Έφυγε από τη ζωή ο Ανδρέας Τζέλλης, συνήγορος Πολιτικής Αγωγής της οικογένειας του Παύλου Φύσσα στη Δίκη της Χρυσής Αυγής.
Ένας μαχόμενος δικηγόρος, δυναμικός και δραστήριος, αγαπητός στους συναδέλφους. Με πάθος για τη δουλειά του αλλά και τις ιδέες του, τη ζωή, την πρόοδο, πάντα δίπλα στους κοινωνικούς και εργατικούς αγώνες.
Ο Ανδρέας Τζέλλης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966. Ήταν εγγονός του Μακρονησιώτη αγωνιστή Κώστα Τζέλλη και γιος του, επίσης αγωνιστή και δικηγόρου, Βασίλη Τζέλλη. Αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1987.
Με την τόλμη, τη μαχητικότητα και τις γνώσεις του συνέβαλε καθοριστικά στη Δίκη της Χρυσής Αυγής, για να ξεσκεπαστούν οι ένοχοι της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα και να αποκαλυφθεί το ναζιστικό πρόσωπο της οργάνωσης, από όπου απέρρεε η εγκληματική δράση της. Με βαθιά ανθρωπιά περιέβαλε και στήριξε την οικογένεια του Παύλου και τα άλλα θύματα της ναζιστικής–εγκληματικής οργάνωσης. Με σθένος και γενναιότητα αντιμετώπισε την ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε, συνεχίζοντας ως την τελευταία στιγμή να εργάζεται με ένταση, να ‘ναι συμπαραστάτης των κοινωνικών αγώνων.
Για τον αιφνίδιο θάνατο του Ανδρέα Τζέλλη οι συνήγοροι Πολιτικής Αγωγής των κομμουνιστών και συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ στη δίκη της Χρυσής Αυγής σημείωσαν:
«Ανδρέα,
Ο ξαφνικός θάνατός σου άστραψε και βρόντηξε, όπως άστραφτε και βρόνταγε η σκέψη και η φωνή σου στο Εφετείο τα πέντε χρόνια που παλεύαμε τους φασίστες της Χρυσής Αυγής.
Είμαστε παγωμένοι όλοι, μα εκείνη η αγκαλιά σου, το χαμόγελό σου, η καλοσύνη σου, το χιούμορ σου, η Παναθηναϊκάρα σου -η γερά καρφιτσωμένη στο πέτο- έρχονται και ξανάρχονται στο νου μας και ρίχνουνε στην ξαφνιασμένη μας ψυχή εκείνο το βάλσαμο, που χρειάζεται τέτοιες στιγμές.
Πλάι – πλάι στα έδρανα του Εφετείου ανασάναμε όλοι μαζί την ανάσα του άλλου ο καθένας μας, ελπίσαμε για τη δίκη, θυμώσαμε για τη δίκη, απελπιστήκαμε για τη δίκη, αλλά παλέψαμε και τελικά νικήσαμε.
Κι εσύ ιδιαίτερα, αγγίζοντας με την ψυχή σου το φρέσκο, νεανικό σφαγιασμένο κορμί του Παύλου Φύσσα, έριχνες κεραυνούς στους φασίστες κι έφτιαχνες σεντόνι από αγάπη για να προστατέψεις το ωραίο λείψανο από τα περιττώματα που πετούσαν οι Χρυσαυγίτες στη διάρκεια της δίκης. Και με την ακατάβλητη μάνα δίπλα σου, υφαίνατε το δίχτυ της τιμωρίας των τεράτων.
Ποιος να το ΄λεγε, πως μετά τη νίκη μας, μετά το μεγάλο λιθάρι που έβαλες για να χτιστεί η φυλακή για τους φασίστες, θ΄άφηνες αίφνης τη ζωή και θα χανόσουν, όπως μια ανάσα απ΄ το φθινοπωρινό αεράκι.
Ανδρέα, ήσουν τόσο πληθωρικά καλός άνθρωπος, που η μνήμη σου έχει κιόλας νικήσει τη λήθη.
Θα ζεις μέσα στις σκέψεις μας, στις κοινές αναμνήσεις μας και στους αγώνες μας, που θα μας θυμίζουν ένα πιστό συνοδοιπόρο του δίκιου του λαού μας.»