Η εισηγητική ομιλία της Κατερίνας Γεράκη στη σύσκεψη – συνάντηση της Επιτροπής Αγώνα Αυτοαπασχολούμενων Δικηγόρων στις 16-6-2022
Φωνή διαμαρτυρίας και αγωνίας για τα προβλήματα που διογκώνονται καθημερινά και μας πνίγουν, αλλά και φωνή αποφασιστικότητας και αισιοδοξίας για το επόμενο βήμα, μπορεί και πρέπει να είναι η σημερινή μας συνάντηση. Η συζήτηση που θα ακολουθήσει, πλούσια και γόνιμη, είμαστε σίγουροι ότι θα εκπληρώσει αυτό το στόχο.
Γιατί πράγματι έχει εδώ και καιρό φτάσει η ώρα που δεν αρκεί πια η περιγραφή και η διαπίστωση των προβλημάτων. Είναι πλέον μια κουραστική διαδικασία. Κανένας, άλλωστε, αυτοαπασχολούμενος συνάδελφος δικηγόρος δεν χρειάζεται να ακούσει, όσα ο ίδιος βιώνει και γνωρίζει καλύτερα από όλους. Δεν έχει ανάγκη να του επιβεβαιώσει κανένας την φοροληστεία και την εισφοροληστεία που του επιβάλλεται, αφού η τελευταία ημέρα κάθε μήνα με τις ρυθμίσεις και τις άλλες υποχρεώσεις που πρέπει να πληρωθούν – κι ας του παρακρατείται κάθε φορά σχεδόν το μισό γραμμάτιο δικηγορικής αμοιβής που κόβει -, είναι η πιο τρανή απόδειξη της φοροληστρικής και αντιασφαλιστικής πολιτικής. Δεν χρειάζεται κανέναν να του υποδείξει την κοροϊδία από τα ψέμματα της κυβέρνησης και των αστικών επιτελείων για την ακρίβεια και τα μέτρα – ψίχουλα, αφού ο ίδιος ξέρει πολύ καλά το αφαιμαγμένο περιεχόμενο της τσέπης του κάθε φορά που φεύγει από το σούπερ μάρκετ και το βενζινάδικο ή βάζει στην άκρη το λογαριασμό της ΔΕΗ που για άλλη μια φορά θα μείνει απλήρωτος. Δεν τον ενδιαφέρει να ακούσει για τις δυσκολίες της «σύγχρονης» όπως λένε δικηγορίας, με τις ατέλειωτες ώρες δουλειάς και την εντατικοποίηση, αφού ήδη από το μεσημέρι αρχίζει να μελαγχολεί που για άλλη μια μέρα ίσα ίσα θα προλάβει να δει τα παιδιά του πριν κοιμηθούν. Ούτε χρειάζεται να εξηγήσει κανείς στην αυτοαπασχολούμενη συνάδελφο τί σημαίνει να είναι ατομική υπόθεση και ευθύνη, η δημιουργία οικογένειας και η ανατροφή των παιδιών ή φροντίδα των ηλικιωμένων γονιών της, μέσα στο χάος της και την αγχωτική τρεχάλα της κάθε μέρας. Κι είναι εντελώς περιττό να περιγράψει κανείς στον αυτοαπασχολούμενο δικηγόρο τις μεγάλες αλλαγές στο επάγγελμα ή τον αρνητικό χαρακτήρα των εξελίξεων στην ευρύτερη λειτουργία της δικαιοσύνης, όταν ο ίδιος έχει ξυπνήσει από τις 5 τα χαράματα για να πιάσει ουρά στο Κτηματολόγιο, έχει ξοδέψει ατέλειωτες ώρες πίσω από την οθόνη του υπολογιστή και το σερφάρισμα στις διάφορες ηλεκτρονικές πλατφόρμες για να ελέγξει την πορεία των υποθέσεων των εντολέων του, χωρίς φυσικά να προλαβαίνει να διαβάζει για τις καταιγιστικές αλλαγές στη νομοθεσία και τη νομολογία που φέρνουν τους εντολείς του, εργαζόμενους και άλλους βιοπαλαιστές, σε ολοένα και πιο δεινή δικονομική και όχι μόνο θέση.
Αυτό, λοιπόν, που χρειάζεται είναι μια πιο βαθιά και ουσιαστική συζήτηση για την αιτία όλων αυτών των ζητημάτων, που φυσικά θα μπορεί να φωτίσει και την διέξοδο. Μια τέτοια συζήτηση, όλοι πλέον καταλαβαίνουμε ότι μας φέρνει μπροστά στο συμπέρασμα ότι είναι ενιαίο το νήμα που διαπερνά όλα τα παραπάνω. Ένα ενιαίο νήμα, που όσο κι αν μοιάζει ίσως υπερβολικό σε ορισμένους, πάντως δένει από το ξέσπασμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου και την επικίνδυνη εμπλοκή της χώρας σε αυτόν, την ένταση στα ελληνοτουρκικά και την τουρκική προκλητικότητα, το στόχο της γεωστρατηγικής αναβάθμισης και την υπερσύγχρονη ψηφιακή εικόνα των βουνών και των νησιών μας να γεμίζουν ανεμογεννήτριες, την ακρίβεια και την ενεργειακή φτώχεια, το πετσόκομμα μισθών και συντάξεων και των κρατικών δαπανών για την παιδεία και την υγεία για τους υπέρογκους εξοπλισμούς του ΝΑΤΟ και τις ενισχύσεις των επιχειρηματικών ομίλων · μέχρι την δικαιοσύνη που πρέπει να δίνει προτεραιότητα στις μεγάλες οικονομικές υποθέσεις και να κρίνει παράνομες τις απεργίες ή να εφαρμόζει το έκτρωμα του νόμου Χατζηδάκη για την διάλυση των σωματείων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών, τα δικαστήρια των ειδικών επενδυτικών τμημάτων, αλλά χωρίς επαρκές προσωπικό για το σύνολο των αναγκών ή καθαριότητα, την ασυδοσία των μεγάλων δικηγορικών εταιρειών που ξεζουμίζουν τους μισθωτούς συναδέλφους και με την δραστηριότητά τους αντικειμενικά συνθλίβουν τους αυτοαπασχολούμενους. Ένα ενιαίο νήμα που έχει όνομα και λέγεται: Ανάπτυξη και κέρδη για τους λίγους, κρίση και κυνηγητό ζωής για τους πολλούς.
Τί πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε απέναντι σε όλα αυτά; Οπωσδήποτε, η συζήτηση για την διαχρονική ιστορική πείρα του εργατικού και λαϊκού κινήματος έχει ιδιαίτερη σημασία και δεν είναι ποτέ ακαδημαϊκή. Ανήκει, όμως, στα πλαίσια μιας επόμενης συνάντησης. Αρκεί σήμερα, να σταθούμε επιγραμματικά στην πλέον πρόσφατη πείρα. Από τους απεργιακούς αγώνες των εργαζομένων στην e-food και των εργατών απέναντι στο μεγαθήριο τη Cosco, μέχρι την αγωνιστική παρεμπόδιση των φοιτητών για την είσοδο της πανεπιστημιακής αστυνομίας στα Πανεπιστήμια και την αποφασιστική υπονόμευση στην πράξη που τα σωματεία κατάφεραν ενάντια στην εφαρμογή του κατάπτυστου νόμου Χατζηδάκη, το συμπέρασμα παραμένει το ίδιο. Μόνο με αγώνες αποφασιστικούς, που γίνονται υπόθεση των ίδιων των εργαζομένων, μέσα από τις ζωντανές συλλογικές διαδικασίες τους, με αιτήματα που ανταποκρίνονται στα πραγματικά συμφέροντά τους και θέτουν στο στόχαστρο το πραγματικό αντίπαλο των αφεντικών και της αντιλαϊκής πολιτικής, μόνο έτσι αποσπώνται κατακτήσεις και νίκες. Δυστυχώς, στον χώρο μας, έχουμε αρνητική πείρα, που καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα. Πείρα από αγώνες που τις καπηλεύτηκαν οι ηγεσίες των δικηγορικών συλλόγων, με τυφλές αποχές, χωρίς συμμετοχή των ίδιων των δικηγόρων που θα λένε την γνώμη τους και θα αποφασίζουν και που το βάρος τους το σήκωσαν οι πιο μικροί αυτοαπασχολούμενοι και οι μισθωτοί συνάδελφοι. Αγώνες που πέρα από την εικόνα των γραβατών που ανέμιζαν στο Σύνταγμα, παζάρευαν με συντεχνιακή λογική την εξαίρεση των δικηγόρων από την αντιασφαλιστική λαίλαπα και τις κατευθύνσεις της για την ιδιωτική ασφάλιση, με τα τραγικά αποτελέσματα που βλέπουμε σήμερα από το νόμο Κατρούγκαλου και τους άλλους αντιασφαλιστικούς νόμους. Μπορούμε να μιλήσουμε και για άλλα παραδείγματα, όπως για τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που παρά το περιβόητο δημοψήφισμα ψηφίστηκε αυτούσιος, για την διαμεσολάβηση κ.ά.
Θα μπορούσε, ίσως, κάποιος να σκεφτεί: Γιατί να χτίσουμε τον δικό μας σύλλογο και να μην προσπαθήσουμε για την αλλαγή των συσχετισμών στον ΔΣΑ; Φυσικά, δεν παραιτούμαστε από την προσπάθεια αυτή. Στις δικηγορικές εκλογές έχουμε λόγο και ψηφίζουμε με γνώμονα τα συμφέροντά μας. Όμως, η σκέψη ότι ο ΔΣΑ και ο ΔΣΠ μπορούν να γίνουν η συνδικαλιστική φωνή της πλειοψηφίας των αυτοαπασχολούμενων δικηγόρων, θα μπορούσε πράγματι να ήταν χρήσιμη στις δεκαετίες του ’80, ίσως και του ’90, όταν η δικηγορία ήταν διαφορετική, όταν δεν είχαν προχωρήσει οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στον κλάδο των νομικών υπηρεσιών με τη συγκέντρωση της δικηγορικής ύλης στις μεγάλες δικηγορικές εταιρείες και τα γραφεία και την εξάπλωση της μισθωτής εργασίας σε αυτές. Σήμερα, όμως, αρκεί να σκεφτούμε ότι ο ΔΣΑ και ο ΔΣΑ συστεγάζουν από τους ασκούμενους των 300 Ευρώ και τους μισθωτούς συναδέλφους που τους εκμεταλλεύονται κάτω από το μανδύα του συνεργάτη, τον αυτοαπασχολούμενο δικηγόρο με το τσακισμένο εισόδημα που αναγκάζεται να κλείσει το γραφείο και να δουλεύει από το σπίτι, μέχρι τις εταιρείες που διαχειρίζονται τις συμβάσεις των εφοπλιστών για τη μεταφορά του πετρελαίου ή του υγροποιημένου LNG από τις ΗΠΑ, τις επενδύσεις των ΑΠΕ, τις συμβάσεις των deals του αστικού κράτους με το μεγάλο κεφάλαιο, των ΣΔΙΤ, των διαγωνισμών κ.λπ. Πώς μπορούμε, λοιπόν, όλοι αυτοί να είμαστε κάτω από την ίδια στέγη; Οι δικηγορικοί σύλλογοι είναι ν.π.δ.δ. που απονέμουν σε όλους αυτούς επαγγελματικά δικαιώματα, που -όπως αποδεικνύεται από χιλιάδες παραδείγματα- στηρίζουν τα συμφέροντα της κυρίαρχης αυτής μερίδας των ανώτατων και ανώτερων στρωμάτων της δικηγορίας. Οι ανάγκες του κεφαλαίου για τέτοιες νομικές υπηρεσίες, για μια δικαιοσύνη ολοένα και πιο αντιδραστική, δένονται και με τις αλλαγές στο επάγγελμα, τη λεγόμενη απελευθέρωσή του, την αλλαγή ακόμα και στη λειτουργία των ίδιων των συλλόγων. Ας μην ξεχνάμε ότι όλες οι αλλαγές που έχουν γίνει αυτά τα χρόνια στον Κώδικα Δικηγόρων, κινούνται στην γραμμή της υπονόμευσης των συλλογικών δημοκρατικών διαδικασιών, στα ενιαία ψηφοδέλτια και τον προεδροκεντρικό χαρακτήρα κ.ά. Ας αναλογιστούμε πόσα χρόνια έχει να γίνει Γενική Συνέλευση του ΔΣΑ ή ας θυμηθούμε την πείρα της τελευταίας φοράς, που μέσα από τις ηλεκτρονικές διαδικασίες υπονομεύτηκε η δυνατότητα λήψης οποιασδήποτε απόφασης.
Φτιάχνουμε, λοιπόν, το δικό μας Σύλλογο. Το ενοποιητικό στοιχείο του Συλλόγου είναι τα κοινά μας συμφέροντα, οι κοινές μας ανάγκες, η αναγνώριση αυτής της αναγκαιότητας για την διεκδίκηση απέναντι στην ενιαία επίθεση που δεχόμαστε, όπως και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι. Το ενοποιητικό στοιχείο θα είναι το Καταστατικό μας, οι ζωντανές μαζικές διαδικασίες και η δική μας συμμετοχή και απόφαση για τα ζητήματα που μας απασχολούν, η διαπάλη για τις διαφορετικές θέσεις, γνώμες, αιτήματα πάλης, που θα υπηρετούν όμως τον ενιαίο σκοπό. Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι δικοί μας σύμμαχοι είναι οι μισθωτοί συνάδελφοι και το Σωματείο Μισθωτών Δικηγόρων που πρόσφατα συγκροτήθηκε ξεπερνώντας εμπόδια και κάνοντας τομή στον κλάδο, οι υπόλοιποι αυτοαπασχολούμενοι και μισθωτοί επιστήμονες, οι αυτοαπασχολούμενοι επαγγελματίες, οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα και το κίνημά τους. Μαζί τους ο Σύλλογος μας θα συμπορεύεται και θα συντονίζει τον αγώνα του. Ούτε με την κυβέρνηση και τα υπουργεία, ούτε με τις ενώσεις του κεφαλαίου και τις προδοτικές ηγεσίες της ΓΣΕΕ κ.ά., με όλους αυτούς δηλαδή που συνομιλούν οι δικηγορικοί σύλλογοι.
Για την αποφασιστική και συγκροτημένη έναρξη αυτής της πρωτοβουλίας, θέλουμε να συζητήσουμε σήμερα, επιδιώκοντας να μπει από εδώ και στο εξής στην ημερήσια διάταξη της δράσης μας. Ετοιμάζουμε τα υλικά μας, την ανακοίνωση, την αφίσα μας, άλλα υλικά και τρόπους μαζικής επικοινωνίας με την πλειοψηφία των αυτοαπασχολούμενων δικηγόρων με τα πιο χαμηλά εισοδήματα. Προετοιμάζουμε την ιδρυτική μας συνέλευση. Δίνουμε το στίγμα με τη διαμαρτυρία μας και κινητοποιήσεις για τα προβλήματα που αυτή την περίοδο «καίνε» τους αυτοαπασχολούμενους δικηγόρους.