίζοντας στην πραγματικότητα τα συμφέροντα των μεγάλων εταιρειών. Υπογραμμίζουμε ότι με απόφαση της πλειοψηφίας του ΔΣ, ο Δ.Σ.Α. έχει ταχθεί υπέρ της υποχρεωτικότητας! Η πλειοψηφία των δικηγόρων, που πληττόμαστε από την αντιλαϊκή πολιτική, πρέπει να τους γυρίσουμε την πλάτη. Δεν έχουμε τίποτα να περιμένουμε από αυτούς!