Την Πέμπτη 11/11 η Αγωνιστική Συσπείρωση Δικηγόρων Θεσσαλονίκης πραγματοποίησε σύσκεψη – συζήτηση στην οποία έγιναν παρεμβάσεις εκ μέρους της παράταξης από τους Παντελή Ραδίση, υποψήφιο πρόεδρο, Μίνα Αγγελοπούλου, υποψήφια σύμβουλο και Δημήτρη Νταφόπουλου, υποψήφιο σύμβουλο.
Ο Παντελής Ραδίσης, εξήγησε ότι ζούμε σε μία εποχή που με πρόσχημα την πρόοδο και τον εκσυγχρονισμό, προσπαθούν να μας γυρίσουν δύο αιώνες πίσω και πραγματοποιούν την μεγαλύτερη αναδιανομή εισοδήματος στο εσωτερικό του κλάδου μας των τελευταίων 100 χρόνων. Επισήμανε ότι κι αυτή την μικρή ανάπτυξη που υπάρχει δεν την καρπώνεται ο μικρός και μεσαίος αυτοαπασχολούμενος και ο μισθωτός δικηγόρος. Το σώμα των δικηγόρων δεν είναι ενιαίο. Εμείς απευθυνόμαστε στους αυτoαπασχολούμενους, που δουλεύουν στο άγχος και την ανασφάλεια, με ρυθμούς εξαντλητικούς βλέποντας το εισόδημά τους να καταληστεύεται, στους μισθωτούς, που τους αποκαλούν «συνεργάτες» για να τους αφαιρέσουν εργασιακά, ασφαλιστικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα. Είναι φανερό ότι πετάγονται συνάδελφοι εκτός επαγγέλματος. Οι αλλαγές που γίνονται στους κώδικες δεν γίνονται για την καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης αλλά για την αναδιανομή της δικηγορικής ύλης υπέρ των μεγάλων συμφερόντων. Υπάρχει ζήτημα επιβίωσης και αντιμετώπισης της καθημερινότητας. Μίλησε και για την προσπάθεια εφαρμογής της τεχνητής νοημοσύνης στον τομέα της Δικαιοσύνης ως δήθεν εκσυγχρονιστικό μέσο επιτάχυνσης αλλά στην πραγματικότητα ως επικίνδυνο εργαλείο με πολλαπλές χρήσεις. Ότι τελικά δεν είναι θέμα προσώπων, είναι θέμα θεσμού! Και ζήτησε να ενώσουν οι συνάδελφοι τη φωνή τους με τη φωνή της παράταξης για να αλλάξουμε όλοι μαζί την κατάσταση.
Η Μίνα Αγγελοπούλου μίλησε για τη διαστρωμάτωση που υπάρχει στον κλάδο, απ’ τη μια μεγάλες εταιρίες που πρόσκεινται σε τράπεζες, κατασκευαστικές, εφοπλιστικές, εισπρακτικές κι απ’ την άλλη οι μισθωτοί σκλάβοι σ’ αυτές, με το μανδύα του συνεργάτη. Ενδιάμεσα μια ευρεία γκάμα αυτοαπασχολούμενων με ποικίλα εισοδήματα, των οποίων η πλειοψηφία φυτοζωεί. Δεν είμαστε εδώ για να τους εκφράσουμε όλους παρά μόνο τους μικρούς αυτοαπασχολούμενους και τους μισθωτούς. Ανέδειξε τις δράσεις που ανέλαβε η παράταξη μέσα στην πανδημία, τα αιτήματα για διαγραφή χρεών, ενίσχυση των μικρών αυτοαπασχολούμενων και μισθωτών, την ανάγκη για στήριξη του ΕΣΥ με προσλήψεις κ επίταξη του ιδιωτικού τομέα. Μίλησε για την ταξική δικαιοσύνη που βγάζει παράνομες και καταχρηστικές τις απεργίες, τις αντιδραστικές αλλαγές στον ΚπολΔ που επιβαρύνουν το αδύναμο μέρος πχ διαμεσολάβηση, κατάργηση της εμμάρτυρης απόδειξης σε κάποιες διαδικασίες. Την ένταση της καταστολής σε νομοθετικό και πρακτικό επίπεδο, την κλιμακούμενη αστυνομική βία. Έθεσε το ερώτημα με ποιόν θα ταχθούν οι δικηγόροι, που έχουν τα ίδια συμφέροντα με τον εργαζόμενο λαό και δεν μπορούν να περιμένουν τα ψίχουλα της δήθεν ανάπτυξης. Είπε ότι η Αγωνιστική Συσπείρωση θα καταθέσει τις δυνάμεις της στο ποτάμι του εργατικού – λαϊκού κινήματος για ζωή με αξιοπρέπεια, καλύτερες συνθήκες ζωής και δουλειάς. Ο δρόμος μετά τις εκλογές είναι ο πιο δύσκολος.
Ο Δημήτρης Νταφόπουλος αναφέρθηκε στη διαρκή απαξίωση της Δικαιοσύνης με την αυξανόμενη αφαίρεση και συρρίκνωση της ύλης που δεν μας πλήττει όλους το ίδιο, αντίθετα μάλιστα ορισμένους τους ευνοεί. Για αυτό στη δικηγορία δεν είμαστε όλοι μαζί, τα στρατόπεδά μας είναι διαφορετικά. Και ειδικά στην περίπτωση της μισθωτής δικηγορίας και της άσκησης δεν είναι απλώς διαφορετικά αλλά ευθέως αντιτιθέμενα. Η συγκεντροποίηση της ύλης σε λίγα μεγάλα δικηγορικά γραφεία και δικηγορικές εταιρίες έχει καταστήσει τη μισθωτή δικηγορία από ένα προσωρινό, μεταβατικό στάδιο μεταξύ της άσκησης και της αυτοαπασχόλησης σε μία μόνιμη σχέση εργασίας. Οι συνάδελφοι που απασχολούνται ως «συνεργάτες» δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα καταφέρουν πλέον να ανοίξουν δικό τους γραφείο, αλλά εγκλωβίζονται στην κατάσταση αυτή ή αποχωρούν από το επάγγελμα. Κατά συνέπεια, η κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους αποτελεί σήμερα αναγκαιότητα. Οι υπόλοιπες δυνάμεις υποστηρίζουν ότι η δικηγορία είναι ασύμβατη με την εξαρτημένη εργασία. Αλλά η στάση αυτή είναι υποκριτική, αφού η εξάρτηση είναι ήδη de facto υπαρκτή. Η άρνηση να αναγνωριστεί η μισθωτή δικηγορία ως εξαρτημένη εργασία το μόνο που πετυχαίνει είναι να νομιμοποιεί μία κατάσταση με μισθούς 400-500 ευρώ, χωρίς ασφάλιση, χωρίς ωράρια, χωρίς άδειες, χωρίς αργίες, χωρίς προστασία από τις απολύσεις κτλ. Εμείς αντίθετα αγωνιζόμαστε ώστε η μισθωτή δικηγορία να αναγνωριστεί νομοθετικά ως σχέση εξαρτημένης εργασίας και να επεκταθούν οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας στους «συνεργάτες». Η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη στην περίπτωση της άσκησης με το πρόσχημα της μαθητείας. Εάν όμως η άσκηση είναι πρωτίστως μαθητεία, τότε θα πρέπει να εποπτεύεται από τον κατ’ εξοχήν ακαδημαϊκό φορέα, το Πανεπιστήμιο. Αντίθετα, εάν η άσκηση δεν είναι πρωτίστως μαθητεία αλλά εργασία, τότε θα έπρεπε να ισχύουν για αυτήν όσα το εργατικό δίκαιο επιβάλλει. Για τον λόγο αυτό αγωνιζόμαστε για ένταξη της άσκησης σε αναβαθμισμένο προπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών και μέχρι τότε για πλήρη αναγνώριση των εργασιακών δικαιωμάτων των ασκούμενων συναδέλφων. Η πορεία των Δικηγορικών Συλλόγων μέχρι σήμερα, μας έχει διδάξει ότι δεν αρκούν οι θεσμικές παρεμβάσεις, επιστολές και καταγγελίες, οι οποίες τις περισσότερες φορές καταλήγουν σε «πυροτεχνήματα» ή σε υπόγεια «αλισβερίσια» με τους κυβερνώντες. Πρέπει να υπάρξουν αγωνιστικές, κινηματικές παρεμβάσεις. Το Σωματείο Μισθωτών Δικηγόρων στην Αττική που έχει ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο έχει ήδη να επιδείξει νίκες και μας δείχνει την κατεύθυνση.
Στην επιτυχημένη σύσκεψη έκαναν παρεμβάσεις η συνάδελφος Ανθή Παπουτσιδάκη, ο συνάδελφος Γιώργος Κυρίτσης και ο συνάδελφος Γιάννης Κοτζαμανίδης , οι οποίοι δήλωσαν την στήριξη των ψηφοδελτίων της Αγωνιστικής Συσπείρωσης.