Κάθε μέρα θέτω στον εαυτό μου το ίδιο ερώτημα; Τι είμαι;
Το ερώτημά μου όμως δεν είναι φιλοσοφικό ή υπαρξιακό, μιας θεωρητικής ενατένισης, αλλά απλό και καθημερινό.
Για να γίνω κατανοητή, εργάζομαι εδώ και 8 έτη ως δικηγόρος. Έχω απασχοληθεί σε 3 διαφορετικά γραφεία, ενώ το γραφείο που απασχολούμαι σήμερα έχει εξειδίκευση στο εργατικό δίκαιο.
Ακόμα ρωτάω τον εαυτό μου τί είμαι. Συνεργάτης, αυταπασχολούμενη δικηγόρος, έμμισθη, δικηγόρος με εξαρτημένη σχέση εργασίας; Μπέρδεμα.
Φαντάστηκα η έρμη ότι ο δικηγόρος που με προσέλαβε θα μπορούσε να μου δώσει μια σχετική εμπεριστατωμένη απάντηση. Όπως και μου έδωσε.
«Παιδί μου», μου απάντησε με ύφος στοργικό «στο γραφείο αυτό όλοι είμαστε συνεργάτες, μας ενώνει η δικηγορική μας ιδιότητα. Άκου εκεί ο δικηγόρος να είναι υπάλληλος. Ανήκουστο και οπισθοδρομικό!».
Δέχτηκα την απάντησή του και κάθισα στο γραφείο μου, μαζί με τους άλλους 4 συναδέλφους μου, όλοι συνεργάτες στο γραφείο του ίδιου δικηγόρου.
– «Βασιλική, καφέ!», φώναξε ο δικηγόρος. Τι να κάνω, συνεργάτες είμαστε, έτρεξα αμέσως να του φτιάξω τον αγαπημένο του μακιάτο, λίγη άσπρη, λίγη μαύρη, πικρό και γλυκό μαζί.
Κάθισα ξανά στο γραφείο μου και συνέχισα το γράψιμο που μου είχε αναθέσει από χθες.
– «Βασιλική, η αγωγή έτοιμη;». «Την γράφω κύριε Χ, χθες μου δώσατε τα στοιχεία». «Τελείωνε, βιαζόμαστε!» Αγχώνομαι, πιέζομαι, αλλά τι να κάνω, συνεργάτες είμαστε, πρέπει να τον βοηθήσω.
– «Βασιλική, πήγαινε γρήγορα στο Ειρηνοδικείο Πειραιά να πάρεις τα σχετικά μιας απόφασης που μόλις βγήκε.» «Μα κύριε Χ, πρέπει να ολοκληρώσω την αγωγή, να πάω αύριο το πρωί;» «Τελείωνε Βασιλική και μη χασομεράς, θα δουλέψεις σπίτι». Τι να κάνω, συνεργάτης του είμαι και με πληρώνει, πως να πω όχι. Η ώρα 10, παίρνω τον ηλεκτρικό, φτάνω στον Πειραιά, περπατάω, φτάνω στο Ειρηνοδικείο, ανεβαίνω τις σκάλες γιατί έχει χαλάσει το ασανσέρ, παίρνω τα σχετικά έγγραφα, ξαναπερπατάω, ξαναμπαίνω στον ηλεκτρικό, ξαναπερπατάω και φτάνω στο γραφείο. Δίνω τα σχετικά στον δικηγόρο κύριο Χ, του λέω ορίστε, που απαντάει χωρίς να με κοιτάζει «την αγωγή μην ξεχάσεις».
Αφού έχω βγάλει φωτοτυπίες, έχω απαντήσει σε 7 τηλεφωνικές κλήσεις πελατών η ώρα φτάνει 17:00.
Σκέπτομαι «έφτασα στο γραφείο στις 09:00, τώρα είναι 17:00, άρα έχω δουλέψει 8 ώρες, άρα δεν θα έπρεπε να φύγω;»
Στο γραφείο όμως δεν έχει κουνηθεί κανείς. Όπως κάθε μέρα. Κανείς δεν φεύγει στις 17:00. Σπίτια μας γυρίζουμε μετά τις 19:00. Ακόμα και η Μαρία, η οποία έχει κόρη 4 μηνών. Ο συνεργάτης δικηγόρος μας δεν της έδωσε περισσότερη άδεια μητρότητας, ενώ λόγω φόρτου εργασίας δεν της επιτρέπει να φεύγει νωρίτερα. Η Μαρία σταμάτησε τον θηλασμό της γι’ αυτό το λόγο, αλλά πάντα λέει «Πάλι καλά που έχουμε και τη δουλειά μας».
Στις 19:00 δεν είχα προλάβει να τελειώσω την αγωγή που μου είχε αναθέσει ο εργοδότης μου. Μου ζήτησε αν μπορώ να την ολοκληρώσω σπίτι μου και να την έχω αύριο έτοιμη. Φυσικά είπα ναι. Αφενός γιατί είμαστε συνεργάτες, αφετέρου γιατί θυμάμαι την περίπτωση του συναδέλφου μου του Κώστα, ο οποίος όταν αρνήθηκε δυο φορές να εργαστεί σπίτι, ο κύριος Χ του είπε να ψάξει να βρει δουλειά, ευχαριστώντας τον για τη συνεργασία του. Ήταν ευγενέστατος όμως ο κύριος Χ. Δεν πειράζει που θα κοιμηθώ στη 01:00…ξανά.
Όταν επέστρεψα σπίτι συνέχιζα να γράφω την αγωγή που μου είχε αναθέσει ο δικηγόρος μου. Ήταν μια εργατική αγωγή. Ήδη από την αρχή του δικογράφου ανέφερα ότι: «…σύμβαση εξαρτημένης εργασίας υπάρχει όταν οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας που συμφωνήθηκε και στον μισθό, ανεξάρτητα από τον τρόπο πληρωμής του, και ο εργαζόμενος υπόκειται σε νομική και προσωπική εξάρτηση από τον εργοδότη. Η εξάρτηση αυτή εκδηλώνεται με το δικαίωμα του τελευταίου να δίνει δεσμευτικές για τον εργαζόμενο εντολές και οδηγίες, ως προς τον τρόπο, τόπο και χρόνο παροχής της εργασίας και να ασκεί εποπτεία και έλεγχο για την διαπίστωση της συμμορφώσεως του εργαζομένου προς αυτές.».
Προβληματίστηκα ξανά να σας πω την αλήθεια. Μα, αυτό που γράφω…είμαι εγώ! Ο κύριος Χ μου είπε ότι είμαστε συνεργάτες, δεν μπορεί να κάνει λάθος. Το λένε μάλιστα όλοι. Ο ΔΣΑ, ο Πρόεδρος, η ΕΑΝΔΑ, ο ίδιος ο νόμος, η Νομολογία, που αναφέρει ότι: «Η συνταγματικά προστατευόμενη ανεξαρτησία του δικηγόρου δεν του επιτρέπει να παρέχει τις υπηρεσίες του στο πλαίσιο σχέσης εξαρτημένης εργασίας με μόνη εξαίρεση τη σύμβαση έμμισθης εντολής, στο πλαίσιο της οποίας δεν υπόκειται ο δικηγόρος σε διευθυντικό δικαίωμα, ούτε σε υποχρεωτικό ωράριο».
Αυτή τη λογική, πως εγώ, ενώ είμαι μισθωτή, μπορεί να μην υπόκειμαι στο διευθυντικό δικαίωμα, άκουσα πως υποστήριξε ακόμα και ένας «εναλλακτικός προοδευτικός» σύμβουλος στον ΔΣΑ τις προάλλες..
Τότε πώς εγώ δουλεύω υποχρεωτικά,10 ώρες την ημέρα, χωρίς αμοιβή υπερωρίας, πολλά Σάββατα, συχνά από το σπίτι μου, ενώ ο κύριος Χ, μου δίνει εντολές και οδηγίες για κάθε τι που αφορά την εργασία μου;;
Μήπως τελικά ο κος Χ είναι εργοδότης μου;
Μήπως τελικά και εγώ είμαι μισθωτής δικηγόρος;
Μήπως πρέπει να διεκδικήσω τα δικαιώματά μου;
Γιατί δεν πληρώνομαι υπερωρίες;
Γιατί δεν παίρνω επιδόματα;
Γιατί τον Αύγουστο που κλείνει το γραφείο δεν πληρώνομαι;
Πώς θα κάνω οικογένεια;
Πώς; Γιατί; Αλλά; Πρέπει; Μήπως;
Υγ: Υπάρχουν βέβαια κάποιοι, που άκουσα πως μιλάνε καθαρά για «μισθωτή δικηγορία». Μπήκαν μάλιστα μπροστά και ίδρυσαν Σωματείο Μισθωτών Δικηγόρων. Τις προάλλες, μέσα στην τρεχάλα μου στην Ευελπίδων και ενώ δεν είχα ούτε χέρι ελεύθερο (κρατούσα φακέλους στο ένα και κινητό στο άλλο, για να δώσω «αναφορά» στο «συνεργάτη» – αφεντικό μου) κάποιοι συνάδελφοι με χαμόγελο μού έτειναν μία ανακοίνωση, που καλούσε στην απεργία στις 09/11/2022. Γιατί, λένε, είμαστε εργαζόμενοι δικηγόροι. Μπορούμε και πρέπει, λέει, να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας. Μαζί με τόσους άλλους μισθωτούς επιστήμονες (μηχανικούς, οικονομολόγους – λογιστές κα). Μάλλον, αυτοί είναι που έχουν δίκιο..