Για τρίτη φορά μέσα σε διάστημα τεσσάρων μόλις χρόνων, κατατέθηκε πριν από λίγες ημέρες ατιό τον Υπουργό Δικαιοσύνης σχέδιο νόμου με εκτεταμένες τροποποιήσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ), δηλαδή της «πολιτικής δίκης», το οποίο υποτίθεται ότι περιλαμβάνει «ριζοσπαστικές» αλλαγές, σύμφωνα την αιτιολογική έκθεση, στο όνομα – και πάλι ~ της επιτάχυνσης της δικαιοσύνης!
Οι δήθεν «ριζοσπαστικές» αυτές αλλαγές, στην πραγματικότητα εκφράζουν την προσπάθεια προσαρμογής της αστικής δικαιοσύνης στις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου για γρήγορη, φθηνή και αποτελεσματική για τα συμφέροντά του επίλυση των διαφορών, καθώς και στην εξοικονόμηση πόρων από το κράτος, σε βάρος των δικαιωμάτων (και των δικονομικών) των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, που εμπλέκονται ή αναγκάζονται να προσφεύγουν σ’ αυτήν. Η κατεύθυνση αυτή προωθείται γενικότερα μέσα από την ενίσχυση των εξωδικαστικών μορφών επίλυσης των διαφορών (διαμεσολάβηση, διαιτησία κ.λ.π.) – δηλαδή μορφών ιδιωτικοποίησης της δικαιοσύνης, το υψηλό κόστος προσφυγής στη Δικαιοσύνη με τα κάθε είδους παράβολα, την υποχρηματοδότησή της και την υποτίμηση των υποδομών της με τα τεράστια κενά στις θέσεις των δικαστών και κυρίως των δικαστικών υπαλλήλων, που μάλιστα απειλούνται με τα αντεργατικά μέτρα της αξιολόγησης, των διαθεσιμοτήτων και των απολύσεων στο δημόσιο τομέα. Αυτοί είναι οι διακηρυγμένοι στόχοι του μεγάλου κεφαλαίου, της κυβέρνησης και της τρόικας για τη Δικαιοσύνη και, στη βάση αυτή, αναμένονται και άλλες τροποποιήσεις στο επόμενο διάστημα, όχι μόνο στην πολιτική δίκη αλλά και συνολικότερα.
Ειδικότερα, το συγκεκριμένο σχέδιο περιλαμβάνει διατάξεις που εμφανώς υπηρετούν την προστασία τον τραπεζικού κεφαλαίου και των μεγάλων δικηγορικών εταιρειών και προετοιμάζουν το έδαφος για κατασχέσεις και πλειστηριασμούς στη λαϊκή περιουσία, ενώ ξανά, για ακόμη μια φορά, η προνομιακή ικανοποίηση των εργατικών απαιτήσεων, μετά από πλειστηριασμό, δέχεται σοβαρό πλήγμα.
Το γεγονός ότι είναι εξαιρετικά αμφίβολη η καταλληλότητα των προτεινόμενων ρυθμίσεων για την επιτέλεση του σκοπού της επιτάχυνσης και πρακτικά δύσκολο να προχωρήσουν στη ζωή, όπως άλλωστε επισήμαναν οι δικηγορικοί σύλλογοι και οι ενώσεις δικαστών στο στάδιο της δημόσιας διαβούλευσης, δεν αναιρεί τη σοβαρότητα και την επικινδυνότητα των προτεινόμενων στοχεύσεων και αλλαγών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι πρόσφατες αλλαγές στην αρμοδιότητα των Ειρηνοδικείων, που οδήγησαν στην υπερφόρτωση των πινακίων και σε δικάσιμους σε ορισμένα μεγάλα περιφερειακά Ειρηνοδικεία της Αττικής για το 2024 (π.χ. Περιστέρι)! Με το προτεινόμενο σχέδιο ΠολΔ, αναγκάζονται να επαναφέρουν τις υποθέσεις της εκουσίας δικαιοδοσίας από τα Ειρηνοδικεία στα Μονομελή Πρωτοδικεία, προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα που δημιουργήθηκε. Παράλληλα, και μετά από την επιβεβαίωση των έντονων αντιδράσεων για την ασφάλεια της δικανικής κρίσης και την αύξηση του φόρτου εργασίας κύρια των Πρωτοδικών, καταργούνται οι μονομελείς συνθέσεις στα δευτεροβάθμια δικαστήρια και επανέρχεται το προηγούμενο καθεστώς.
Οι νομοθετικές παλινωδίες και συνεχείς αλλαγές στην Πολιτική Δικονομία δείχνουν ότι η επιτάχυνση δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλον τρόπο, παρά μόνο με νέες προσλήψεις υπαλλήλων με σταθερή δουλειά και πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, με την ενίσχυση και χρηματοδότηση των υποδομών και του υλικοτεχνικού εξοπλισμού των δικαστηρίων.
Πιο συγκεκριμένα, οι πιο σημαντικές αλλαγές που προωθούνται και έχουν αντιλαϊκό και αντιδραστικό προσανατολισμό, είναι οι εξής:
- Πλήρης αναμόρφωση της τακτικής διαδικασίας, με την καθιέρωση έγγραφης διαδικασίας, η οποία θεωρείται «πιο ευέλικτη, απλή και χρονικά συντομότερη». Κατ’ εξαίρεση και εφόσον το κρίνει ο χρεωμένος την υπόθεση δικαστής, θα ακολουθείται η προφορική διαδικασία και η εμμάρτυρη απόδειξη. Επίσης :
α) επέρχεται σημαντική σύντμηση διαφόρων προθεσμιών για την άσκηση σειράς δικονομικών δικαιωμάτων (αντίκρουση αγωγής, συλλογή αποδεικτικού υλικού, άσκηση παρεμβάσεων κ.λ.π.)
β) αφαιρούνται δικονομικά δικαιώματα, όπως η δυνατότητα προβολής οψιγενών ισχυρισμών στον πρώτο βαθμό, η επιλογή των μερών για ματαίωση της συζήτησης της υπόθεσης χωρίς, όμως, άρση των συνεπειών από την εκκρεμοδικία (προβλέπεται διαγραφή της αγωγής ως μη ασκηθείσα, εφόσον δεν ακολουθήσει νέα κλήση για συζήτηση εντός 60 ημερών από τη ματαίωση) κ.ά.
γ) αυξάνεται το κόστος για την ουσιαστική απόδειξη των ισχυρισμών κάθε διαδίκου, επιβάλλοντας στην πράξη τη μεγάλη επέκταση των ενόρκων βεβαιώσεων, για τη λήψη των οποίων απαιτούνται συχνά αρκετές επιδόσεις σε περίπτωση πολλών αντιδίκων.
Στην πραγματικότητα, οι αλλαγές αυτές ωφελούν τις μεγάλες επιχειρήσεις, που διαθέτοντας το κατάλληλο προσωπικό, χρήμα και μηχανισμούς, μπορούν να τηρούν πλήρη μηχανογραφικά συστήματα και μεγάλο αρχείο εγγράφων και να ανταποκρίνονται στο δικονομικό καθήκον της έγγραφης απόδειξης και μάλιστα μέσα σε σύντομες και ανελαστικές προθεσμίες. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε σχετική κριτική του Αρείου Πάγου: οι νέες ρυθμίσεις φαίνεται να βασίζονται στην προϋπόθεση ότι όλοι οι «διάδικοι είναι οργανωμένες επιχειρήσεις με νομικούς συμβούλους και συγκροτημένα λογιστήρια, που έχουν ως εκ τούτου τακτοποιημένα και ευχερώς διαθέσιμα τα στοιχεία που αφορούν κάθε υπόθεση». Έτσι, το οικονομικά ασθενέστερο μέρος, δηλαδή ο μέσος φτωχός διάδικος που, σπάνια διαθέτει τέτοια εργαλεία, βρίσκεται αντικειμενικά σε δυσμενέστερη θέση.
- Εκτεταμένες αλλαγές στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος κυρίως του οφειλέτη :
α) με την αφαίρεση από τον οφειλέτη ένδικων βοηθημάτων για την προσβολή της εκτέλεσης στα διάφορα στάδια και την καθιέρωση πλέον δύο μόνο χρονικών σταδίων για την άσκηση ανακοπής, ένα πριν και ένα μετά τον πλειστηριασμό
β) Νέα πρόβλεψη για ικανοποίηση και των μη προνομιούχων απαιτήσεων στον πίνακα κατάταξης και συνακόλουθη μείωση του ποσοστού ικανοποίησης των εργατικών απαιτήσεων στο 25% όταν συντρέχουν με εμπραγμάτως εξασφαλισμένες απαιτήσεις και απαιτήσεις χωρίς προνόμιο, περίπτωση που κατ’ εξοχήν συμβαίνει.
γ) Δυνατότητα επιβολής πολλαπλών κατασχέσεων στην κατάσχεση της κινητής και της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη.
δ) Πλειστηριασμοί με βάση την εμπορική και όχι την αντικειμενική αξία των ακινήτων, διευκολύνοντας την απόκτηση και συγκέντρωση των ακινήτων σε όφελος των μεγάλων πιστωτών, π.χ. των τραπεζών, σε χαμηλές τιμές.
ε) Κατάργηση της περίληψης κατασχετήριας έκθεσης, μειώνοντας το κόστος υπέρ των τραπεζών που κατ’ εξοχήν επισπεύδουν τη διαδικασία της εκτέλεσης, σύμφωνα άλλωστε με πάγια απαίτησή τους εδώ και χρόνια.
στ) Περιορισμός των ενδίκων μέσων στις αποφάσεις επί ανακοπών κατά την εκτέλεση με δυνατότητα μόνο άσκησης έφεσης, καθώς και περιορισμός του πεδίου αιτήσεων αναστολής. Σύντμηση σειράς προθεσμιών κατά την εκτελεστική διαδικασία σε όφελος του επισπεύδοντα.
ζ) Δικαίωμα καταγγελίας της εμπορικής μίσθωσης του εκπλειστηριασθέντος ακινήτου από τον υπερθεματιστή.
Επιπλέον, στο σχέδιο νόμου του νέου ΚΠολΔ περιλαμβάνονται διάσπαρτες αρκετές αρνητικές και αντιλαϊκές ρυθμίσεις, όπως ενδεικτικά:
α) Καθιέρωση της υποχρεωτικής παράστασης με δικηγόρο σε όλες τις υποθέσεις και στο Ειρηνοδικείο, με εξαίρεση τις μικροδιαφορές και για την αποτροπή άμεσου κινδύνου, με αποτέλεσμα το κόστος της προσφυγής στη δικαιοσύνη να γίνεται για πολλούς εργαζόμενους και λαϊκούς ανθρώπους ακόμη πιο αβάσταχτο, όταν μάλιστα πρόκειται για διαφορές με μικρό οικονομικό αντικείμενο.
β) Περιορισμός του δικαιώματος άσκησης κύριας παρέμβασης μόνο στον πρώτο βαθμό.
γ) Σύντμηση των καταχρηστικών προθεσμιών για την άσκηση έφεσης και αναίρεσης σε δύο (από τρία) χρόνια μετά από τη δημοσίευση της απόφασης, με προφανείς αρνητικές επιπτώσεις στο διάδικο που ενδεχομένως αγνοεί τη σχετική δημοσίευση, αφού η απόφαση δεν του επιδόθηκε ποτέ.
δ) Αλλαγές στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, όπως:
- Συνοπτική αιτιολόγηση των αποφάσεων ασφαλιστικών μέτρων, χωρίς το «εμπόδιο» της ανάγκης για πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, όπως για παράδειγμα για την προσωρινή επιδίκαση δεδουλευμένων ή επιστροφής στην εργασία μετά από παράνομη απόλυση!
-
Δυνατότητα λήψης ασφαλιστικών μέτρων και για μέλλουσα απαίτηση, ρύθμιση που θα ωφελήσει ποικιλοτρόπως τους μεγαλοδανειστές με την εξασφάλιση ασφαλιστικών μέτρων ακόμα και για μη ληξιπρόθεσμες οφειλές.
-
Νέα πρόβλεψη για δυνατότητα εγγραφής προσημείωσης υποθήκης και επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης όχι μόνο με διαταγή πληρωμής, αλλά και με οριστική απόφαση.
ε) Αφαίρεση πόρων από το Ταμείο Νομικών με τη μεταφορά είσπραξης διαφόρων χρηματικών ποινών (π.χ. για παρελκυστική διεξαγωγή δίκης) στο δημόσιο ταμείο με ταυτόχρονη ενημέρωση του Υπουργείου Οικονομικών.
Το σχέδιο νόμου του νέου ΚΠολΔ, ανεξάρτητα από επιμέρους βελτιώσεις, έχει συνολικά αντιλαϊκό χαρακτήρα, εξασφαλίζοντας τα συμφέροντα των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων και των τραπεζών σε βάρος των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, που είναι πάντα το ασθενέστερο οικονομικά μέρος, ο ασθενέστερος οφειλέτης στην πολιτική δίκη και τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Επιπλέον, η υλοποίηση των προτεινόμενων ρυθμίσεων στρέφεται σε βάρος της πλειοψηφίας των μαχόμενων δικηγόρων με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, που θα αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στην καθημερινή ταλαιπωρία και το κυνήγι ανελαστικών προθεσμιών μέσα στον έγγραφο κυκεώνα της νέας τακτικής διαδικασίας. Αυτοί που θα ωφεληθούν, ακόμη μια φορά, είναι οι μεγάλες δικηγορικές εταιρίες και τα μεγαλογραφεία. Ταυτόχρονα, επηρεάζονται άμεσα όλοι οι εργαζόμενοι στον χώρο της δικαιοσύνης, όπως για παράδειγμα οι δικαστικοί επιμελητές με τη μείωση της ύλης και των αμοιβών τους στη νέα απλουστευμένη σε όφελος των τραπεζών διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, οι δικαστικοί υπάλληλοι με την αύξηση του φόρτου εργασίας.
Γι’ αυτό και το νομοσχέδιο πρέπει να συναντήσει τη σφοδρή αντίδραση και τον αγώνα για τη μη ψήφιση του από όλους τους εργαζόμενους στη δικαιοσύνη, όπως και από τους εργαζόμενους και το λαό συνολικότερα.
Στηρίζοντας εργατικά σωματεία, ομοσπονδίες, φορείς εργαζομένων, εργατικά κέντρα κ.λ.π. που μπορούν να αντιταχθούν και να αποτρέψουν με την πάλη τους τη μείωση του ποσοστού στην ικανοποίηση των εργατικών απαιτήσεων μετά από πλειστηριασμό, αφού οι απαιτήσεις αυτές είναι ιδρώτας και κόπος τους, ο παραγόμενος κοινωνικός πλούτος μέσα από τη δική τους εργασία, το μοναδικό τους εισόδημα από την πώληση της εργατικής τους δύναμης.
Ταυτόχρονα, όμως, μέσα από τον αγώνα για τη μη ψήφιση τον συγκεκριμένου νόμου, οι εργαζόμενοι στο χώρο της δικαιοσύνης σε συμπόρευση με τους εργατοϋπάλληλους, τους φτωχούς αγρότες και αυτοαπασχολούμενους, τους φοιτητές και σπουδαστές, νεολαίους και γυναίκες των λαϊκών οικογενειών πρέπει να στοχεύσουν τον πραγματικό κοινό τους αντίπαλο, το μεγάλο επιχειρηματικό και τραπεζικό κεφάλαιο που για την υπεράσπιση της κερδοφορίας του επιβάλλονται οι αντιλαϊκές πολιτικές και στην αστική Δικαιοσύνη, ανεξάρτητα από την ταχύτητα απονομής της. Να παλέψουν για την κατάργηση, σε τελευταία ανάλυση, του κοινωνικοοικονομικού συστήματος που γεννά και αναπαράγει διαφορές και αντιθέσεις που απαιτούν δικαστική παρέμβαση.
Συμμετέχουμε όλοι στην αποχή των δικηγόρων προετοιμάζοντας και οργανώνοντας τη συμμετοχή μας στη μεγάλη πανελλαδική – πανεργατική απεργία στις 27 Νοέμβρη και στις απεργιακές συγκεντρώσεις του ΠΑΜΕ. Στην Αθήνα, στην Ομόνοια στις 11 το πρωί