Με μιαν απαράδεκτη και προκλητική δήλωση, ο Πρόεδρος του ΔΣΑ και της Ολομέλειας Δ. Βερβεσός υπερασπίζεται εναγωνίως το κυβερνητικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε στη Βουλή -με τη στήριξη ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και Νίκης- για τη μεταφορά δικαστηριακής ύλης στους δικηγόρους, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να στοχοποιεί όσους αντιτάχθηκαν σε αυτό, υποστηρίζοντας ότι δεν έχουν θέση στη «δικηγορική οικογένεια»..!
Θεωρεί μεγάλη επιτυχία για το «δικηγορικό σώμα» την ανάθεση ορισμένων υποθέσεων στους δικηγόρους χωρίς να λέει κουβέντα ότι με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση έχει διπλό στόχο. Από τη μια μεριά επιδιώκει να εξοικονομήσει δικαστικό και υπαλληλικό προσωπικό για να “τρέχει” η αντιλαϊκή πολιτική και τα επενδυτικά συμφέροντα. Και από την άλλη, να εμφανιστεί υποκριτικά μεγαλόψυχη απέναντι στην οικονομική και επαγγελματική ασφυξία της μεγάλης πλειοψηφίας των δικηγόρων, που είναι αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής που με συνέπεια υπηρετούν όλες οι κυβερνήσεις.
Φτάνει μάλιστα στο σημείο να “διαφημίζει” αυτά τα μέτρα ως αναβάθμιση του θεσμικού κύρους του δικηγόρου! Αποσιωπά συνειδητά ότι τον κύριο όγκο υποθέσεων δεν θα τον καρπωθεί η πλειοψηφία των δικηγόρων που πλήττεται, αλλά δικηγορικές εταιρείες και μεγάλα δικηγορικά γραφεία, που διαθέτουν την αναγκαία υποδομή και το προσωπικό, τις διασυνδέσεις με τις τράπεζες και τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων κοκ. Παλιά τους τέχνη κόσκινο δηλαδή για Ολομέλεια και ΔΣΑ….
Τι πραγματικά μας λέει με την παρέμβασή του ο κ. Πρόεδρος;
1. Με τη στάση του υπερασπίζεται καθαρά και χωρίς προσχήματα τη γραμμή της κυβέρνησης για μεταρρυθμίσεις με επίκεντρο την επιτάχυνση της δικαιοσύνης. Μια κατεύθυνση που υπηρετούν όλες οι πρόσφατες αντιδραστικές αλλαγές, όπως ο Δικαστικός Χάρτης και οι Ποινικοί Κώδικες στηριγμένη στα προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης και της Ε.Ε. Όπως η κυβέρνηση, έτσι και ο κ. Βερβεσός αποφεύγει επιμελώς να θέσει και να απαντήσει στο κρίσιμο ερώτημα: Επιτάχυνση για ποιον; Είναι προφανές ότι κράτος και κυβερνήσεις καθόλου δεν αγχώνονται για τις υποθέσεις των εργαζομένων, στους οποίους ορθώνει ολοένα μεγαλύτερα οικονομικά και δικονομικά εμπόδια στην πρόσβαση στη Δικαιοσύνη. Αντίθετα, «καίγεται» για τις μεγάλες υποθέσεις των επιχειρηματικών ομίλων και των στρατηγικών επενδυτών, για τις οποίες μάλιστα έχει ιδρύσει ειδικά πολυτελή τμήματα στα κεντρικά δικαστήρια της χώρας, με εξειδικευμένους δικαστές, για τη γρήγορη και προνομιακή εκδίκασή τους.
2. Ο κ. Βερβεσός επιθυμεί μάλλον να δεχτούμε ότι έπιασε την κυβέρνηση ο πόνος για την αύξηση του δικηγορικού εισοδήματος, όταν εκείνη έφερε εξοντωτικά φορολογικά μέτρα σε βάρος της πλειοψηφίας των δικηγόρων, αύξησε τις ασφαλιστικές εισφορές, στερώντας την ασφαλιστική ικανότητα από εκατοντάδες συναδέλφους. Τόσο βάθος είχαν οι πύρινοι λόγοι του στην πλατεία Συντάγματος, δήθεν υπέρ των πληττόμενων δικηγόρων.. Η κυβέρνηση, αν ήθελε πραγματικά να στηρίξει τους δικηγόρους που σήμερα στενάζουν από την πολιτική της, θα το έκανε με ουσιαστικά μέτρα στήριξης, πρώτα και κύρια φορολογικής και ασφαλιστικής ελάφρυνσης, όπως και με μέτρα αξιοπρεπούς άσκησης του επαγγέλματος. Τα ίδια μέτρα θα έπρεπε να διεκδικούν η Ολομέλεια και ο ΔΣΑ, αντί να προσπαθούν σε συνεργασία με την κυβέρνηση να τους ξεγελάσουν με με τέτοια επικίνδυνα «τυράκια».
3. Αρνείται ότι με τον νόμο αυτό – που ψήφισαν μαζί με τη ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΝΙΚΗ – προωθείται μια ακόμη μορφή ιδιωτικοποίησης της Δικαιοσύνης. Την ίδια στιγμή βέβαια ο ίδιος κατά την τοποθέτησή του στην ακρόαση των φορέων στη Βουλή, παραδέχτηκε ότι το νομοσχέδιο εντάσσεται στη λογική του κόστους – οφέλους, δηλαδή αποθεώνει ως κριτήριο το κέρδος σε βάρος των αναγκών, λογική την οποία βέβαια ο ίδιος επικροτεί. Έτσι, οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα θα επιβαρυνθούν με πρόσθετα έξοδα και για την πρόσβασή τους στη Δικαιοσύνη. To γεγονός ότι τις συγκεκριμένες υποθέσεις θα αναλαμβάνουν δικηγόροι, δεν τους ανακουφίζει φυσικά από την οικονομική επιβάρυνσή τους.
4. Επικαλείται τον χαρακτήρα του δικηγορικού επαγγέλματος ως «λειτούργημα» για να δικαιολογήσει τη μεταφορά μέχρι πρότινος δικαστικών υποθέσεων. Άλλωστε, τα ίδια επιχειρήματα προέβαλλαν για άλλες διαδικασίες όπως οι διαμεσολάβηση και η έκδοση συντάξεων, με τη μεν διαμεσολάβηση να μπορεί τελικά να την κάνει οποιοσδήποτε πτυχιούχος ΑΕΙ, στη δε έκδοση συντάξεων μπορούν να συμμετέχουν και οι λογιστές. Όμως, ο ρόλος του δικηγόρου δεν είναι ούτε να υποκαθιστά το δικαστή στο δικαιοδοτικό του έργο αλλά ούτε να διεκπεραιώνει υποθέσεις που το κράτος θεωρεί περιττό βάρος. Δεν αναβαθμίζεται έτσι το κύρος του. Αντίθετα, εκτίθενται αδικαιολόγητα σε κίνδυνο τόσο η ασφάλεια των διαδικασιών όσο και ο ίδιος ο δικηγόρος. Στην πραγματικότητα είναι ανησυχητική η μεταφορά σειράς νομικών υποθέσεων εκτός δικαστηρίων, καθώς αφαιρεί έστω και τα τυπικά εχέγγυα αμερόληπτης και ανεξάρτητης δικανικής κρίσης, ανοίγοντας επικίνδυνους δρόμους και για την επέκταση αυτής της κατεύθυνσης και σε άλλους τομείς του δικαίου. Ήδη, η επέκταση της ιδιωτικής διαμεσολάβησης σε μεγάλο μέρος αστικών και εργατικών υποθέσεων έχει ενισχύσει τον κίνδυνο πιέσεων και εκβιασμών στο πιο αδύναμο μέρος, ενώ ωθεί στη δημιουργία ενός συστήματος παραδικαστηρίων με την ίδρυση ιδιωτικών εταιρειών διαμεσολάβησης.
Αυτοί που ξεπούλησαν τον αγώνα μας ενάντια στο φορολογικό νομοσχέδιο, που υπέσκαψαν κάθε προσπάθεια οργάνωσης αρνούμενοι να συγκαλέσουν Γενική Συνέλευση, και μάλιστα παρά τις εκατοντάδες υπογραφές συναδέλφων που απαιτούσαν τη σύγκληση της.. αυτοί δεν “μπορούν να κοιτούν την πλειοψηφία των δικηγόρων στα μάτια”, όπως προκλητικά ισχυρίζονται. Είναι υπόλογοι απέναντί της και πρέπει να απομονωθούν.
Εμείς δεν ανήκουμε στην ίδια «δικηγορική οικογένεια» με τους ιδιοκτήτες των ισχυρών δικηγορικών εταιρειών, τους μεγαλοδικηγόρους και τους εκπροσώπους τους στα ΔΣ των δικηγορικών συλλόγων. Δεν είμαστε στην ίδια «οικογένεια» με αυτούς που εκμεταλλεύονται στυγνά και απολύουν συναδέλφους μας, με τους διαχρονικούς υποστηριχτές της αντιλαϊκής πολιτικής στο χώρο μας.
Εμείς είμαστε ένα με τη μεγάλη πλειοψηφία των μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων βιοπαλαιστών συναδέλφων, που πλήττονται από τα κυβερνητικά μέτρα, με αυτούς που θέλουν να αγωνιστούν για τις σύγχρονες ανάγκες και τα δικαιώματά τους, όπως και συνολικά των εργαζόμενων και του λαού. Με αυτούς θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε με συνέπεια και μαχητικότητα. Οι συκοφαντίες και οι απειλές των κολαούζων της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής δεν μας πτοούν.
Το παρόν και το μέλλον μας δεν το χαρίζουμε σε κανέναν!