Στο πλαίσιο της δημόσιας συζήτησης που διεξάγεται γύρω από τη δικαστική απόφαση στην υπόθεση του Δ. Λιγνάδη και την απελευθέρωσή του, στο Δ.Σ. του Δ.Σ.Α. συζητήθηκε και υιοθετήθηκε κατά πλειοψηφία το Ψήφισμα «“Ποινικός λαϊκισμός και η απονομή της δικαιοσύνης – Κοινό περί δικαίου αίσθημα – Κριτική δικαστικών αποφάσεων – Τεκμήριο αθωότητας – 497 παρ 8 ΚΠΔ».
Η Αγωνιστική Συσπείρωση Δικηγόρων, μέσω του εκλεγμένου με το ψηφοδέλτιό της συμβούλου, Αντώνη Αντανασιώτη, καταψήφισε το συγκεκριμένο Ψήφισμα αναδεικνύοντας την προσέγγισή της, που είναι ριζικά διαφορετική από όλων των άλλων δυνάμεων που εκπροσωπούνται στο ΔΣ του ΔΣΑ.
Η τοποθέτηση του Αντ. Αντανασιώτη
«Δεν έχουμε καμιά αυταπάτη για τον ρόλο της δικαιοσύνης στο υπάρχον εκμεταλλευτικό σύστημα. Εξυπηρετεί τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων και των διαφόρων μεγαλοσχημόνων, όπως αντίστοιχα είναι εχθρική και απρόσιτη για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Δεν έχουμε επίσης καμία ψευδαίσθηση ότι αυτός ο ρόλος μπορεί να αλλάξει χωρίς ριζικές αλλαγές στο επίπεδο της οικονομίας και της εξουσίας.
Ωστόσο, η συγκεκριμένη πρόταση ψηφίσματος σε συνέχεια της αντίστοιχης απαράδεκτης ανακοίνωσης της πλειοψηφίας της ΕΝΔΕ πάει ένα βήμα παραπέρα. Επιχειρεί να κατακεραυνώσει και να φιμώσει όποια κριτική φωνή ακούγεται από πολιτικά κόμματα, συνδικαλιστικούς φορείς, νομικούς και τον ίδιο τον λαό σε δικαστικές αποφάσεις όπως η συγκεκριμένη για τον γνωστό κατηγορούμενο βιαστή ανηλίκων.
Μια απόφαση πάνω στην οποία επιχειρείται να στηθεί μία πολιτική “κοκορομαχία” ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ, για να κρυφτεί η ουσία, που αυτή εξοργίζει μεγάλο μέρος του λαού μας:
Ότι δηλαδή η αστική δικαιοσύνη μπορεί να είναι εξαιρετικά “ελαστική” ακόμα και σε αποτρόπαια εγκλήματα, ενώ εξαντλεί την αυστηρότητά της πάνω στον λαό και τα δικαιώματά του. Ότι είναι γενικό φαινόμενο, ένας κατηγορούμενος με οικονομική επιφάνεια, πολιτικές διασυνδέσεις και στηρίγματα στον κρατικό μηχανισμό, ακόμα και να “βγει λάδι” ή να “πέσει στα μαλακά”. Αντίθετα, αν είσαι απροστάτευτος και οικονομικά αδύναμος, είσαι πολλαπλά εκτεθειμένος και έχεις αντίθετη μεταχείριση, γιατί, όπως λέει και ο λαός μας: “όπου φτωχός και η μοίρα του”.
Είναι επίσης εντελώς αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι δεν μπορούν να ασκούν κριτική στις δικαστικές αποφάσεις όσοι δεν έχουν νομικές γνώσεις. Ακόμη και το ίδιο το αστικό σύστημα, προβλέπει τον θεσμό των λαϊκών ενόρκων, και μάλιστα στα κακουργήματα, οι οποίοι ως γνωστό στην πλειοψηφία τους δεν είναι νομικοί. Εκτός αν προτείνετε να καταργηθεί και αυτός ο θεσμός.
Όσον αφορά τέλος τη συζήτηση για τα λαϊκά δικαστήρια, με όρους υποτίμησης και απαξίωσής τους, τόσο από την πλειοψηφία της ΕΝΔΕ όσο και από το προτεινόμενο ψήφισμα τουλάχιστον στην αρχική μορφή του, δεν είναι ούτε τυχαία ούτε φυσικά αθώα.
Το γεγονός πως στην ελεύθερη Ελλάδα την περίοδο της ναζιστικής κατοχής διαμορφώθηκαν λοαογέννητοι θεσμοί, όπως των δικαστηρίων, της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπου για πρώτη φορά ψήφισαν και συμμετείχαν οι γυναίκες κλπ., είναι σπουδαία και πολύτιμη παρακαταθήκη στον αγώνα για ριζικές ανατροπές στο σήμερα. Αυτόν τον αγώνα δίνουμε εμείς: Για να πάρει ο λαός την εξουσία στα χέρια του και να δημιουργήσει το δικό του κράτος, με το δικό του δίκαιο και τους θεσμούς του, ανάμεσα τους και της λαϊκής δικαιοσύνης, που θα εκφράζουν τα δικά του συμφέροντα.
Με βάση τα παραπάνω καταψηφίζουμε την προτεινόμενη πρόταση του ΔΣ.»