H κυβέρνηση παρά την κατακραυγή πέτυχε την ψήφιση στην Βουλή του απαράδεκτου, εξοντωτικού φορολογικού νομοσχεδίου που επιβάλει έναν οριζόντιο κεφαλικό φόρο σε όλους τους Δικηγόρους, σε όλους τους αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες. Ο υπουργός Θεοχάρης από το βήμα της Βουλής αποκάλυψε τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης λέγοντας ότι έχουμε μεγάλο (ως ποσοστό) αριθμό αυτοαπασχολούμενων και αυτό πρέπει να μειωθεί προσεγγίζοντας τους ανάλογους δείκτες σε άλλες χώρες όπου κυριαρχεί ήδη η εμπορευματοποίηση των παρεχόμενων υπηρεσιών. Η κυβέρνηση όμως βγήκε λαβωμένη γιατί τα σχέδια της συνάντησαν την καθολική κατακραυγή μικρομεσαίων επαγγελματιών αλλά και κάθε εργαζόμενου που απορρίπτουν την πρακτική κοινωνικού αυτοματισμού. Η προπαγανδιστική επιχείρηση που οργανώθηκε απέτυχε καθώς οι ίδιοι οι επαγγελματίες πήραν σε σημαντικό βαθμό τον αγώνα στα χέρια τους. Αποδείχτηκε, αντίθετα, εσφαλμένη και επιζήμια η τακτική της πλειοψηφίας της Ολομέλειας να συνδιαλλαγεί με την κυβέρνηση καταθέτοντας «εναλλακτικές» προτάσεις (ερήμην των συναδέλφων), που τελικά απλά διαμόρφωναν πεδίο ελιγμών για την κυβέρνηση και συντηρούσαν την αυταπάτη της δυνατότητας «να γίνει κάτι έστω την τελευταία στιγμή».
Παράλληλα υποβάλλεται σε διαβούλευση το σχέδιο αλλαγών σε ποινικό κώδικα και κώδικα ποινικής δικονομίας. Πρόκειται για μια βαθιά αντιδραστική τομή. Το υπουργείο υποστηρίζει ότι με τις θεσπιζόμενες διατάξεις, απαντά στο αίτημα της κοινωνίας «να παύσει την ατιμωρησία». Αυτό όμως που διαπιστώνει η κοινωνία είναι ότι το δικαστικό σύστημα καταλήγει κοινωνικά, ταξικά και πολιτικά μεροληπτικό, όχι με ευθύνη του μεμονωμένου δικαστή αλλά ως συνειδητή επιλογή ενός συνολικού συστήματος και νομικού εποικοδομήματος, μεροληψία που κάθε διάταξη που προτείνεται συντηρεί και μεγεθύνει. Το σχέδιο διαπνέεται από τιμωρητική αντίληψη, αδιαφορεί για την αναζήτηση των πραγματικών αιτιών που οδηγούν στον έγκλημα, υποβαθμίζει την ανάγκη σωφρονισμού και επανένταξης. Δημιουργεί και νέο οπλοστάσιο που θα χρησιμοποιηθεί απέναντι στο λαϊκό κίνημα και τους κοινωνικούς αγώνες.
Από την άλλη πλευρά η κυβέρνηση συνεχίζει να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του κεφαλαίου, με πιο πρόσφατο «δώρο» την θέσπιση ακατάσχετου στους λογαριασμούς servicers kai funds αλλά και προκαταβολής μέρους της οφειλής ως προϋπόθεση αναστολής πλειστηριασμού.
Απέναντι σε μια υπαρξιακού τύπου επίθεση, που δεχόμαστε ως δικηγόροι που συνηγορούμε υπέρ πολίτη αλλά και υπερασπιζόμαστε ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, απαιτείται οι ίδιοι να πάρουμε τον αγώνα στα χέρια μας. Η απόφαση της πλειοψηφίας της Ολομέλειας να παραπέμψει τους τρόπους κλιμάκωσης του αγώνα στους κατά τόπο Συλλόγους, αρνούμενη να πάρει η ίδια αποφάσεις, δείχνει και πάλι ότι παραμένει προσηλωμένη σε λογική «θεσμικής» συνδιαλλαγής με την κυβέρνηση. Ο αγώνας πρέπει να γίνει υπόθεση των γενικών μας συνελεύσεων και του κάθε δικηγόρου, να συνεισφέρει στην παραπέρα οργάνωση των ελευθέρων επαγγελματιών αλλά και να συναντηθεί με το μαζικό λαϊκό και εργατικό κίνημα.